Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Ο Κόδρος Μέρος Ii
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130737 Τραγούδια, 269452 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Ο Κόδρος Μέρος Ii      
 
Στίχοι:  
Γεώργιος Βιζυηνός
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Η μελανόπτερος αθυμία,
καταλιπούσα τον Κωκυτόν,
ενεθρονίσθη τώρα βαρεία
εις τας καρδίας των πολιτών
κλαίει μακρόθεν η ευθαρσία
παντού απλούται απελπισία.
Όλων τα φάσγανα, κρεμασμένα
εις τους μεγάλους των κολεούς,
νομίζεις, χύνουσι λυπημένα
μεμψιμοιρίας προς τους θεούς.

—Αλλά το πρότερον θάρρος, Μούσα,
οποίος δαίμων καταπτοεί;
Το μέγα πλήθος; Η αντηχούσα
των πολεμίων μακρά βοή;
—Δεν τρέμει ένθους φιλοπατρία
άπειρα πλήθη, ξίφη μυρία.
Αλλά τα πάντα προ του μοιραίου
πρέπει να κλίνωσι την οφρύν
κ’ εις τούτο κλίνουν του Αθηναίου
και οι βραχίονες και η φρην.

Ναός αρχαίος βραχώδη τόπον
της Ακροπόλεως στεφανοί,
ον αφιέρου σέβας ανθρώπων
εις Ερεχθέα τον γηγενή.
εδώ διΐπτωτον της Παλλάδος
μένει το άγαλμα και ο κλάδος
της βλαστησάσης θείας ελαίας
σφριγών εκτείνεται και χλωρός,
αφ’ ότου κτύπημα ρωμαλέας
τον εγκατέσπειρ’ εδώ χειρός.

Αυτού εκάλεσαν εστεμμένοι
ιεροκήρυκες τον λαόν
να ερωτήσωσιν αγνισμένοι
επί του θύματος τον Θεόν.
Συνήλθον πάντες και παρά χρήμα
εστολισμένον προσάγουν θύμα
ο Κόδρος έσπενδε λευκοχίτων
από κρατήρας επί βωμού
και συνεπέτα η προσευχή των,
ανερχομένη μετά ψαλμού.

Τα προθυτήρια δ’ εκτελέσας,
των Αθηναίων ο βασιλεύς
εστράφη έφηβον προσκαλέσας
ήτο το τέκνον του, ο Νηλεύς.
Εκράτει πέλεκυν εις τας χείρας
κ’ επιδεξίως αυτόν εγείρας
εις τον αυχένα τον ταύρον πλήττει
εκείνος έπεσεν αυθωρεί.
τον διατέμνουν.... ο μάντις φρίττει,
ενώ τα σπλάχνα παρατηρεί!

Εύρε το θύμα χωρίς καρδίας.
—Θανάτου σύμβολον φοβερόν!—
αφήκε φθόγγον απελπισίας
από το στόμα το ιερόν
κ’ εταπεινώθη όλων το βλέμμα.
Όλων επάγωσ’ ευθύς το αίμα
όπως, εξ αίφνης ενώπιόν μας
όταν βροντήσει ο κεραυνός,
το πυρ παγώνει των καρδιών μας
και στόμ’ ανοίγομεν κεχηνός.

Όπως δ’ ο ήλιος όταν σβήνει,
ωχρός εις κύματα βυθισθείς,
παντού τας πτέρυγας επεκτείνει
ψυχρός ο Ζόφος διαχυθείς,
ούτως η φήμη ταχύ καθ’ όλην
διεσκεδάσθη την άλλην πόλην
γυναίκες, παίδες, το κύπτον γήρας,
εκπυνθανόμενοι το καινόν,
απηλπισμένας αίροντες χείρας
επεκαλούντο τον ουρανόν.

Αλλά ηγρύπνει επί το άστυ,
αιγίδα σείουσα η Παλλάς
και παρεξήγει ψυχή εκάστη
τας φιλοτίμους αυτής βουλάς.
Υπερηγάπα τους Αθηναίους,
αλλά τους ήθελε και γενναίους.
Εάν τιμήσουν, έλεγε, τώρα
οι Αθηναίοι την αρετήν,
θ’ ανασκιρτήσει η πέριξ χώρα
εις του λαού μου την εορτήν.

Ενώ δε τόση αντήχει ζάλη,
ως εις αφρώδη ωκεανόν,
αίφνης ηκούσθη φωνή μεγάλη
εν τη πλατεία των Αθηνών.
Ολίγον δρόμον! Ολίγον δρόμον,
εις τον ασθμαίνοντα ταχυδρόμον!
Πτερόπους ήρχετο νεανίας
με τάχος ίσον τη αστραπεί
κόμιζε, λέγουσιν, αγγελίας.
Τι νέον άρα γε θα ειπεί;

Όπως η λαίλαψ αυτός τα πλήθη,
πετών ή τρέχων, διαπερά
υπό τον πόδα του εκλονήθη,
της Ακροπόλεως η πλευρά
και, περατώσας τον δρόμον ήδη,
τον Μελανθίδην ζητεί να ίδει.
ως κυβερνήτης εκείνος χάνων
εις μαύρον πέλαγος τα νερά,
εν μέσω ίσταντο μεγιστάνων
επεξηγούντων τα ιερά.

Οπότε, φθάσας αυτού ο ξένος,
με σέβας έκλινε κεφαλήν
κ’ εις τον ιδρώτά του βαπτισμένος,
τω ενεχείρισ’ επιστολήν.
Πριν ή την δέλτον εκείνος λύσει,
θέλει τον άγγελον να γνωρίσει.
—Ποίος; Και πόθεν; Ανδρείε ξένε;
—Του Κλεομάντεως αδελφός.
Είν’ αι φιλίαι σας εγνωσμέναι,
όπως εκείνος, είμαι Δελφός.

Καθείς περίεργον βλέμμ’ αφήνει
επί τον ξένον αστραπηδόν
μετ’ απληστίας το διευθύνει
από της κόμης άχρι ποδών,
τω δε πλησίον εστράφ’ είπών τις.
—Δεν είναι, λέγεις, ο Αργειφόντης;
Ενώ ο Κόδρος, αποδιπλώσας
την κομισθείσαν επιστολήν,
ανέγνω λέξεις αντανακλώσας
στρυφνήν Απόλλωνος εντολήν.

Ως χαίρει δ’ όταν πληροφορήται
η μαύρη μήτηρ του ναυαγού,
ότι ο παις της σωθείς φρουρείται
υπό θεού τινός αρωγού,
ούτω, βαρύθυμος πριν, εκείνος
τους εθεώρησε γηθοσύνως.
"Θαρρώμεν, φίλοι, λέγει τοις πάσι
και προς τον κήρυκα Δημαράν
η νυξ, προφέρει, πριν ή προφθάσει,
καλεί τον δήμον εις αγοράν).




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 552
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   KONSTANTINOS @ 03-12-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο