Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Ο Κόδρος Μέρος Vii
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130737 Τραγούδια, 269452 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Ο Κόδρος Μέρος Vii      
 
Στίχοι:  
Γεώργιος Βιζυηνός
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Αλληλουχούμεναι είχον φθάσει
όπου ο Μέδων περιπατών
ολίγον θέλει να ησυχάσει,
μακράν αγρύπνων στρατιωτών.
η φαεινή του μεγάλη κόρυς
φοβεί τας φρένας αμάχου κόρης.
Κ’ ενώ το βήμα εγγύς οδήγει,
λαβούσα θάρρος προσποιητόν,
στρέφει τον πόδα τώρα να φύγει
κ’ αίρετ’ ο πέπλος αναπετών.

Μόλις ο Μέδων είχε προφθάσει,
υπό σελήνης μαρμαίρον φως,
το λάμπον βλέμμα της ν’ απεικάσει
έμεινεν άλαλος και κωφός.
Ψυχρώ ιδρώτι περιεχύθη
κ’ ως απερχόμενος εκινήθη
όπως, αν ίππου τον δρόμον φράττει
άρκτος δεικνύσα ρύγχος ευθύ,
ορθούτ’ εκείνος, ριγεί, φρυάττει
και δεν ηξεύρει πώς να σωθεί.

Πλην μετ’ ολίγον, ενδυναμώσας
το κυμαινόμενον λογικόν,
περιτειχίζει φρένας ερώσας
δια βλεμμάτων πολεμικών
και, "Τανυσίπεπλε Θελξιχόρη,
εις άνδρας, είπε, τι θέλ’ η κόρη;
Βλέπω δεν έμαθες το καθήκον
της ερωμένης της θυγατρός.
Ως άλλαι κόραι, και συ κατ’ οίκον
προς τι δεν μένεις μετά μητρός;"

Οι λόγοι ούτοι διακλονούσι
σώμα περίτρομον απαλόν,
φρίκην ενσπείροντες εισχωρούσι
κ’ εις των οστών της τον μυελόν.
Ενώ δ’ εμέτρα να είπει τόσα,
σιγά δεμένη τώρα η γλώσσα.
Την είδ’ ο Μέδων, την ελυπήθη
και την εθώπευσε προσηνής.
Ούτω δ’ εκείνη τώ απεκρίθη
φθόγγους αφήνουσα ασθενείς.

"Να χαλαρώσει ολίγον πρέπει
τους χαλινούς της η συστολή,
αφού τον Μέδοντα τώρα βλέπει
τοιουτοτρόπως να ομιλεί.
Εμοί δεν μένει μήτηρ ετέρα,
ουδ’ έχω άλλον εγώ πατέρα.
αν δε καθήκοντα ζητηθώσι
δια καρδίαν ούτω πιστήν,
πρώτον καθήκον έχει να σώσει
από κινδύνου τον εραστήν.

"Εβεβαιώθη δια στομάτων
τοιούτος λόγος διαδοθείς
ότι, τα Θεία παραχαράττων,
εκών υπάγεις να φονευθείς
ότι, προδότης του έρωτός σου,
θέλεις να πέσεις προ του πατρός σου,
είτε τον Κόδρον υπερτιμήσας,
είτε την δόξαν υπερφιλών
και ότι θνήσκεις, εξολισθήσας
επί ελπίδων απατηλών.

"Αλλ', αν τω όντι συ, Μέδων, ήσο
την Θελξιχόρην ο αγαπών,
μοι επιτρέπεις να σ’ ερωτήσω
πού σπεύδεις, ούτως εμέ λιπών;
Λοιπόν τοιούτους έχω θαλάμους;
Τοιαύτας δάδας, τοιούτους γάμους;
Ούτω ταχέως αυτού του κόσμου
τοσαύτα θέλγητρα βαρυνθείς
αφήνεις έρημον εμέ, φως μου
και συ απέρχεσαι να χαθείς;"

Είπε τοιαύτα, και ανελύθη
εις υποκώφους ολολυγμούς.
Ούτω δ’ ο Μέδων τη απεκρίθη
ορθούς εκφέρων συλλογισμούς.
"Θάλλει, δε χάνεται ο εκπνέων
προ της πατρίδος, προ των γονέων.
Των δε ανάνδρων η φαύλη τάξις
θέλγητρα κόσμου δεν εννοεί.
Τον βίον, φίλη, πλέκουν αι πράξεις
ουχί των χρόνων η συρροή.

"Εδώ σ’ ελάτρευον. Ω! Συγχώρει
και εις τον Άδην να σ’ αγαπώ
μη με βιάσεις πλην, Θελξιχόρη
και τι σκληρότερον να ειπώ.
Μισώ γυναίκας εγώ υπάνδρους
υπηρετούσας ψυχάς ανάνδρους.
Εάν δ’ η κόρη ανήκ’ εις άλλον,
πλασθείσ’ ανίκανος, ασθενής,
ο νεανίας ανήκει μάλλον
εις την πατρίδα και τους γονείς".

"Εγώ πλην μόνον εις σε ανήκω,
είμ’ εδική σου θεραπαινίς.
(Είπεν εκείνη). Φεύγεις; Εν οίκω
δεν με προσβλέπει πλέον κανείς.
Φεύ! Η του Μέδοντος ερωμένη
έρημος, άφιλος, μισουμένη!..
Και τις εις τούτο με καταπείθει;
Ή την οικτράν μου κόπτεις ζωήν,
ή πολεμίων θραύοντες στήθη
ομού ν’ αφήσωμεν την πνοήν.

"Θέλω εις μίαν κοινήν τρυτάνην
αι δύο τύχαι μας να στηθούν.
Θέλω εις μίαν κοινήν λεκάνην
τα σώματά μας ν’ αποτεθούν
αι δε σκιαί μας συμπεπλεγμέναι
ν’ αποδημήσωσι τεθλιμμέναι.
Τις οίδ’ ανίσως, καμφθείς ο Πλούτων,
δεν μ’ ελεήσει, δεν λυπηθεί
και μ’ αποδώσει έπειτα τούτον,
όστις απόνως νυν μ’ απωθεί;"

Ταύτα δακρύουσα είπ’ εκείνη
κ’ είχεν ακόμη να τω ειπεί
αλλ’ η τροφός της "πολύ καλλύνει
τας κόρας, είπε κ’ η σιωπή.
Εύρες εν τέλει πικράν την τρύγα,
πλην τοις φρονίμοις αρκούν ολίγα.
Κρότος βημάτων εδώ προβαίνει
το χρέος οίκαδε προσκαλεί.
Κόρη παρθένος δε διαμένει
εκτός του οίκου επί πολύ".

Στραφείς δ’ ο Μέδων είπε τη κόρη,
δακρύων άμα και μειδιών.
"Συ μεν, φιλτάτη μου, αποχώρει
αφείσα έφορον τον Θεόν,
εγώ δε, ταύτα διευθετήσας,
πριν ή εξέλθω, είμαι μαζί σας".
Μικρόν εισέτι και απεχώρουν
με δακρυβρέκτους τους οφθαλμούς,
ενώ αλλήλους ανεθεώρουν
κοινούς συμπνίγοντες στεναγμούς.

Ενώ δ’ εκείνος το δόρυ δράττων
διεβημάτει εν ταραχεί,
και τη φωνήν της διαφυλάττων
και τη μορφήν της εν την ψυχή,
πλησίον τοίχων σκοτεινοτέρων,
ενώπιόν του παρέστη γέρων.
"Χάρμα του Κόδρου, είπ’ αλλοιώσας
φθόγγους τα πρώτα μελισταγείς,
ελέησόν με, απολυτρώσας
τα φίλτατά μου εκ της σφαγής.

"Πατήρ των άσπλαγχνος, εν τη βία
της αποκλείσεως των πυλών,
πάν ό,τι εύρον εν τη οικία
ευμετακόμιστον αφελών,
εκείνα, οίμοι! Συγκοιμηθέντα
τα κατακλείω λησμονηθέντα!
Μάτην εζήτησα τα μικρά μου
εν μέσω φίλων και συγγενών!..
Ανοίγ’ η πύλη προς τα δεινά μου,
ή ζω πατήρ των παιδοκτονών;"

Έκφρων ο Μέδων τοιαύτ’ ακούσας
προς τον δεόμενον απαντά.
"Κανείς, ω γέρον, από του νου σας
εις τι συμπέρασμα καταντά;
Ότι, τώ χρόνω συμπροϊόντι,
γίγνεσθε παίδες υμείς τω όντι
εν τούτοις σπεύδε πεφυλαγμένως
σωτήρ τεκνίων σου δυστυχών".
Κ’ εξήλθ’ ο γέρων κατεσπευσμένως,
της ευκαιρίας επιτυχών.




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 600
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   KONSTANTINOS @ 03-12-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο