Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
131919 Τραγούδια, 269727 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Πίσω απ΄ τον τοίχο
 Η διαδρομή μου στη ζωή...
 
Ποιήματα-Σκέψεις


Πίσω από τον τοίχο

Αγναντεύοντας

Ίσκιους πολλούς αγνάντευε,
σφιχτά αγκαλιασμένους,
ανθρώπων που όμως ήτανε
τώρα μακριά πολύ
Ζούσανε κάποτε κι αυτοί
στο χώμα αυτό- σ΄ αυτή τη γη,
μα ήρθε κάποτε η στιγμή,
που φύγανε
(πεθάνανε μπορείς να πεις),
και είναι ευτυχισμένοι!
Παράξενο, σαν θα σκεφτείς,
πως φύγαν κουρασμένοι!
Πεινούσανε πάρα πολύ
στον κόσμο το δικό μας,
κι αντί λίγο ζεστό φαΐ
η πείνα τους να σβήσει,
τους βλαστημούσαν,
τσ΄ έδιωχναν,
και σαν νερό ζητούσανε,
φαρμάκι τους ποτίζαν.
-Άραγε κει που πήγανε,
βρήκαν την ευτυχία ;
Και σαν απάντηση καμιά
δεν είχε και πονούσε,
τους ίσκιους που χορεύανε,
έβλεπε και σιωπούσε
Αμίλητος, μήπως τον δουν
-ήταν καλά κρυμμένος-,
μην τον ακούγαν κι έφευγαν
Όσο η ώρα πέρναγε
αυτός αδημονούσε,
ένα να γίνει με αυτούς
πλέον παρακαλούσε!
Σαν χάραξε τον έβρηκαν
σε μια άκρη παγωμένο,
μ΄ ένα αχνό χαμόγελο
στα χείλη χαραγμένο!!

Είμαστε-ήταν

Ήταν μαζί της και αυτή
το χέρι του κρατούσε!
Ήταν μαζί του και αυτός
με πάθος τη φιλούσε!
Ήμουν κι εγώ σαν κείνονε,
ήσουν κι εσύ σαν κείνη
και συλλογιέμαι τις στιγμές
πριν να χαθείς,
πριν φύγεις
Ήταν κοντά της
και αυτή στα μάτια
τον κοιτούσε!
Ήταν σιμά του
και αυτός γλυκά
της εμιλούσε!
Τους βλέπω τώρα,
είναι μαζί!
Τι; Να ζηλέψω;
Μα γιατί;
Μας ΄βλέπαν κάποτε
κι αυτοί,
να που όμως τώρα
αλλού εσύ ,
μ΄ έχεις πια λησμονήσει!!

Προσμονή

Όλοι ήταν ανήσυχοι,
μες΄ το καφενεδάκι,
ζάρια-πόκα δεν παίζανε,
δεν πίνανε ουζάκι
Κάτι λες περιμένανε,
κάτι που ήταν να΄ ρθει,
την ώρα αυτή σαν έμπαινε,
όμορφο το βραδάκι!
Την γόπα που ο ένας έσβηνε,
την ακλουθούσε άλλη,
περνούσε έτσι η ώρα τους,
περνούσε έτσι το βράδυ
και το πρωί δεν είχανε
κανένα άδειο τασάκι
Σκορπούσαν για να έρθουνε
την άλλη μέρα πάλι
Και πάλι περιμένανε
στο ίδιο τραπεζάκι,
το ίδιο πάλι σκηνικό,
το ίδιο το βιολάκι!
Προσμένανε την μοίρα τους
κάποιος για αυτούς
να αλλάξει,
κι αυτοί το μόνο που΄καναν
μες΄ το καφενεδάκι,
να είναι, να προσμένουνε
την αλλαγή δωράκι,
χωρίς να αγωνίζονται
κι αυτοί για αυτό λιγάκι!!!

Σαν τον δρόμο διαβαίνεις

Σαν τον δρόμο διαβαίνεις,
να γυρνάς το κεφάλι σου
δεξιά-αριστερά!
Σαν γυρνάς το κεφάλι σου,
να κοιτάζεις καλά!
Σαν καλά θα κοιτάς,
να σκεφτείς σοβαρά!
Σαν θα σκεφτείς συμπέρανε,
τι βγαίνει απ΄ αυτά
Και θα δεις
Το συμπέρασμα
το ξέρω καλά!
Ή τον δρόμο
να διαβείς
δεν πρόκειται ξανά,
ή σαν διαβείς,
δεν θα γυρνάς
το κεφάλι σου
δεξιά αριστερά!!!

Απ΄ έναν διάλογο
(Φθινόπωρο του 1965, η πρώτη μου
συγγραφική ανάγκη)

«Κίτρινα φύλλα πεσμένα,
από μας πατημένα, πειτέ μου,
από την φύση, δεν έχετε
καημό κανένα;
Αυτή σας επέταξε,
ο αγέρας που θέριεψε,
το κρύο τ ΄αφόρητο,
κι ακόμα ο χιονιάς.
Κι εσείς υπομένετε,
παιδιά να σας σέρνουνε,
μαζί σας να χαίρονται,
κι εσείς να πονάτε ;
Οι σκούπες να τρέχουνε,
να σας μαζεύουνε,
για να σας κάνουνε,
σκουπίδια ή στάχτες;
Μα αισθήσεις δεν έχετε;
Λαλιά να μιλήσετε;
Να σας ακούσουνε;
Να πολεμήσετε ;»
«Εσύ που γράφεις,
εσύ που ρωτάς
Πες ΄μου, που ζεις,
γιατί ζεις, που θα πάς;
Εσύ έχεις προτέρημα,
το να μιλάς,
είναι ο τρόπος σου
που αντιδράς,
μάθε λοιπόν,
το να σιωπάς,
κρύβει σπουδαία
πολλά μυστικά!!!»
Ήταν η απάντηση,
σαν ρώτησα εγώ
και τότε θυμήθηκα,
το « Γνώθι σαυτόν»

Χωρίς Τίτλο

Ζεις και γνωρίζεις
Ζεις και αγαπάς
Ζεις και ελπίζεις
Ζεις και πονάς
Ζεις.και;

Μετάλλαξη

Προσπάθησε
Το ένοιωθες;
Στάθηκε όρθιος
Το ΄βλεπες;
Γινόταν άνθρωπος.. .
Το αισθανόσουν;
Στηρίχτηκε στα δύο του πόδια!
Φόρεσε παπούτσια
Αμάθητος
σκόνταψε στα κορδόνια τους,
έπεσε!
Άπλωσε τις παλάμες
των χεριών
-τα άλλα πόδια-
που μόλις κατάργησε,
ικέτευε
Έψαχνε στήριγμα
αγκάλιασε τον χώρο
Έλλειπες!
Γρύλιζε σαν ζώο,
έκλαιγε σαν άνθρωπος..
Δεν άντεχε θαρρώ
την απουσία σου!
Ίσως παρούσα,
στην τρίτη διάσταση όμως
Στην όραση των ζώων
λείπει βλέπεις- το βάθος
Η μετάλλαξη απέτυχε!

Ο ποιητής

Όταν εμπέδωσε,
ότι η ελπίδα
πεθαίνει πάντα τελευταία,
άρχισε να μαζεύει
τα κομμάτια του
και μ΄ αυτά,
προσπάθησε
να σκιαγραφήσει
ο ποιητής
το πορτραίτο του!


Συλλογισμοί

( Ερέθισμα από μια φωτογραφία στον στρατό)

Είμαστε τέσσερις
Οι τρεις συνάδελφοι
Οι δύο φίλοι
Κι εγώ μονάχος μου..!

Λίγη θητεία

Γόμες- τετράδια- στυλό,
σφραγίδες- ξύστρες- μολύβια,
χάνομαι
δεν αντέχω εδώ μέσα!
Άδειες- εξόδοι- σκοπιές,
κομπασμοί-διαταγές και βρισιές,
αναρωτιέμαι
τι θέλω εδώ πέρα!
Υποκλίσεις- χαιρετούρες- χαμόγελα,
αγγαρείες- κολακείες- καρφώματα,
δεν μπορώ- πνίγομαι,
θα βγω έξω,
να πάρω λίγο αέρα!
Καραβανάδες που τ΄ αστέρια
έχουν όνειρα,
ανθρωπάκια που
επιζητούν αξιώματα,
μας τα πρήζουν
όλη την μέρα!
Η θητεία μου
όλη απρόβλεπτα,
την καρδιά μου
σημαδεύουν αλώβητα
και η απόλυση
δίκειν μετάθεσης
στης ζωής
τον μεγάλο στρατώνα!!

Αχίλλειος φτέρνα

Σήμερα πόσο θα θελα
να ΄ρθείς
στην κάμαρά μου
Θα ΄θελα τόσο σήμερα,
να ΄σαι
στην αγκαλιά μου!
Σήμερα σε χρειάζομαι,
σε λαχταρώ
γλυκιά μου
Έλα μόνο
και δείξε μου
την φτέρνα
της καρδιάς σου!

Γένεση

Μία έκρηξη
μέσα στην άβυσσο!
Έγινα εγώ
η σελήνη σου,
στον Γαλαξία
του προβληματισμού
και της απομόνωσης
Εσύ έγινες
το ετερόφωτο άστρο
που με συμπαρέσυρε
στην τροχιά του
Αφεθήκαμε
να περιπλανιόμαστε
στο Σύμπαν
και μαζί σου
ψάχνω
τον Ήλιο μου!

Θα έρθει

Θα έρθει θα ιδείς
Δεν θα φοράει
το αγαπημένο μου φόρεμα,
το χαμόγελό της
δεν θα ΄ναι το ίδιο,
αλλά θα ΄ρθει,
θα ιδείς
Στα μαλλιά της
θα άλλαξε χρώμα,
μα θα ΄ρθει
Την καρδιά της
αλλού
θα΄ χει αφήσει,
αλλά θα έρθει
Φίλε θα ΄ρθει,
θα ιδείς
Την προσμένω ρε φίλε
να έρθει
κι αφού θα ΄ρθει,
θα φύγω
Θα ΄δεις!!!

Επιφύλαξη

Εψές σαν εβράδιασε
σαν όλα σκοτείνιασαν,
οι δυό μας σαν μείναμε
για αγάπη μιλήσαμε
Για αγάπη σαν σου έλεγα
φιλιά σαν μου μοίραζες,
τα χέρια σαν σφίγγαμε
το μέλλον σκεφτήκαμε
Αυτό λες μας φόβισε,
με έγνοιες γεμίσαμε,
και δεν αφεθήκαμε,
στο ανώτερο κάλεσμα,
«ψυχή τε και σώματι»
ένα να γίνουμε !!!

Ήτανε βράδυ
(Αφιερωμένο στην VIVIAN E. HANEY)
Θυμάσαι
πως γνωριστήκαμε,
μαζί τη ζωή μας
να αρχίσουμε;
Ήτανε βράδυ
Ύστερα
πως εχωρίσαμε,
ξέχωρους δρόμους,
για να τραβήξουμε;
Ήτανε βράδυ
Όρκους-φιλιά,
θυμάσαι υποσχέσεις;
Μαζί πως θα ζούσαμε
σου έλεγα-μου ΄λεγες,
μα ήτανε βράδυ
Μαζί σαν εκλέγαμε
θυμάσαι ένα βράδυ;
Μιλούσαμε για έρωτα,
φιλία, αγάπη
Ναι, ήτανε βράδυ
Τα λόγια μας πνίγηκαν,
μεσ΄ το σκοτάδι
Και ίσως ο φόβος μας,
πως δεν θα αντέξουμε
τον χωρισμό μας,
μόνοι μας είπαμε,
αυτά πως συνέβηκαν
βράδυ σαν ήτανε,
σ΄ ένα όνειρό μας!!!

Λάτρεψε το κορμί σου!
Υπήρξε ανιδιοτελής!
Ποτέ δεν σε πρόδωσε!
Αγάπησε ότι άγγιζες!
Μαράζωνε απ΄ την άρνηση
Αφέθηκε τότε στις σκέψεις του.
Ισως να μάθει επιτέλους,
αν άξιζε!!!

Ο πόνος

Ήταν ο πόνος
Ο πόνος που νοιώθεις
ένα λουλούδι με αγκάθια
σαν κόβεις.
Όταν αρχίζεις να βλέπεις,
ότι χωρίς να το θέλεις
όλα τα καταστρέφεις.
Όλα κυλάνε
Πονάς
Σ΄ εμποδίζει ο πόνος
να σκεφτείς λογικά!
Κόντρα στο ρέμα να πας
δεν μπορείς,
και το ρέμα κλουθάς!
Και κυλάς
Και ζητάς,
να πιαστείς-να χαρείς,
μα συνέχεια κυλάς
Αποκτάς μια ταχύτητα
ανεξέλεγκτη,
δεν σταματάς!
Ένα χέρι βοήθειας,
να φανεί προσδοκάς!
Και το βρίσκεις,
τον πόνο των άλλων
σαν βλέπεις
τον δικό σου ξεχνάς!

Διαδρομή

Παρέα με τη μουσική,
της νύχτας περπατούσε,
σε δρόμο δίχως τελειωμό
Κάπου-κάπου τραγούδαγε,
κάπου-κάπου θρηνούσε,
η στράτα αυτή ήταν άγνωστη,
προς το παρόν για αυτόν.
Δεν ήξερε που οδήγαγε,
μα του ήταν αρκετό,
το ότι πίσω του άφηνε,
θα μένε παρελθόν.
Βάδιζε για τ΄ άγνωστο,
στο άπειρο θαρρώ,
κάτι όμορφο σαν έβλεπε,
έβγαζε ένα λυγμό.
Αυτό σαν εσκεφτότανε:
«Δεν θα τα ξαναδώ»
Μα μία πάλη γινότανε,
κι ύστερα απ΄ τον λυγμό,
μία κραυγή- γέλιο ήτανε,
έμοιαζε υστερικό!
Αυτό ήταν σαν του πέρναγε
ξανά απ΄ το μυαλό:
«Αυτά τα τόσο όμορφα,
αν θα τα ξαναδώ,
ίσως τα κρίνω άσχημα»
Είν΄ βλέπεις ο καιρός
Θωρείς άλλα πιο όμορφα
ή γίνονται αυτά πιο άσχημα;
Δεν ξέρω τι να πω
Τον βλέπω που ξεμάκραινε,
θαρρώ τώρα πως τρέχει
Tο τέλος του ατέλειωτου
δρόμου τόνε προσμένει!!!

Βίωνε καταστάσεις
Iσαμε εδώ!
Οτι φώλιαζε μέσα του,
Λίγο-λίγο δραπέτευε
Οταν απομακρυνόταν,
Γελούσαν όλοι μαζί του!
Iσως τα θέλω του διαφορετικά
Κανείς δεν καταλάβαινε!
Ούτε προσπάθησαν καν
Στη στροφή όμως(από περιέργεια),

Καρτερούσαν να ιδούν:
Υπήρχε;
Κανένας τους σίγουρος!
Λέγανε έκλεισε,
Ο βιολογικός του κύκλος!
Σημάδεψαν την καρδιά του
(Για καλό και για κακό)!

Πάνω στο θέμα

Ήταν τα φύλλα πεσμένα,
μα δεν ήταν φθινόπωρο
Η κουβέντα ήταν για μένα,
μα απ΄ αγνώστους
σε μένα γινόταν!
Τα όνειρά μου ναυαγισμένα,
μα αλήθεια
ονείρατα δεν είχα κανένα!
Κλαίω και τα δάκρυα
είναι για σένα,
μα ποτέ δεν σε γνώρισα!
Βρήκα αυτό που ζητούσα,
μα θυμάμαι
στόχο δεν είχα κανέναν!
Είμαι εγώ λέω,
μα υπάρχω;
Και είναι ο πόνος εκείνος,
που νοιώθω..!
Αφού νοιώθω
-θα πεις-
δεν υπάρχω;

Συλλογισμοί

Αυτό το σπίτι που θαρρείς
σαν ένα καλυβάκι,
κάποτε όλοι το ΄βλεπαν
σαν ένα παλατάκι!
Αυτόν που τον κοιτάς
και λες
«καημένο γεροντάκι»,
πριν από χρόνια ήτανε
γενναίο παλικάρι!
Αυτός ο τόπος που εσύ ζεις
και τον λυμαίνονται άλλοι,
υπήρξε κάποτε μαθές
της λευτεριάς χωράφι.
Εσένα βλέπω και θαρρώ
πως είσαι «σκουληκάκι»,
που απ΄ τον φόβο μη χαθεί
το σκλάβο σου κεφάλι,
μένεις μέσα στην τρύπα σου
στο ωραίο σου σπιτάκι,
μπροστά στην τηλεόραση
στο αναμμένο τζάκι
και παίρνεις τα μηνύματα
που σου σερβίρουν άλλοι!

Πονώ

Πονώ
αλλά υπομένω
στη σκέψη,
ότι αγαπώ
κι αγαπήθηκα,
έστω μία φορά!

Αν

Αν κατανοούσαμε όλοι,
ότι ο καθένας είναι υπεύθυνος
για την ευτυχία του,
δεν θα είμαστε δυστυχισμένοι,
που δεν μπορέσαμε
να τους την προσφέρουμε !

