|
Στίχοι: Thomas Elliot
Μουσική: Αμελοποίητα
Του ποταμού η σκεπή σωριάστηκε• τα στερνά
δάχτυλα των φύλλων
Γαντζώνουν και βουλιάζουνε στην όχθη την υγρή.
Ο αγέρας
Στην καστανόχρωμη τη γης διαβαίνει, ανάκουστος.
Φύγανε οι νύμφες.
Γλυκέ μου Τάμεση, κύλα απαλά, το τραγούδι μου
για να πω.
Ο ποταμός δεν κατεβάζει άδειες μποτίλιες,
χαρτιά από σάντουιτς,
Μεταξωτά μαντίλια, χαρτονένια κουτιά,
αποτσίγαρα
Κι άλλα τεκμήρια θερινών νυχτών. Φύγανε οι
νύμφες.
Κι οι φίλοι τους, οι χασομέρηδες κληρονόμοι των
διευθυντών του Σίτυ•
Φύγανε, δεν άφησαν διεύθυνση.
Επί των υδάτων Λεμάν κάθισα κι έκλαψα...
Γλυκέ μου Τάμεση, κύλα απαλά, το τραγούδι μου
για να πω,
Γλυκέ μου Τάμεση, κύλα απαλά, `τι δε φωνάζω
ούτε φλυαρώ.
Αλλά πίσω απ’ τη ράχη μου ακούω σε μια
παγωμένη ριπή
Το κροτάλισμα των κοκάλων, και το πνιγμένο
γέλιο ν’ απλώνεται. στην ακοή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 542 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|