| [align=center]Ο ΣΤΑΘΜΟΣ
Στη προκυμαία των ονείρων
προσπαθώ
να
δω,
να
ακούσω
τα
λιμάνια,
που
αναστενάζουν
για
τελευταία
φορά
τα κύματα των σκέψεών μου.
Μια γυναίκα
με
ένα
κόκκινο φόρεμα
κοιτάζει
τη
πόρτα...
ήρθε
ο
χρόνος
πάλι...
Τα τρένα αργούν
να
φτάσουν
στο
σταθμό...
Η
ώρα
κυλάει...
Οι επιβάτες
πάνε
κι
έρχονται...
Δεν βλέπουν πως το ρολόι τρέχει...
Είναι νωρίς ακόμα...
Όλα ακούγονται
αργά
μες
στο
μυαλό
μου
σαν
η
σκόνη
του
παρελθόντος
να
μην
έφυγε
ποτέ
από
το
βιβλίο
της
ζωής μου...
Άρωμα
που
με
κυνηγά
αιώνες
θα
έλεγα
-κι έχει περάσει ένας μονάχα χρόνος-.
Δημιουργώ μορφές
και
σχήματα
με
το
καπνό μου...
Άλλοτε γίνονται
καράβια
που
ταξιδεύουν
με
τον
άνεμο
της
σκέψης μου
στη
τελευταία
γωνία
του
σύμπαντος
για
να
κρυφτούν...
Κι
άλλοτε
γίνονται
φτερωτές
μορφές,
-ίσως είναι οι Ερινύες,
οι Μοίρες-.
Όλο υποσχέσεις
πως
θα
πάνε
όλα
καλά...
Στο δρόμο πιο κάτω,
πεταμένο,
ένα
δαχτυλίδι αρραβώνων,
μια σκέψη
και
κανά
δυό
λέξεις
για
συντροφιά...
Άκαρπο ταξίδι
σαν
αυτό
το
τελευταίο...
Οι φωνές δυναμώνουν,
τα λεπτά ταξιδεύουν
και
η
αυλαία
της
παράστασής
μας
πέφτει
αργά
χωρίς
χειροκρότημα....
Το σφύριγμα του τρένου...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|