|
Στίχοι: Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου
Μουσική: Αμελοποίητα
Η βία είναι το χέρι μου
Όπως υπάρχει:
Το στόμα σου σφραγίζω και μετά
Σε παραδίνω.
Εγώ, εγώ σε παραδίνω,
Που ήρθες και μου τ’ ομολόγησες
Πώς τίποτα δεν είδες άλλο
Παρά τη γέννηση σου στον ύπνο σου
Σαν μια και μόνη μαχαιριά.
Όχι, δεν θέλω πάρε-δώσε μαζί σου:
Σ’ αυτούς να πας με τα στιβάλια
Τα φορτωμένα λασπουριά.
Σε κρίνουν φτύνοντας κουκούτσια,
Κλοτσώντας το σκυλί του ταβερνιάρη.
Το ματωμένο μάτι σκύβουν στο λαρδί
Κι αποφασίζουν.
Πάψε λοιπόν να γυρεύεις για λόγου σου
Καλή ζωή,
Εγώ και να σε σκότωνα θα μπορούσα,
Για να μην ακούω το κλάμα σου.
Πάψε να κρέμεσαι από πάνω μου ρωτώντας
Πού σε τραβάνε οι μεθύστακες.
Κρεμασμένο στο καρφί το σακάκι σου
Ποτίζεται καπνό.
Σαν κι εκείνους θα βρωμοκοπάς
Αν βγεις ποτέ από ’δώ μέσα.
Δεν έχω το κουράγιο, δεν μπορώ
Εγώ να ζήσω.
Έζησα κάποτε κουβαλώντας σε
Κάτω απ’ το ρούχο μου σαν σκύμνο.
Μασούσα τη τροφή και σου ’δινα,
Έδιωχνα με φωτιές τα πνεύματα.
Το σώμα μου γέμισε νυχιές.
Για δες πού μ ’ έσυραν με το φορτίο μου:
Με μια λερή ποδιά μέρα νύχτα
Να γεμίζω τις κούπες τους.
Λοιπόν, ας έρθει ο θάνατος να μας δικάσει
Και σένανε και μένα, αγαπημένε μου.
Από την μπόχα που δεν σ’ έσωσα
Εκείνος μπορεί να σε σώσει
Και την αβάσταχτη απορία σου
Να σβήσει μ’ ένα στεναγμό.
Και, όπως ταιριάζει σ’ έναν που σε πρόδωσε,
Σε μένα να ορίσει ζωή αιώνια
Εδώ, μες στα σκαμνιά τα τσακισμένα,
Μες στα βαρέλια και στις κάνουλες,
Μες στις γροθιές που κοπανάνε τα τραπέζια
Κι όλο ζητούν να ζω, να ζω.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 97 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|