Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Η οδός Θρασυβούλου
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130320 Τραγούδια, 269360 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Η οδός Θρασυβούλου      
 
Στίχοι:  
Ανδρέας Αγγελάκης
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Στοίχειωσε ή ζωή μου σε τούτο το κρεβάτι
το σαράβαλο απ’ τα τόσα κορμιά πού κυλιστήκανε
στην κουβέρτα του. Τόσα ονόματα, τόση ομίχλη,
τόση θλίψη αβάσταχτη.
Πέφτουν οι σοβάδες απ’ τους τοίχους,
μέσα από τις τρύπες τους χιλιάδες μάτια,
φωνές ανάπηρες, πνιγμένες
και χρόνια -έξι να `ναι;- τα ίδια:
Η βρύση, το λιωμένο σαπούνι, τα σκουπίδια
στις σκάλες, άδειες μποτίλιες, μαραμένα προφυλακτικά
σαν πουκαμισάκια χωρίς ζεστό κορμί να ντύσουν,
το καθρεφτάκι με το χρόνο κολλημένο
στα ραγίσματά του. Το πρόσωπό σου.
Έπιασε βοριαδάκι, η βροχούλα μουσκεύει
τους τενεκέδες με την αρμπαρόριζα στην πίσω αυλή,
θυμάσαι;
Η σιδερένια σκάλα με τη χοντρή νοικοκυρά
που ζήταγε μετά τη λειτουργία το νοίκι,
τα μάτια του παπά στο τζάμι της εκκλησιάς απέναντι
να μού θυμίζουν τη φωτιά της κόλασης,
ο διάβολος με στολή εσατζή ν’ ανάβει τσιγάρο
στην παρακάτω γωνία ύποπτος, απειλητικός
με το πιστόλι του στραμμένο πάνω μου
έτοιμος να ρουφήξει τα λεφτά και το λαιμό μου.
Τακ τακ έπαψε ή βροχή. Γινήκαν τόσα
από τότε πού έφυγες.
Μαζεύω κομμάτια απ’ το πρόσωπό σου
σε κάθε μούτρο τυχαίο, όπως ό βασιλιάς
το σπαραγμένο του γιο στο παραμύθι.
Μπήκε χειμώνας. Μοσχοκάρυδο. Ψήνουν μουσταλευριά επάνω.
"Πού να προλάβουν λίγα κόλλυβα να ταΐσουν
όλους τους ζητιάνους", λέει ή καντηλανάφτισσα.
"Χτες πάλι ξεχάσατε ανοιχτή την πόρτα σας,
κάποιος χτύπησε με μπλούζα μαύρη ναυτική
εκεί γύρω στις οκτώ,
να προσέχετε,
πρεζάκηδες, καταζητούμενοι, άστεγοι,
θα σας αρπάξουν τίποτα
(ξάφνου μύρισε γιασεμί, ανατρίχιασα, πού να `σαι;)
Είπε πως ζήταγε εσάς, τον περιμένατε, λέει,
είναι γνωστός σας".
"Ναι", απάντησα, "τον περίμενα, είναι ό θάνατος".
"Καλέ αφήστε αυτά τ’ αστεία, νέο παιδί,
χτύπα ξύλο,
ωστόσο δε βλάπτει να γίνετε προσεχτικότερος".
Σε θυμάται κι εκείνη μα δε βγάζει άχνα για σένα,
με κοιτάει λοξά κόβοντας αρμπαρόριζα,
αλλά κι εγώ σ’ εκδικιέμαι, αγρίμι
κλείνω την ετοιμόρροπη πόρτα
και τρώω τις σάρκες σου δίχως τύψη
σαν γάτος πού ξεσχίζει τα μικρά του στο πλυσταριό.




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 819
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   KONSTANTINOS @ 03-08-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο