| Στίχοι: Νίκος Καββαδίας
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Άλλες ερμηνείες:
Βλάσης Μπονάτσος
Βασίλης Παπακωνσταντίνου & Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Λαυρέντης Μαχαιρίτσας
Δυτικές Συνοικίες
Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί
όταν από τη βάρδια του τη βραδινή σχολούσε
στην κάμαρά μου ερχότανε γελώντας να με βρει
κι ώρες πολλές για πράγματα περίεργα μου μιλούσε
Μου `λεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς
και στο Άντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη
κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν
όταν η ζάλη μ’ όνειρα περίεργα τους κυκλώνει
Μου `λεγε ακόμα ότι είδε αυτός μια νύχτα που `χε πιει
πως πάνω σ’ άτι εκάλπαζε στην πλάτη της θαλάσσης
και πίσωθε του ετρέχανε γοργόνες με φτερά
σαν πάμε στ’ Άντεν μου `λεγε κι εσύ θα δοκιμάσεις
Εγώ γλυκά του χάριζα και λάμες ξυραφιών
και του `λεγα πως το χασίς τον άνθρωπο σκοτώνει
και τότε αυτός συνήθιζε γελώντας τρανταχτά
με το `να χέρι του ψηλά πολύ να με σηκώνει
Μες στο τεράστιο σώμα του είχε μια αθώα καρδιά
κάποια νυχτιά μέσα στο μπαρ Ρετζίνα στη Μαρσίλια
για να φυλάξει εμένα από έναν Ισπανό
έφαγε αυτός μια αδειανή στην κεφαλή μποτίλια
Μια μέρα τον αφήσαμε στεγνό απ’ τον πυρετό
πέρα στην Άπω Ανατολή να φλέγεται να λιώνει
θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ
και δώσ’ του εκεί που βρίσκεται λίγη απ’ την άσπρη σκόνη
| | Lyrics: Nikos Kavvadias
Music: Thanos Mikroutsikos
First version: Vasilis Papakonstadinou
Other versions:
Vlasis Bonatsos
Vasilis Papakonstadinou & Lavredis Mahairitsas
Lavredis Mahairitsas
Dytikes Synoikies
Willie, the black boiler man from Djibouti
right when he got off his night shift
he came to find me in my bedroom, laughing
and talked to me about weird thing for hours
He told me how they smoke weed in Algeria
and how they snort the white powder in Aden
and how they shout and talk to themselves afterwards
when the grogginess surrounds them with weird dreams
He also told me that one night after snorting he had seen
that he was riding on horses on the back of the sea
and mermaids with wings were running behind him
"when we go to Aden", he told me, "you will try it too"
I gave him sweets and razor blades
and told him that hashish kills
and then he used to laugh loudly and
lift me high above the ground with his hand
Inside his huge body he had an innocent heart
one night in the bar "Redginda" in Marseille
in order to protect me from a Spaniard
he took a hit on the head from an empty bottle
One day we left him dry from the fever
burning up over there in the Far East
God of black people forgive the kind Will
and give him, wherever he is, some white powder
| |