Η αστείρευτη γενναιότητα ενός μαχητή

Δημιουργός: zpeponi, Νικος

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μα τι διαολεμένος θόρυβος!
Τι αδιάκοπος πάταγος!
Μάλλον θα εξατμιστούν τ’ αυτιά μου σε λίγο.
Αρνούμαι να κινηθώ.
Όχι ότι θα μπορούσα...
Έχω σφιχταγκαλιάσει τον εαυτό μου.
Δεν τρέμω καν.
Δεν νιώθω να έχω σώμα.
Δεν τολμώ ν’ ανοίξω τα μάτια
και να κοιτάξω.
Κάποια στιγμή το κάνω.
Δεν είμαι δειλός, το κάνω.
Το πρώτο που αντικρύζω:
Τρεις παραγεμισμένες, ακίνητες στολές,
πλημμυρισμένες στο αίμα,
που με καλύπτουν.
Κι ένα πόδι. Μόνο του.
Μπροστά μου.
Με αγγίζει.
Με χαιρετά.
Κάπως πικρόχολα.
Γυρίζω το κεφάλι μου, μόλις πέντε μοίρες.
Ευτυχώς!
Έχω αρκετό χρόνο, ώστε ν’ αποφύγω
ένα ξανθό, ξένο κεφάλι
που περνά ίσως επτά εκατοστά
απ’ το δικό μου
και καρφώνεται σε κάτι λάσπες,
παραδίπλα.
Εστιάζω λίγο πιο πέρα.
Θαυμάζω την ομορφιά,
του ανθρώπινου σώματος.
Παντού ωραία χέρια και πόδια.
Μικρά κομμάτια κορμιών.
Αλλά και κάποια μεγαλύτερα κομμάτια.
Εντόσθια, μυαλά και χείλη,
όλα ξαπλωμένα στο έδαφος,
σαν να κάνουν διακοπές.
Βαμμένα σε δυνατές,
σκουροκόκκινες ανταύγιες.
Θαμμένα όπως-όπως σε ξένες προσδοκίες
κι επιδιώξεις.
Ένας αλλόκοτος, δύσοσμος πολτός,
μοιάζει να βρίσκεται παντού.
Οστά με κοιτούν με ηρεμία.
Οποιαδήποτε κίνηση μοιάζει με αργή κίνηση.
Κι όμως,
κάτι μου χαλάει την γαλήνη:
Ουρλιαχτά και κλάμματα.
Μα είναι δυνατόν;
Να μην σέβονται τίποτα;
Ουρλιαχτά με καρφώνουν
από παντού.
Όλα τριγύρω μοιάζουν φτιαγμένα από κραυγές.
Η ατμόσφαιρα πηχτή σαν κόλασης τεκές.
Συνεχής εκωφαντικός πάταγος.
Ατέλειωτες, σκουροκόκκινες κραυγές.
Κι ένας πρώην γενναίος στη μέση.
Πότε θα μας πάρουν από δω;

Δημοσίευση στο stixoi.info: 18-08-2010