|
Στίχοι: Γεώργιος Βιζυηνός
Μουσική: Αμελοποίητα
Ψηλά βουνά και θάλασσες
διαβάτης ταξιδεύει.
Πού `πάγει; Τι γυρεύει;
—Ωϊμένανε, ωϊμένανε!
εχάθ’ η αδερφούλα του,
την έκλεψαν οι μάγοι,
για να την εύρει `πάγει.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
Μικρό παιδί ξεκίνησε,
τον `γέρασαν οι δρόμοι,
δεν την ευρήκ’ ακόμη.
Ωϊμένανε, ωϊμένανε!
Ταίς χώραις όλαις `γύρισε,
στης γης την άκρη φθάνει,
εκεί τον δρόμο χάνει.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
Εκεί τραγούδημ’ άκουσε,
πουλί σαν να το στέλλει,
σαν να το λεν αγγέλοι.
ωϊμένανε, ωϊμένανε!
Πριν ή το νιώσ’ ελκύσθηκε,
πριν το σκεφθεί `παγαίνει,
σ’ ένα παλάτι `μβαίνει.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
"Εμέ μ’ εκάμαν μάγισσα.
Τι θες εσύ, διαβάτη,
στ’ ωραίο μου παλάτι;"
"Ωϊμένανε, ωϊμένανε!
Κυρά, τον δρόμο μ’ έχασα
κ’ εμβήκα, το ξενάκι,
ν’ αναπαυθώ λιγάκι.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!"
Τα μάτια της χαρούμενα
αστράψαν σαν αστέρια
κ’ επρόβαλε τα χέρια.
Ωϊμένανε, ωϊμένανε!
Ελύγισε το σώμα της
και πέσαν τα ξανθά της,
τα μακριά μαλλιά της.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
Κι αρχίνησε στην χάρπα της
να ψάλλει και να κρούει.
Ο νιος πού την ακούει
ωϊμένανε, ωϊμένανε!
σαν ουρανό το πνεύμα του,
σαν γη την σάρκα νιώθει,
ως πού εμαρμαρώθη—
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
Η ψάλτρα η μαργιόλισσα,
στην πλάτη του θαρριέται,
λυγά κι’ αφοκρυέται.
"Ωϊμένανε. ωϊμένανε!
απ’ έξω κρύος, μάρμαρο.
Στο μάρμαρο `πό κάτου
ζεστή βαρά η καρδιά του.
Ωϊμένανε, ωϊμέ!
"Πολλούς διαβάτας πλάνεψα
κ’ επήρα στην σκλαβιά μου
με το τραγούδημά μου
ωϊμένανε ωϊμένανε!
Αυτόν δεν τον επρόσμενα
στην άκρη `δώ του κόσμου:
Αυτός είν’ αδερφός μου—
Ωϊμένανε, ωϊμέ!"
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 557 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|