Μάθε

Μάθε να υποφέρεις
χωρίς να πονάς
Μάθε να είσαι ικανός
ν΄ αγαπάς
Μάθε να χαίρεσαι
με ότι έχεις
Μάθε να δίνεσαι
σε όποιον,
στ ΄αλήθεια σε θέλει!

Άξιοι

Το σπίτι όσοι το έβλεπαν,
ωραίο όλοι το ΄βρίσκαν,
ιδιαίτερα τον όμορφο κήπο
με τα λουλούδια!
Όλοι να ζήσει έλεγαν
αυτός που του ανήκαν!
Αιώνια όμως δεν ζει κανείς
και σε άλλα χέρια πήγαν
Το σπίτι ετοιμόρροπο,
τα άνθη μαραθήκαν
Να χαίρεστε,
μα όχι γι΄ αυτούς,
που έτοιμα τα βρήκαν,
αλλά γι΄ αυτούς
που μόχθησαν
και τα δημιουργήσαν,
ή γι΄ αυτούς
που τα έτοιμα,
τουλάχιστον σεβαστήκαν!

Για να

Δεν ζούμε για να τρώμε,
τρώμε για να ζούμε
Δεν πονάμε για να υποφέρουμε,
υποφέρουμε για να πονάμε
Δεν χαιρόμαστε για να ευτυχίσουμε,
ευτυχούμε για να χαρούμε
Δεν αγαπάμε για να γίνουμε καλοί,
γινόμαστε καλοί για ν΄αγαπάμε
Δεν δεσμευόμαστε για να χωρίσουμε,
χωρίζουμε για να δεσμευτούμε
Δεν μαθαίνουμε για να γνωρίσουμε,
γνωρίζουμε για να μάθουμε
Δεν μιλάω για να πιστέψετε,
πιστέψτε με για να μιλήσω!!!

Φεύγοντας

Φεύγετε σεις-ταξιδεύετε,
καλοί μου φίλοι
Φυγέτε-μη νοιαστείτε,
μη σκέπτεστε
το κάθε σας βήμα,
πίσω τι αφήνει!
Με θάρρος βαδίζετε,
ξεμακραίνετε φίλοι
Βαδίστε με θάρρος,
να ξέρετε
στο πέρασμά σας
αφήνετε ίχνη!
Τον κόσμο να αλλάξετε,
θέλετε φίλοι!
Προχωράτε εσείς,
θ΄ακλουθήσουμε,
θα ανταμώσουμε πάλι,
να είστε σίγουροι
Φίλοι!

Θεωρία και πράξη

Διδάσκουν για Ευαγγέλια,
μιλούνε για αγάπη,
για ετικέτα έχουνε,
τα του «Χριστού Άγια Πάθη»!
Αδέλφια (λένε) είμαστε,
ενός γονιού όλοι τέκνα,
μα εάν έτσι θα ήτανε,
δεν θα΄μαστε όπως είμαστε,
θα΄χαμε ότι οι κυρήττοντες,
τα του «Χριστού Ευαγγέλια»!!!

Προσποίηση

Τον έβλεπαν που έσβηνε,
σιγά-σιγά, απ΄ την πείνα.
Τον κακομοίρη λέγανε,
μα τίποτα δεν έκαναν
γι΄ αυτόν
ν΄ αλλάξει η μοίρα
Και «ψόφησε»
και του ΄καναν,
μία απλή κηδεία.
Όσοι παραβρεθήκανε,
γι΄ αυτόν δυο λόγια είπαν:
-Ήταν καλός και πέθανε
Μα το «γιατί» δεν είπαν
Θα ήταν επιλήψιμο
να ακουστεί η αλήθεια!
Αυτό το ανείπωτο «γιατί»
ήτανε μία ασπίδα
στα βέλη της
κατακραυγής,
στις τύψεις
που θα είχαν!!!

Το σκηνικό μια θάλασσα

Το σκηνικό μια θάλασσα,
μια όμορφη αμμουδιά,
στο βάθος μες το πέλαγος
βαρκούλες και πουλιά
Ο Ήλιος καλοκαιρινός,
έψηνε τα κορμιά,
στεκότανε αυτός ψηλά,
οι ανθρώποι χαμηλά!
Πιο πέρα απ΄ τα ηλιόκαυτα
ανθρώπινα κορμιά,
ήταν «αυτός» καθότανε
κι αγνάντευε μακριά
Ζούσε (έλεγες) όνειρο,
γυρνούσε στα παλιά,
κει που από κάποιους έμαθε,
πως είναι ν΄ αγαπάς!
Τους κάποιους(λες) τους έφερε,
η θάλασσα κοντά,
θαρρούσε πως τον σίμωσαν,
τον φίλησαν γλυκά!
Ωραία, δεν τους άλλαξε
ο χρόνος, τι καλά!
Καθήσαν γύρω κι άρχισαν
να συζητούν σιγά,
Τα νέα που του φέρανε,
του ήτανε γνωστά
Κάτι άγνωστο σαν άρχισαν
το κύμα ήρθε μπροστά,
τους πήρε,
τους ξεμάκρυνε
από την αμμουδιά
Το απλανές το βλέμμα του
(λες) παρακαλετά,
ακλούθαγε αυτούς
που του ΄παιρναν
τα κύματα μακριά
Απορημένος φώναζε
μα απόκριση καμιά
Το πήρε τότε απόφαση
σηκώθηκε με μιας
στα δάκρυά του έπνιξε
τον πόνο της καρδιάς
και πήγε προς τ΄ ανθρώπινα
που σνόμπαρε κορμιά,
σ΄ αυτά που δεν προσπάθησε
ποτέ- καμιά φορά,
να τα γνωρίσει- να τα ιδεί,
να γίνει ένα απ΄ αυτά,
να ξαναρχίσει από κει
που έμεινε παλιά!

Ελευθερία

Τους έλεγαν:
πάντοτε η Ελευθερία,
αξία έχει πιότερη
απ΄ όλα τα θεία!
Μ΄ αυτό
σαν πιστεύω τους
εκάναν θυσία,
σκότωσαν μέσα τους
τα μεγαλεία!
Λύτρωση
ο στόχος τους,
και τα πρωτεία;
Λίγο τους ένοιαζαν
Πρώτα η πατρίδα!
Αντίσταση-πόλεμος
και η «Ελευθερία»,
σαν ήρθε,
τους έστειλε
στα Ξερονήσια!!

Για χωρισμό

Για χωρισμό
μη κλαις ποτέ,
μον΄ να γελάς
δίνε ευχές,
μη σκέπτεσαι
χάνω πολλά,
δεν χάνεις
τίποτα μαθές
Σαν μόνος μείνεις
να σκεφτείς,
τι έμαθες
τι θες να βρεις
Πήρες πολλά;
Έδωσες τι;
Θα ΄πρεπε
να ΄σαι ευτυχής!
Γέλα ή κλάψε
από χαρά!
Θα ΄τανε
άραγε καλά,
το να μην
έχετε βρεθεί;
Τι θα ΄χες πες΄ μου,
πες΄ μου τι;
Nα εύχεσαι
τους χωρισμούς!
Λόγια
που θέλουνε να πουν:
«Ανθρώπους
γνώριζε πολλούς»!!!

Ποιος

Ποιος άραγε ξέρει,
πόσο;
Ποιος καταλαβαίνει,
γαμώτο;
Ποιός θ΄ απαντήσει
στα τόσα «γιατί»;

Περισυλλογή

(Γραμμένο για μένα όχι από μένα! )

Όσο περισσότερο
σε βλέπω μες΄ τα μάτια,
τόσο περισσότερο νομίζω
πως σε ξέρω.
Σε ξέρω όπως θα γνώριζε,
η μάνα το παιδί της
Είσαι παράξενος και δύσκολος
στ΄ αλήθεια,
γιατί ποτέ δεν έμαθες
τι πράγματα ζητάς.
Ψάχνεις και ψάχνεις διαρκώς.
να βρεις το νόημα του κόσμου(όπως λες),
τι είναι πράγματι η ζωή,
σε τι βαθμό μετριέται.
Νομίζεις έτσι ψάχνοντας,
πως είσαι κάτι άλλο,
κάτι παράξενο και έξω από τον κόσμο,
κάτι παράλογο και όμως λογικό.
Μέσα στην αναζήτηση,
στο βάθος της ψυχής σου
σε κάποια απόμερη γωνιά,
που βλέπεις την αλήθεια
την αγγίζεις,
και φεύγεις τρέχοντας
γιατί δεν σου αρέσει
Έβλεπες μέσα σου θαμπά,
πως γράφεται η ιστορία,
πως έχεις τις ευθύνες σου,
πως είσαι η κοινωνία.
Και έτσι φεύγεις, χάνεσαι
στην αγκαλιά της λήθης.
βιώνεις περιστατικά
που τα 'χεις ξαναζήσει.
Το βλέπω μες΄ τα μάτια σου
Το ατέλειωτο το ψάξιμο
μέσα στις αναμνήσεις
Μες΄ το γλυκό το παρελθόν
που δεν μπορείς να ξαναζήσεις
Θαρρώ πάντα θα ψάχνεσαι
και θα περιπλανιέσαι,
άλλους συνήθως θ ΄αγαπάς
από άλλους θ΄ αγαπιέσαι
Ίσως με όλα αυτά απορείς,
πως γράφω για εσένα.
Μα είσαι τόσο ίδιος
με τα μικρά παιδιά,
που γύρισαν από την εκδρομή,
στα σχολικά θρανία,
απ΄ το υπέροχο ταξίδι τους,
στην άτονη ρουτίνα
Ήμουν και εγώ παιδί,,
που ζώντας πάντα έψαχνα, ,
και τελικά εβρήκα(;)


Η απάντηση στην περισυλλογή

Είναι αλήθεια τρομερό
να λες πως έχεις βρει,
αυτό που εγώ δεν μπόρεσα
μια ολόκληρη ζωή!
Ίσως εσύ να μπόρεσες
να ικανοποιηθείς,
να έριξες άγκυρα σ΄ αυτό
που ΄χεις πια καρπωθεί!
Δεν σε ζηλεύω, σε θαρρώ
σαν τον μικροαστό,
που μέσα στο καβούκι του
αισθάνεται τρανός.
Ο δρόμος σου ατέλειωτος
συχνά ανηφορικός,
ένας αγώνας που έκανες,
λες είναι αρκετός;
Μέσα στην δυστυχία σου
φαντάζεις ευτυχής,
απόκριση στα θέλω σου
θαρρείς πως έχεις βρει;
Μάθε πρέπει ο αγώνας σου
να είναι διαρκής!
Ψάχνε κι αν έχεις κάτι βρει
κι άλλα πολλά θα βρεις!
Δεν ξέρω τι για όλα αυτά,
που γράφω θα σκεφτείς,
μα ελπίζω απ΄ τα λόγια μου
αυτά να ωφεληθείς.

