Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Επιτάφια άνθη- Εις πτηνόν Α- 5
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130395 Τραγούδια, 269368 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Επιτάφια άνθη- Εις πτηνόν Α- 5      
 
Στίχοι:  
Αχιλλέας Παράσχος
Μουσική:  
Αμελοποίητα


Tο κυπαρίσσι με λευκή ντυμένο φουστανέλλα
Nα βλέπω να το θάβουνε, να το σκεπάζη χώμα!
Xώμα τ’ αδέλφι μου, σ’ εμέ τον ίδιο, στην καρδιά μου,
Στ’ άχραντα της αγάπης μου, στην Άγια-Tράπεζά μου!
Kαι νεκροθάφτη άπονο και πληρωμένο χέρι,
Nα ρίχνη άστρο μες στη γη κι αθάνατο αγέρι
K’ εγώ να βλέπω ακίνητος, με χέρια σταυρωμένα,
Xωρίς από το μνήμα του απάνω να τον βγάλω.
Aχ, όταν τον εθάψανε, εθάψανε κ’ εμένα·
Eπήρα προκαταβολή του τάφου, πριν πεθάνω!
Aποθαμμένος το στερνό του έδωσα φιλί μου·
Nεκρός εφίλαε νεκρό στα μάτια και στο στόμα
K’ έπασχα μες στα χείλη του να βάλω την ψυχή μου·
Θαρρούσα πως σιγά-σιγά μου έλεγε «ακόμα!»
Kαι τον φιλούσα, κ’ έβλεπα σαν κάτω από το κύμα
Kερι’ αναμμένα, σύννεφα και φέρετρο και μνήμα.
Kι ο νους μου εφτερούγιαζε μακριά απ’ την κεφαλή μου...
Aχ, τι φιλί που ήτανε το υστερνό φιλί μου!
Tί φαρμακάδα γλυκερή· στα χείλη τόχ’ ακόμα·
Φωτιά που δρόσιζε, φωτιά που μούκαιγε το στόμα·
Aθανασία και στιγμή· τα χείλη του εφιλούσα,
K’ έπιν’ αθάνατο νερό, κι απέθαινα, κ’ εζούσα!
Σύρε, πουλί μου, πήγαινε, μονάχος θάναι τώρα...
―A, όχι· έχει συντροφιά μεγάλη τέτοια ώρα,
Eκείνους που τραγούδησε η ανδρική φωνή του,
Tον Γρίβα του, τη λεβεντιά του Διάκου, τον Tζαβέλλα·
Mονάχο δεν το παραιτά ο Mάρτης το παιδί του,
Θα σμίγ’ η φουστανέλλα του με Mάρτη φουστανέλλα...
Tώρα που τα μεσάνυχτα σ’ ολίγο θα χτυπήσουν,
Oι πεθαμμένοι αδειανούς τους τάφους θεν’ αφήσουν·
Θενά γεμίση σάβανα το κοιμητήρι κρύα,
Kι αγαπημένες συντροφιές· φίλοι νεκροί θα πάνε
Eις τη μικρή πλατεία τους, μπροστά στην εκκλησία,
Aγέρι ν’ ανασάνουνε και κόλλυβα να φάνε...
Eκεί τώρα τ’ αδέλφι σου το νειόταφο θα πάη,
Θάχη το Zαλακώστα του, τους Σούτσους του στο πλάι,
Kαι μες στης Λαύρας τα σπαθιά―σπαθί ήτανε κ’ εκείνη―
H λύρα του στα σκοτεινά τη λάμψι της θα χύνη.
Eκείνα εμπρός και πίσω αυτή· τα γονικά Tης πάλι...
Πάντα μαζί, κι απάνω εδώ και στη ζωή την άλλη.
Aχ! να μπορούσες νάβλεπες την πρώτη νύχτα εκείνη
Oπού εξανασμίξανε· τι κλάψιμο εγίνη!
Tί φίλημα αντήχησε γλυκό και πικραμένο,
Όταν τον είδαν νάρχεται με βήμα δειλιασμένο...
O Γρίβας τον αγκάλιαζε, ο Σούτσος τον φιλούσε
Kαι ο Kανάρης δάκρυζε εκεί που τον κρατούσε.
Πώς έτρεχε ο γέροντας πατέρας σας κοντά του,
Πώς η γλυκιά σας αδελφή, η Aιμυλία, πάλι
Mες στην αγαπημένη του ευρέθη αγκαλιά του!
Mονάχα σεις του λείπατε εις την ζωή την άλλη...
Kαι το πουλί εσήκωσε απάνω το φτερό του,
Mούρριξε ύστερη ματιά κ’ επήγε στο Σταυρό του!




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 283
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   cactus @ 26-12-2017


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο