Το καράβι στο μπουκάλι (kinεκδοχή)

Δημιουργός: AceOfSpades, Σπλατς

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info



[color=black][font=georgia]Σ’ ένα γραφείο με βιβλία φορτωμένο
Κι έν’ λαμπατήρα φθισικό μ ‘ωχρούν κραγιόν
Ένα περίεργο αντίκρυσμα ριγμένο
Σ’ένα διάφανο μ' αόρατο γιαλό

Ένα καράβι σαν αυτά που ταξιδεύουν
Σ’ένα μπουκάλι απ’αυτά που μας μεθούν
Όσο ζυγώνω , βλέπω φώτα να σαλεύουν
Κι όσο μακραίνω , ίσκιους νιώθω να μιλούν

Μια νύχτα αργή σαν επιτάφια λιτανεία
Πήρα της θάλασσας λίγο άγιο νερό
Και το καθάριζα να διώξω μιαν ανία
Γιατί είχε γίνει με τα χρόνια πια θαμπό.

Άξαφνου ! Λάμψεις κι αντί κάπνα , υδρατμοί
Κι ο Ποσειδών να μου γελά στην οροφή !
Μιλά σε γλώσσα απ ‘την παλιά των ναυτικών
Και φανερώνει μου , το δώρο των ευχών !

Συ λοιπόν ξύπνησες τον κύρη των πελάγων
Λέγε μου γρήγορα ποιες είναι οι τρεις ευχές
- τρία ταξίδια – σου χρωστώ , εις αδηφάγων
Θαλάσσων μαύρων και εις νήσους μαγικαίς !

Πρώτο ταξίδι όπου γεννιούνται οι κυκλώνες
4ο – 5ο πλάτος απ’του Ισημερινού
Κι ευθύς συνάντησα ουράνιες ανεμώνες
Να ξεφυσούνε μια μοσχοβολιά θυμού

Κι εκεί στον κήπο της θαλάσσης είδα πλοία
Μια μπρος αργά μια πίσω – κράτει , μια ζερβά
Σα να ‘χανε στα πλώρα τους την ευτυχία
Να τόσο πάσχιζαν να φτάσουν στα βαθιά ..

Μα όπως όλα τα στοιχιά αυτού του κόσμου
Έτσι κι η θάλασσα ζητάει σεβασμό
Να μου τα δείξει όλα βιάστηκε ο Θεός μου
Και το καράβι τότε κόπηκε στα δυο

Σαν αποτύχαμε στο πρώτο τα ταξίδι
Ευθύς ‘πιστρέψαμε στην ίδια τη στιγμή
Το παρελθόν μου κουλουριάστηκε σα φίδι
Που τρώει το σώμα του και τώρα θα χαθεί

Δεύτερο μπάρκο στην Ακτή του Ελεφάντου
Κι ένιωθα δούλος σε αμπάρια Αμιστάδων
Κάτι στα ξώμακρα αμμοθύελια αχράντου
Στρίγγλιζαν σύψυχα σα ουρλιαχτά μανάδων

Αυτές που μήνυμα λαμβάνουν πώς του γιού
Σαθρό κουφάρι καταφθάνει στον Περαία
Και αμέσως θάβονται σε κούντρου σκοτεινού
Στον αρραβώνα του παιδιού με μια σημαία

Αυτές που μήνυμα λαμβάνουν του πατέρα
Το λείψανό του πως ποτέ δε θα βρεθεί
Σειρήνα εκάλεσε αυτόνε μυθική
Για δέκα χρόνια θα χουν μνήμα του , τη βέρα

Απ ‘ τα σουέλια των δακρύων μου λυγίζω
Και ένας Τρίτων του Θεού μου μπιστικός
Μου πε πως τώρα , ώρα είναι να γυρίζω
Και να τελειώνουμε πια θέλει ο Θεός..

Τρίτο μου μάθημα , λοιπόν , Τρίτη ευχή μου
Μα δεν ταξίδεψα στου κόσμου τ ’ανοιχτά
Σ’ ενός Περάματου με έρριξε φτωχά
να χτίσω μ’ έβαλε τη ρότα τη δική μου

κι είδα πώς πλάθεται ο πόθος για φυγή
και πώς αμείβεται ; με αίμα ‘ ενός θανάτου
θανάτου βέβαιου και ας μην είναι εκεί
όλοι τους είχανε κι από ‘να μήνυμά του

τότε ! ένα παιδάκι με ποδήλατο μικρό
που στις ακτίδες του , χαρτόνι είχε περάσει
μου λέει δες ! σ’ αρέσει το μοτοσακό
θέλω με τούτο να γυρίσω όλη την πλάση

….

Ο Ποσειδώνας δεν με έχει επισκευθεί
Αν θα ερχότανε , σαν τότε , στ’ όνειρό μου
Θα του εζήταγα μονάχα μιαν ευχή
Να μη βουλιάζω στα ρηχά αυτού του κόσμου… [/color][/font]

{Α}

Δημοσίευση στο stixoi.info: 23-08-2006