Στον Σπύρο
που έφυγε νωρίς

(Σ.Κουτσουβέλης- Μια φωνή που έσβησε)

Σαν κεραυνός το άκουσμα
πως έφυγες μακριά μας,
η πένα σου αμείλικτα
σμίλευε την καρδιά μας!
Μία φωνή αντίστασης
εθάφτηκε μαζί σου,
μα ζωντανά τα ονείρατα
που είχες στη ζωή σου
Τα χρόνια μας προσπέρναγαν
μαζί και οι αξίες,
που εσύ μας καθοδήγαγες,
πως πάντα μένουν ίδιες.
Όσο και να επιμένανε
εσύ αντιστεκόσουν,
κι ο Χάροντας βοήθησε
σ΄ αυτό το σχέδιό τους.
Πόσο όμως ξεγελάστηκαν,
αφού οι ιδέες μένουν
και μέσα από το έργο σου
θεριεύουν και παλεύουν!
Δεν σε αποχαιρέτησα,
δεν θα ΄βρισκα τα λόγια,
να ΄ναι ελαφρύ το χώμα σου
πάντα να ζεις αιώνια!
Πάντα θα ζεις κι ας έκλεισες,
τα μάτια σου για πάντα,
οι σύντροφοι θα νοιώθουμε,
πως προχωράμε αντάμα
Όλοι θα προσπαθήσουμε
οι γέφυρες να γίνουν,
να ενώσουμε τις διαφορές
που ακόμη μας χωρίζουν
Αντίο αγαπημένε μας,
να ξέρεις θα μας λείψεις,
πάντα θα είσαι ο Φάρος μας
τον δρόμο να μας δείχνεις!

Η όψη του λυπητερή,
η καρδιά του ήταν σαν γυαλί
Λες να είχε έτσι γεννηθεί;

Είπαν- ήταν καλό παιδί,
λέγαν κι ευαίσθητος πολύ
Υπήρχε άλλος-λες στη γη;

Τον βρήκανε ένα πρωί,
νεκρό τον έκλαψε όλη η γη
Που βρήκες Χάρε την πυγμή;

Μοίραζε αγάπη και στοργή,
χαμογελούσε ολημερίς
άνθη από με θα τα δεχτεί;

Μεγάλοι υπήρχαν και κακοί,
μικρός αυτός μ΄ αγνή ψυχή
Μικρός αυτός Γιατί, γιατί;

Έβλεπε φτώχεια και χλιδή,
ν΄ αλλάξει ήθελε τη γη
Αλίμονο έφυγε νωρίς!

Σαν ήλιος ήταν, σαν αυγή!
Ποιος θα γενεί σαν την αυγή;
Ισως να γίνουμε εμείς

Στον φίλο μου Νίκο
(Ν.Κίκκινας, 1955-2003)

Τι θα μπορούσα να πω;
Θυμάμαι ένα παιδί
Ένα αγόρι θυμάμαι με όνειρα!
Χωριατόπαιδο είπαμε
Τα ειρωνικά μας χαμόγελα,
γινήκανε γέλια χαράς
Η αμφισβήτηση, θαυμασμός!
Η εφηβική μας( από επιπολαιότητα)
αποστροφή, έγινε αγάπη!
Αυτό το αγόρι παραδεχτήκαμε,
ήταν φτιαγμένο για πρώτος.
Έτσι μπήκες στη ζωή μας
Έτσι ρίζωσες στις καρδιές μας
Τα χρόνια περάσανε
Σε είδα μια μέρα
Άντρες πια! Αγκαλιαστήκαμε
Με κοιτούσες στα μάτια ,
όση ώρα μιλούσαμε!
Γενήκαμε πάλι παιδιά!
Μιλήσαμε, γελάσαμε, κλάψαμε
-Κουράστηκα (μου είπες)
Στεναχωρήθηκα
Το ΄ ένοιωσες!
-Καλά είμαι ( διόρθωσες)
Γέλασα
Ναι τον ήξερα καλά τον Νίκο!
Μονάχος του, θα ανηφόριζε
στον Γολγοθά του
Χωρίσαμε- έφυγα, για να ξανάρθω,
τώρα που έφυγε, μήπως προλάβω!
(Πόσο έμμετρος βγαίνει ο πόνος;)
-Νίκο μην κρύβεσαι,
μες΄ τα λουλούδια
-Νίκο μου κοίτα με,
σήκω, τραγούδα!
Καμία απόκριση- κανένα νεύμα
Θεέ μου, βοήθησε να είναι ψέμα!
-Αφού ήσουν Νίκο μου,
φτιαγμένος για πρώτος,
πρώτος θα διάβαίνες
και τούτο το δρόμο!
Αυτή ήταν η στερνή φορά,
που είδα τον Νίκο
Γράφω, τον είδα,
γιατί ο Νίκος δεν με είδε
Του μιλούσα, και δεν αποκρινόταν
Στο απουσιολόγιο της Ζωής ,
ο Νίκος «Αδικαιολογήτως απών»
Θέλαμε να τον δικαιολογήσουμε,
μα ήταν πέρα για πέρα άδίκο
Κέρδισε την αγάπη μας,
ηττήθηκε από τον Θάνατο!
-Αντίο αγαπημένε μου φίλε!
-Να ξέρεις σε αγαπήσαμε
-Αιωνία σου η μνήμη!

Στις μία και επτά λεπτά

Μάης του1975
(Στον Δημήτρη. τον Τέλη, την Brigitte, την Melanie και ιδιαίτερα στη Μαρία,
που ξανάσμιξαν οι δρόμοι μας για όλη μας τη ζωή, θα τους σκέφτομαι πάντα με περισσή αγάπη και συγκίνηση!)

Ήτανε μία και επτά
Τα τελευταία μας λεπτά,
με δάκρυα-μάτια θολά,
αγκαλιαστήκαμε σφιχτά
Τι έλεγαν τα χέρια αυτά,
σαν ακουμπούσαν τα κορμιά,
-Θάρρος- ελπίδα-σιγουριά,
αγάπη- πόνος και χαρά,
χίμαιρα αισθήματα πολλά
που φωλιασμένα ήταν βαθιά!
-Πήρες και έδωσες πολλά!
-Πήρατε, δώσατε πολλά!
-Πήρα και έδωσα πολλά!
-Πήραμε, δώσαμε πολλά!
Σαν να΄ τανε ξεφωνητά,
μιλούσανε τα χέρια αυτά!
Αυτή την ώρα ειλικρινά,
μιλούσε μόνο η καρδιά!
Τα τελευταία ήταν λεπτά
Η τελευταία ίσως φορά
Θα ιδωθούμε λες ξανά;
Ποιος ξέρει ,ίσως Τι ζητάς;
Το τραίνο φεύγει, ξεκινά
-Ελάτε αγκαλιάστε με σφιχτά!
-Αφήστε τα δάκρυα τα καυτά
-Με γέλια ας πούμε «έχε γεια»
κι «επιτυχίες, γεια χαρά»!

