|
Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Αμελοποίητα
Στο τραπεζάκι άπλωσε χρυσά χαρτιά μπροστά του
και με τα μπλε του Αρχάγγελου νησιά ιχνογραφεί.
Τραυλίζει μάχες και στρατούς μες στα μαθήματά του
που αγχόνη θα του γίνουνε και στην καρδιά καρφί.
Στους δίσκους σαν φυματικά πολλά τραγούδια βήχουν
και στις πλατείες άγνωστοι πλανόδιοι παλαιστές.
Στον θόλο τον αόρατο τ’ ασύλληπτα του δείχνουν
και ξεδιψάνε πίνοντας τα ροζ και τις φωτιές.
Λίγο μετά τον πόλεμο στην άρρωστη επαρχία
διώχνεις εκείνο που ζητάς κι αυτό που σε ζητά.
Πρόσωπα δηλητήριο σε μια φωτογραφία
τ’ άχρηστα προπολεμικά θυμίζουν πια λεφτά.
Έξω απ’ τις μάντρες άκουγες τους μουσικούς θιάσους
να λένε της αγάπης τους τα ξόρκια του καημού.
Κι είδες να πίνουνε καφέ τους θλιβερούς κομπάρσους
μες στη βομβαρδισμένη σου την πόλη του χαμού.
Πνιγμένος στα διαμάντια σου και στη χρυσή πορφύρα
μες στα πορνεία θα συρθείς να ζεις ολονυχτίς.
Θα ’σουν καλύτερα νεκρός, στη λησμονιά της μοίρας
μιας ομοιοκατάληκτης γενιάς ο ποιητής.
Κι όπως δεν έλαμψαν ποτέ οι θρόνοι των Καισάρων
έτσι και τα μαχαίρια σου θα λάμψουν μια στιγμή.
Κακιά εποχή που θα τη βρουν στη στάχτη των τσιγάρων
αυτοί που κυνηγήθηκαν και ζουν χωρίς ζωή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 389 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|