Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
131037 Τραγούδια, 269514 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Παραμονή Χριστουγέννων 8      
 
Στίχοι:  
Αχιλλέας Παράσχος
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Ἐγύριζε ἀπ’ τὴν ἐκκλησιὰ ὁ κόσμος· εἶχε πάρει,
ἀπ’ τοῦ Χριστοῦ τὴ Γέννηση καθένας χαρᾶς χάρι·
τραπέζι τοὺς περίμενε στὸ σπίτι ἐτοιμασμένο
κ’ ἐπήγαιναν χαρούμενοι... πλὴν πήγαιναν ἀκόμα
πολλοὶ σὲ σπίτι σκοτεινὸ κι’ ἀπ’ ὅλα στερημένο·
χωρὶς φωτιά, χωρὶς ψωμί· - δὲν τρώγει κάθε στόμα...
- Πᾶμε νὰ δώσωμε νερὸ σὲ διψασμένα χείλη;
Στὸν Πέτρο, εἶπ’ ὁ Λυτρωτής· πτωχὴ χτυπῆσαν θύρα
μικροῦ σπιτιοῦ ποὺ ἀμυδρὸ ἐφώτιζε κανδῆλι·
καὶ στὴ στιγμὴ τὴν ἄνοιξε μαυροντυμένη χήρα.
Σ’ ὅλη τὴν Ἱερουσαλὴμ καμμιὰ δὲν ἦτον ἄλλη
τόσο φτωχὴ ὡσὰν κι’ αὐτήν· κ’ εἶπ’ ὁ Χριστὸς «πεινοῦμε·
ψωμὶ δὲν ἔχ’ ἡ ξενιτειά, δὲν ἔχει προσκεφάλι·
καὶ νηστικοὶ μέσ’ σὲ σπηλιαὶς δυὸ μέραις ξενυχτοῦμε!
Ἡ χήρα ἐστέναξε κρυφὰ κι’ ἀπ’ τῆς καρδιᾶς τὰ βάθη·
δάκρυ ἐφάνη μιὰ στιγμὴ στὸ μάτι της κ’ ἐχάθη.
Πλὴν μ’ εὔθυμο καὶ μὲ γλυκὸ χαμόγελο στὸ στόμα,
- Ἐμπᾶτε, εῖπε, ξένοι μου, στὸ φτωχικό μου δῶμα·
εἰς τὸ τραπέζι ὅ, τ’ ἤθελα δὲν ἠμπορῶ νὰ στρώσω,
μὰ, ὅ, τι μοὔστειλ’ ὁ Χριστὸς σ’ ἐσᾶς θενὰ τὸ δώσω...
Στὸ ἔρημο σπιτάκι της μπῆκαν τῆς γῆς οἱ ξένοι·
μπρὸς στὸ εἰκονοστάσι της ἐφαίνετο ἀναμμένη
μικρὴ κανδήλα π’ ἄφηνε ἀδύνατη ἀκτῖνα
κ’ ἔδειχνε γύμνια κ’ ἐρημιὰ κι’ ἀκοίμητη τὴν πεῖνα.
Φωτιὰ δὲν εἶχε ἡ γωνιά· ἤτανε τόσο κρύο,
ὁποῦ δὲν εἶνε καὶ σ’ αὐτὸ ἀκόμη τὸ μνημεῖο.
Ἄναψε τὴν Λαμπριάτικη λαμπάδα, ποὺ κρυμμένη
φύλαγε ἡ χήρα· ἔτρεξε σ’ ἄλλο μικρὸ κοιτῶνα
κ’ ἐγύρισε σὲ μιὰ στιγμὴ μὲ ξύλα φορτωμένη.
Ἦταν ἀπ’ τὸ κρεβάτι της τὰ ξύλ’ αὐτὰ τὰ μόνα...
Μέσ’ στὴ γωνιά της τ’ ἄναψε καὶ φλόγα σὲ κομμάτι
ἐφάνηκε περίχαρη, ζέστα γλυκειὰ γεμάτη·
εἰς τὸ σπιτάξι τὸ μικρὸ χαρὰ Θεοῦ ἐχύθη
καὶ τὸ φτωχὸ τραπέζι της μέσα στὴ μέσ’ ἐστήθη.
Κι’ ὅ, τι καλὰ τῆς ἔστειλε μι’ ἀρχόντισσα μεγάλη,
είς τὸ τραπέζι τὸ μικρὸ ἀπάνω τἆχε βάλῃ.
- Φάγατε, εἶπε, ξένοι μου, κ’ ὕστερα κοιμηθήτε·
ἐγὼ ἐδείπνησα καλὰ ὀλίγο πρὶν φανῆτε...
Ὤ, ψέμα, ὠμορφότερο κι’ ἀπ’ τὴν ἀλήθεια ἀκόμα!
Δὲν εἶχε βάλῃ τίποτε στὸ σπλαχνικό της στόμα...
Χαρούμενο τὴν ἔβλεπε τοῦ Ἰησοῦ τὸ μάτι
καὶ ἡ καρδιά Του ἤτανε ἀπὸ χαρὰ γεμάτη.
Σὰν δείπνησε ὁ Δάσκαλος κι’ ὁ Μαθητὴς ἀκόμα
εἶπε στὴ χήρα· - Μόνη ζῇς σ’ αὐτὸ ἐδῶ τὸ δῶμα;
Παιδὶ δὲν ἔχεις; - Τ’ ἄθαψα, μοῦ ἔχει μείνῃ ἕνα,
μὰ χρόνια πέρασαν πολλὰ ποὺ βρίσκεται στὰ ξένα.
Ποιὸς ξέρει ἂν δὲν μοῦ πέθανε! - Ζῇ, εἶπε ὁ Σωτῆρας·
θἄλθῃ σ’ ὀλίγο εἰς αὐτὴν τὴ θύρα νὰ χτυπήσῃ·
τὰ μάτια τὸν ἐκύτταξαν, καλὰ, καλὰ τῆς χήρας
καὶ εἶπε· - Μέγας ὁ Θεός· θὰ ἔλθῃ ἂν τὸ θελήσῃ...
Μιλοῦσ’ ἡ χήρα κι’ ὁ Χριστὸς ἀπάνω ἀνασηκώθη·
τὸ πρόσωπό Του ἄλλαξε· μὲ μιᾶς μεταμορφώθη,
φῶς πῆρε η μορφή Του
καὶ σοβαρὴ κ’ ἐπίσημη ἀκούστηκε ἡ φωνή Του·
- Ἐκεῖνος, εἶπε, ποὺ πεινᾷ καὶ δίνει τὸ ψωμί του,
ἔχει κοντά του τὸ Χριστὸ καὶ κάθεται μαζῆ Του...
Ἀμὴν, ἀμὴν, λέγω σ’ ἐσὲ τὴν ἔρημη μητέρα,
γεμᾶτό τὸ τραπέζι αὐτὸ θὰ εἶνε νύκτα-μέρα
καὶ τὸ ξενητεμμένο σου, μονάκριβο παιδί σου,
θὰ ἔλθη τούτη τὴ στιγμὴ καὶ θὰ γευθῇ μαζῆ σου!
Τὸ λόγο δὲν ἀπόσωσε κ’ ἐκτύπησεν ἡ θύρα·
- Ἄνοιξε, μάνα μου, φωνὴ ἀκούστη ἀγαπημένη·
ὡσὰν τρελλὴ πετάχθηκε καὶ ἄνοιξεν ἡ χήρα
καὶ στοῦ παιδιοῦ της βρέθηκε τὴν ἀγκαλιὰ γυρμένη...




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 302
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   cactus @ 26-12-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο