Αμμόχωστος

Δημιουργός: ΑΝΤΗΣ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στο πανικό της τρικυμιάς τη μοίρα σου λυπήθηκα
Μα πριν σφυρίξει ο βοριάς με δάκρυ σ’απαρνήθηκα.
Του κόσμου ήσουν θησαυρός,της χαραυγής καμάρι
Κι εγινες πίκρα και καυμός σκέλεθρο και κουφάρι .

Στον Κάψαλο και στη Δροσιά για σένα ρώτησα
Μου’παν πως είσαι ξενητειά και βαριαρρώστησα.
Έψαξα για παρηγοριά,το όνειρο θέλησα ν’αλλάξω
Σ’άλλη αφέγγαρη στεριά δέχτηκα ν'αράξω.

Δωσ μου,κουράγιο και καρδιά δωσμου Θεέ μου νιάτα
Να βρω τα χνάρια της ξανά και την παλιά της στράτα
Σαν Οδυσσέας που γυρνά με διψασμένη αγκάλη
να φτάσω πριν μ’εύρει η σκοτεινιά στο γνώριμο ακρογιάλι.

Μόνος στη μέση ξένου ουρανού πλανιέμαι τώρα και ραγίζω
Σβήνω στ’αγιάζι του καιρού μα τ’όνομα σου ψιθυρίζω.
Και σου φυλάω καρτέρι μαζί σου πρώτος να σύρω το χορό,
Απο τον ήλιο σου ενα μεσημέρι να πιώ να δροσιστώ.

Κι οπως διαβαίνει η ζωή στη νοσταλγία σου δεμένη
Ακούω πάντα μιά φωνή,αντάρα στο μυαλό μου ριζωμένη
«Γίνε φωτιά Αμμόχωστος κι άναψε τα σκοτάδια,
Άνοιξε πάλι τα φτερά και πέταξε απ’τα βουβά ρημάδια.»

Δημοσίευση στο stixoi.info: 20-07-2015