|
Στίχοι: Αχιλλέας Παράσχος
Μουσική: Αμελοποίητα
Βαθειὰ εἰρήνη καὶ χαρὰ κι’ ἀγάπη ἐπλημυρροῦσε
στὸν κῆπο τὸν ἀθάνατο·
στὸ περιβόλι τ’ ἅγιο ἡ λύπη δὲν χωροῦσε
κ’ ἐκεῖ μονάχα ἡ ζωὴ ἐπάταε τὸ θάνατο!
Ἐκεῖ ἀκόμη ἐφαίνετο καὶ τὸ βωδάκι, ὅπου
στὴ φάτνη εἶδε τὴ μορφὴ σὰν φῶς τοῦ Θεανθρώπου.
Ποὺ ἔσκυψε καὶ ἔγλυφε τὸ ἄχραντο κορμί Του
κ’ ἐζέσταινε τὰ σπάργανα μὲ τὴ ζεστὴ πνοή του!
Μέσ’ στὰ λειβάδια τ’ οὐρανοῦ τριγύριζε ὅλο χάρι·
- Αὐτὸ δὲν εἶδε θάνατο, δὲν εἶδε μακελλάρη!
Χαρὰ σ’ ἐκείνους ποὺ έκεῖ ψηλὰ θὰ ταξειδέψουν
καὶ τοῦ Θεοῦ τὸ πρόσωπο μιὰ μέρα θ’ ἀγναντέψουν.
Κάτω σὲ δένδρο πὤχυνε δροσιᾶς μαργαριτάρι,
χαρᾶς ἀκτῖνες ἔχυνε τοῦ Ἰησοῦ ἡ χάρι
κ’ ἐστέκετο λίγο χλωμὸς ἀπ’ τὸ σταυρὸ ἀκόμα...
Χαμόγελο τοῦ ἄνοιγε τὸ μυρισμένο στόμα
καὶ εἰς τὸν Πέτρο στρέφοντας, ποὺ βρίσκουνταν μαζῆ Του,
εἶπε ἡ μελαγχολικὴ καὶ ἀργυρῆ φωνή Του·
«Σ’ ὀλίγο θενὰ γεννηθῶ στὴ Βηθλεὲμ καὶ πάλι·
«στὴν κάτω τὴν πατρίδα μας πηγαίνομε, τὴν ἄλλη!»
Κ’ εὑρέθηκαν στὴν Βηθλεέμ... τὸ ἅγιό της χῶμα,
ἐσκίρτησε σὰν ἔνοιωσε τὸ θεϊκὸ ποδάρι·
ἔγινε ὠμορφότερο τοῦ οὐρανοῦ τὸ χρῶμα
κι’ ὅπου πατοῦσε φύτρονε λουλοῦδι καὶ χορτάρι.
Ἤτανε νύκτα· ἔλαμπε τὸ ἴδιο κεῖνο ἀστέρι
ὁποῦ οἱ Μάγοι ἐβλέπανε τὴ νύκτα τὴν ἁγία·
πάλι ποιμένες κι’ ἄγγελοι ἐψέλναν, καὶ τ’ ἀγέρι,
συντρόφευε τὴν ἄφαντη ἐκείνη ψαλμῳδία!
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 273 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|