Εξ απίης γαίης

Δημιουργός: Μ.Ελμύρας

Από :Την ' Άλη '. Καλό βράδυ σε 'ολες και όλους .

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Εξ απίης γαίης*

Είπα ξανά με τον σιρόκο να φύγω.
Στην νοσταλγία μιάς άλλης θάλασσας.
Μακρυά απ’τους μικρούς, σε δρόμους ενυπνίων κάθε νύχτα,
δοκιμαστικούς θανάτους,
όπου ψέμματα και αλήθειες φυλλοροούν
σε χειμώνες φεγγαρίσιας σιωπής
κι’ένα τ’όνομά μου πήγαινε-έλα κυμάτων σβήνει ,
κάθε που στην αμμούδα της λήθης το γράφω..

Είπα ξανά με αυτόν που είμαι
- που ποτέ δεν γνώρισα ή θα γνωρίσω-
να φύγω.
Ονειροκάραβο μπαρκάροντας,
μέσ’σε βροχή δακρύων άξαφνα κι’αδικαιολόγητα
ορφανεμένων εννοιών και πραγμάτων,
κατά τον ορίζοντα που γεννιέται το φως…
και μόνο’κείνος γνωρίζει..

Είπα..μα στάθηκε αδύνατο.
Όσο κι’αν ενεστώς ενιστάμενος
σ’όλα τα δικαστήρια τ’ουρανού ισχυρίστηκα
πως μακρύς ο δρόμος μου στην ανεμόσκαλα των πτώσεων,
από την χώρα των ψιθύρων ως τα μουρμουρητά της αγάπης
και τον προθάλαμο αναμονής του ‘Ελθέ!’
της κλητικής του Αγνώστου..

Αδύνατο..
Όσο κι’αν δρόμους ,
που με ονομάτισαν κι’ονομάτισα ,
που ‘εξ απίης γαίης’ εδώ μ’έφεραν,
καλούσα απελπισμένα να μου εξηγήσουν,
γιατί τον μέλλοντα καιρό στοιχειώνουν
τα παρακείμενα γεγονότα
κι’επίμονα μας διεκδικεί στις λόχμες ελλοχεύοντας
των λειμώνων του ήλιου η νύχτα.

Κανείς δεν απάντησε..
ένα κυματάκι ήρθε ξεψύχησε στα πόδια μου..
ένα κορίτσι στο παραδίπλα παγκάκι
αγκάλιαζε με εμπιστοσύνη τ’αγόρι του..
και μπροστά, την άλλη πυρκαγιά φεύγοντας,
τραβούσε η αγάπη,
κατά άνοιξες μυροφόρες
που νέες γράφαν σελίδες διηγήσεων
για αρχαία ποτάμια και ρυάκια που κύλησαν
κι’έσβησαν
και για τ’αρίφνητα πρόσωπα που μηχανεύεται
να στερηώσει το πρόσωπό του ο καιρός..

Είπα ξανά με τον σιρόκο να φύγω..
Στην όχθη μιάς αστροσυρμής
που συχνά ονειρεύομαι την μάνα μου
τα ταπεινά της να ονειρεύεται όνειρα πως ταξειδεύω.
Κι’ας τόσα έτη φωτός και…ταξείδι ανεμώλιο**..-

* από μακρυνή χώρα
**μάταιο

Δημοσίευση στο stixoi.info: 27-03-2018