Δεν ήταν
(Όχι δενήταν κινηματογραφική ταινίαΉταν η ίδια η ιστορία.
Γραφόταν με κόκκινο μελάνι,γραφόταν με αίμα)

Δεν ήταν μονάχα το αίμα,
που έβλεπες
από τη ζέστα της πίσσας
να βράζει,
στον δρόμο που απλωνόταν
και τον έβαφε κόκκινο
Ήταν κι ο φόβος
μήπως το αίμα,
σε κάποιον δικό σου ανήκε,
μήπως κι εσύ
ο επόμενος είσαι,
που το αίμα σου ρυάκι
με τα άλλα ρυάκια θα σμίξει
Δεν ήταν μήτε ο φόβος,
που ένοιωθες από τις οβίδες
που δίπλα σου σκάνε
και κομμάτια
τ΄ ανθρώπινα μέλη σκορπάνε,
ούτε οι φωνές,
που βοήθεια ζητάνε
Δεν ήταν ούτε τα παιδιά,
που γεμάτα απορία
αναζητούσαν
τις μανάδες τους
μες τα συντρίμμια!
Ήταν η εκδίκηση,
που θέλεις να πάρεις
και τα χέρια σου
με αίμα
και αθώων να βάψεις!
Δεν ήταν ούτε η εκδίκηση
Ήταν το κρίμα,
να επιδικάζει ο θύτης το θύμα !!!
Ήταν το αίμα,
που έτρεχε γράφοντας
μια ακόμη σελίδα,
στην «Νέα Παγκόσμια
της Ντροπής Ιστορία»!
Ήτανε μία «Σταυροφορία»
ενάντια στην
τάχατες «τρομοκρατία»!
Αγελαδάρηδες οι Σταυροφόροι
κι αθώα θύματα
όλοι οι ανθρώποι!!!

Puzzle

Όλοι μαζί συνθέταμε
το Puzzle της κοινωνίας!
Δυο κομμάτια
έλειψαν,
μάλλον
παρασυρθήκαν,
και μεθυσμένα τρέχανε
σε τούνελ ευτυχίας!
Τα βρήκαν
και προσπάθησαν
ξανά να τα ταιριάξουν,
στη θέση που τα είχανε
θελήσαν να τα βάλουν!
Αυτά όμως αντιστάθηκαν
στο τέλος ξαναφύγαν
και μόνα τους
συνθέσανε
το Puzzle της ευτυχίας!

Αντί προλόγου

-Μου πήρε καιρό
να καταλάβω,
αυτά που συνέβαιναν
χωρίς εμένα για μένα,
δήθεν για μένα
-Λυπάμαι για αυτό
που είμαι
για ότι έγινα,
μα πιότερο -αλήθεια-
για αυτό που δεν είμαι
και για ότι δεν έγινα
-Κλαίω και δεν ξέρω,
αν τα δάκρυα
είναι γι΄ αυτούς
που φεύγουν ή έφυγαν,
για σας που είστε
ακόμη εδώ,
ή για μένα που έμεινα
-Υποφέρω που αγάπησα,
μα θα υπέφερα πιότερο
αν δεν μπορούσα
να αγαπήσω!
-Χαίρομαι που ζω,
αγχώνομαι που υπάρχω
-Αντιστέκομαι στα θέλω μου,
αρνιέμαι τα δικά σας,
ναι -όχι- δεν- πώς,
κουβέντα να γίνεται
-Γελώ και δακρύζω,
μιλώ και κραυγάζω,
ρωτώ κι απαντάω
-Χαϊδεύομαι μόνος μου
μεσ΄ τ΄ όνειρά σου,
εσύ αντιστέκεσαι
μεσ΄ τα δικά μου
-Φωνές ανύπαρκτες
τρυπούνε τα αυτιά μου,
η μόνη μου διέξοδος,
είναι να γράψω..!

Στις μία και επτά λεπτά.

Μάης του1975.Στο Μαράκι μου!

Ήτανε μία και επτά
το τραίνο ξεκινούσε,
τα τελευταία μας λεπτά
πριν φύγω-πριν χαθούμε!
Αγκαλιαστήκαμε σφιχτά,
δάκρυζες- επονούσες!
Τι έλεγαν τα χέρια αυτά
όταν με ακουμπούσες!
Θάρρος- ελπίδα-σιγουριά,
λέγαν το εννοούσες!
Χίμαιρα αισθήματα πολλά
που μέσα σου κρατούσες!
Τα τελευταία ήταν λεπτά
Θα ξαναϊδωθούμε;
Ποιος ξέρει, ίσως τι ζητάς;
Το τραίνο ξεκινούσε

Puzzle

Η κοινωνία ένα «Puzzle» !

Σ΄ ένα φύσημα
του αγέρα
δυο κομμάτια του,
παρασύρθηκαν
ή αφέθηκαν
να παρασυρθούν!
Η περιπλάνησή τους
δεν κράτησε
όμως πολύ!
Τα βρήκαν
και προσπάθησαν
με κίτρινο η μια
-με πράσινο ο άλλος,
να προχωρήσουν
στην συναρμολόγηση
Δεν ταίριαζαν
όμως στο χρώμα!
Το κόκκινο
αντιστεκότανε
-επαναστατούσε!
Γιατί δεν ήταν
μονάχα ένα χρώμα
Ήτανε αίμα-αγάπη,
ήτανε έρωτας-πάθος,
ήταν όλα μαζί!!

Θαρρώ πως ακόμη
αντιστέκονται
να κρατήσουν
το χρώμα τους,
στο «Puzzle»
του «έπρεπε»!

Δεν σε αποχαιρέτησα

Δεν σ΄ αποχαιρέτησα
Θα έπρεπε;
Δεν θα είχα και λόγια!
Τι να σου έλεγα;
Ότι δεν άξιζες;
Το ξέρες, είχες όμως
τον τρόπο σου να κρύβεσαι!
Αυτό πάντα δεν άκουγες
σαν σε αποχαιρετούσαν
αυτοί που γνώρισες
πριν από μένα;
Δεν σ΄ αποχαιρέτησα
Δεν θα θελα άλλες μου στιγμές,
να μοιραστώ μαζί σου!
Ούτε για αντίο!
Φοβόμουν το πάθος μου!
Αλήθεια δεν φοβόμουν εσένα,
εμένα μονάχα,
που ακόμη πίστευα,
ότι οι άνθρωποι αλλάζουν!
Ακόμη και για σένα το πίστευα
κι ας μην έκανες τίποτα
για να δείξεις,
τουλάχιστον ότι άξιζες
τα συναισθήματά μου.
Για όλα αυτά
θα είχες κάτι να πεις!
Ίσως ότι θα προσπαθούσες!
Όχι δεν ήθελα
ν΄ ακούσω τίποτα πια!
Θα σε σκότωνα άμα μπορούσα!
Αλλά δεν το ΄κάνα!
Αηδιάζω ακόμη
στη σκέψη πως
θα εξιλεωνόσουν
από τούτα τα χέρια,
αφού καλά- καλά
δεν σου έπρεπε καν
να σ΄ έχουν κρατήσει!
Φύγε, μη χάνεις καιρό
Ίσως ποτέ σου δεν μάθεις
γιατί δεν σε αποχαιρέτησα
Φοβήθηκα μάλλον
τον τρόπο
που εναλλάσσονται
τα αισθήματά μου!
Το μίσος και τον έρωτα
που ανακατεύονται,
την αποστροφή
και την επιθυμία,
τον σεβασμό
και την περιφρόνηση!
Δεν σε αποχαιρέτησα
Φοβήθηκα,
πως σαν θα άκουγα
το τρίτο σφύριγμα,
στο μυαλό μου θ΄ ερχόταν
η προδοσία
Και τότε
Τότε θ΄ απελευθέρωνα
τα δάκρυά μου,
που ενώ θα χάνονταν
θα πίστευαν ότι λυτρώθηκαν
από τη φυλακή τους!
Δεν σ΄ αποχαιρέτησα
Δεν θα μπορούσα να σ΄ αρνηθώ
Θα άντεχα λες ν΄ απαρνηθώ
τον εαυτό μου;

Ήμουν

Ήμουν στο τέλος του κόσμου
κι έλεγα πως
ήμουν το κέντρο του!

Φιλοφρονήσεις!

Ο γιος μου
στην αδελφή του:
-Δεν τρώγεσαι με τίποτα,
έχεις τον χαρακτήρα του μπαμπά!
Κι αυτή για να του
ανταποδώσει την προσβολή:
-Μιλάς εσύ, που δεν
του έχεις αφήσει τίποτα;

Τύψεις

Οι καλύτεροι φεύγουνε πρώτοι
(τους άκουσα
που το΄ λεγαν φεύγοντας)
κι εγώ ζούσα
για να ενισχύσω τη θεωρία τους

Δεν είσαι Θεός

Δεν είσαι Θεός
κι αν είσαι υπάρχεις;
Μου μίλησαν για σένα και πίστεψα
Θέλησα να σε γνωρίσω από κοντά
με ανιδιοτέλεια όταν δεν πόναγα,
δεν ήθελα να σου ζητήσω τίποτα
μονάχα να σε γνωρίσω!
Σε καλούσα-σε προσφώνησα
με΄ όλα τα ονόματα
που σου΄ χαν προσδώσει.
Δεν αποκρινόσουν όμως
κι έλεγα μέσα μου:
Εντάξει Θεός είναι,
γιατί ν΄ αποκριθεί
σε μια απλή περιέργεια,
χωρίς λόγο;
Σε κάλεσα όμως
κάποιες φορές που
πραγματικά σε χρειάστηκα!
Δεν αποκρίθηκες
Εντάξει-σκέφτηκα- Θεός είναι αυτός,
με μένα θ΄ ασχοληθεί;
άσε που μπορεί να με δοκιμάζει,
να θέλει ίσως να ωριμάσω
με το να τα βγάλω
πέρα μόνος μου!
Να όμως που ωρίμασα
Έβλεπα τ΄ άδικο
και δεν τ΄ ανεχόμουν,
ένοιωθα ανήμπορος
να αποτρέψω τα γεγονότα
Έβλεπα την βία- τον θάνατο
-το δίκιο του ισχυρού,
την φτώχεια-την εξαθλίωση
Τότε σε κάλεσα
-φώναξα-κραύγασα
-έκλαψα- ικέτεψα,
μα πάλι απών.
Έτσι συμπέρανα:
«Δεν είσαι Θεός».
Κι αν είσαι τι στέκεσαι
στον Ουρανό;
Και δεν αποκρίνεσαι
σαν βλέπεις να σέρνουμε
σ΄ όλη τη ζήση μας
από ένα Σταυρό;


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 2
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
Ανώνυμο σχόλιο
<5/1/2005
8a ntav kalo va ta eixes 3exwrista to ka8eva. Exw polla va pw gia diafora apo auta ta poinmata. Ev oligns, apo sugkivntika ews "jagmeva".
Ανώνυμο σχόλιο
<5/1/2005
Τι εννοεί ο φίλος με τη λέξη "jagmeva" ;

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο