Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Το ένατο κύμα
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130784 Τραγούδια, 269464 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Το ένατο κύμα      
 
Στίχοι:  
Αναστάσης Βιστωνίτης
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Ο χωματόδρομος μ’ έβγαλε στην παραλία
εκεί που ο γερανός σήκωνε την εκκλησία
και την άφηνε να πέσει στα νερά.

Ήρθα να ξαναβρώ την αδελφή μου τη Σίβυλλα
με τον μαύρο χιτώνα και τα πέτρινα χείλη,
το νούφαρο που με πήγε
από το ποτάμι στη λίμνη
κι από κει στη θάλασσα,
τη γυάλινη σκιά του 1959.

Χορδές φωτός, καλώδια της λησμονιάς,
η κουκουβάγια, η δεκαοχτούρα και ο νυχτοκόρακας
κι η νύχτα που έφερνε τον ήχο του χαλκού
από τον προηγούμενο αιώνα.

Στα μάτια της γάτας διάβασα
την ημερομηνία και την ώρα της αναχώρησης
κι είδα να περνούν για μια στιγμή
ο ιερέας, ο γόης κι ο μαστιγωμένος μάντης
κυνηγημένοι από προϊστορικά σκυλιά.

Έλαμπε ψηλά στον ουρανό το χιόνι του Γαλαξία
κι ανάμεσα στα πεύκα διέσχιζα το ημίφως
που χωρίζει το παιδί από τον άντρα.

Όμως τα θυμόμουν όλα σαν να `ταν χθες.
Κάπου εδώ θα φωσφορίζει χαμηλά στους θάμνους
το ρολόι του κοραλλιού
και πάνω στο γέρικο πεύκο θα `χει μείνει η χαρακιά
που σημαδεύει την καταπακτή των κυμάτων
κι εκείνο το κόκκινο άστρο
στο μέτωπο της Χίμαιρας.

Ανέβηκε ένα άλογο στον ουρανό
κι έσβησε τ’ άστρα με τα φτερά του.

Είδα τους βράχους του ανθρακίτη
στην είσοδο του λιμανιού,
τις μολυβένιες αλυκές μέσα στα βρύα.

Ήμουν σε λήθαργο κι ήρθε μπροστά μου
η αγέννητη σκιά μου.

Σε ποια γλώσσα να μιλήσω μ’ αυτό το φάσμα,
ανταύγεια του θανάτου που έπεφτε στα μακρινά σπίτια,
στους κοιμισμένους κήπους και το φώσφορο των βυθών;

Γιατί απόψε ήμουν ο πιο μόνος άνθρωπος στον κόσμο
κι η θάλασσα κατάπινε την αιωνιότητα
όπως ο άνεμος τρώει την παραλία και τη σκόνη
στα σταυροδρόμια και τις ερήμους του ματιού.

Με το χέρι να ψάχνει τις στάχτες της Σελήνης,
με το φως που φυλακίζει η θάλασσα στα σπλάχνα της,
με τα μάτια μισόκλειστα βούλιαζαν στα νερά
οι ναυαγοί του ανέμου.

Εκεί που ραγίζει ο καθρέφτης σκοτεινιάζει το φως,
το μαύρο διαμάντι καίγεται στο κέντρο της φωτιάς
και βαθιά, σαν ήχος χιλιοτρυπημένης εικόνας
ακούγεται ο τρυποκάρυδος, ο γιος της Πηνελόπης:

"Ποτέ δεν είχαμε δικό μας έναν τόπο αληθινό,
ποτέ δεν είχε φωνή το ημίφως ".

Μόνον οι άλλοι ξέρουν ποιοι είμαστε.
Εκείνο που εμείς μαθαίνουμε
είναι ό,τι δεν είμαστε κι ό,τι δεν πρόκειται να γίνουμε ποτέ,
όμως τι άλλο είναι η συντριβή
από `ναν άνθρωπο γονατισμένο στην άμμο;
Και τη σποδό της νιότης τους
ποιος τόλμησε ποτέ να τη συλλέξει;
Ποιος σκέπασε την κεφαλή, τα μάτια, την καρδιά
με το νερό και με τη στάχτη;

Στη λάμψη του καραβιού που έστριψε στον κάβο
είδα για μια στιγμη να περνάει η προηγούμενη ζωή μου.
Βάζα με ξεραμένα τριαντάφυλλα,
ημερομηνίες που κιτρίνισαν,
γράμματα χωρίς αποστολέα,
η κίνηση του χεριού μέσα στα χόρτα του ύπνου,
σκουριασμένα κειμήλια,
λογιστικά βιβλία από εταιρείες που δεν υπάρχουν πια.

Ο κόλπος κλείδωνε τη θάλασσα σαν χειροπέδη.




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 502
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   KONSTANTINOS @ 24-08-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο