Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Η τελευταία μέρα
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130309 Τραγούδια, 269358 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Η τελευταία μέρα      
 
Στίχοι:  
Γιώργος Σεφέρης
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Ήταν η μέρα συννεφιασμένη.
Κανείς δεν αποφάσιζε φυσούσε ένας αγέρας αλαφρύς:
«Δεν είναι γρέγος είναι σιρόκος» είπε κάποιος.
Κάτι λιγνά κυπαρίσσια καρφωμένα στην πλαγιά κι η θάλασσα γκρίζα με λίμνες φωτεινές, πιο πέρα.
Οι στρατιώτες παρουσίαζαν όπλα σαν άρχισε να ψιχαλίζει.
`'Δεν είναι γρέγος είναι σιρόκος» η μόνη απόφαση που ακούστηκε.
Κι όμως το ξέραμε πως την άλλη αυγή δε θα μας έμενε τίποτε πια,
μήτε η γυναίκα πίνοντας πλάι μας τον ύπνο μήτε η ανάμνηση πως ήμασταν κάποτες άντρες,
τίποτε πια την άλλη αυγή.

«Αυτός ο αγέρας φέρνει στο νου την άνοιξη»
έλεγε η φίλη περπατώντας στο πλευρό μου κοιτάζοντας μακριά
«την άνοιξη που έπεσε ξαφνικά το χειμώνα κοντά στην κλειστή θάλασσα.
Τόσο απροσδόκητα. Πέρασαν τόσα χρόνια. Πώς θα πεθάνουμε;»

Ένα νεκρώσιμο εμβατήριο τριγύριζε μες στην ψιλή βροχή.
Πώς πεθαίνει ένας άντρας;
Παράξενο κανένας δεν το συλλογίστηκε.
Κι όσοι το σκέφτηκαν ήταν σαν ανάμνηση από παλιά χρονικά της εποχής των Σταυροφόρων ή της εν - Σαλαμίνι - ναυμαχίας.
Κι όμως ο θάνατος είναι κάτι που γίνεται· πώς πεθαίνει ένας άντρας;
Κι όμως κερδίζει κανείς το θάνατό του, το δικό του θάνατο, που δεν ανήκει σε κανέναν άλλον και τούτο το παιχνίδι είναι η ζωή.
Χαμήλωνε το φως πάνω από τη συννεφιασμένη μέρα, κανείς δεν αποφάσιζε.
Την άλλη αυγή δε θα μας έμενε τίποτε· όλα παραδομένα·
μήτε τα χέρια μας· κι οι γυναίκες μας ξενοδουλεύοντας στα κεφαλόβρυσα * και τα παιδιά μας στα λατομεία.
* Η φίλη μου τραγουδούσε περπατώντας στο πλευρό μου ένα τραγούδι σακατεμένο:
«Την άνοιξη, το καλοκαίρι, ραγιάδες ...»
Θυμότανε κανείς γέροντες δασκάλους που μας άφησαν ορφανούς.
Ένα ζευγάρι πέρασε κουβεντιάζοντας:
«Βαρέθηκα το δειλινό, πάμε στο σπίτι μας πάμε στο σπίτι μας ν’ ανάψουμε το φως».




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 1413
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   cactus @ 03-08-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο