|
Στίχοι: Sylvia Plath
Μουσική: Αμελοποίητα
Τώρα η παγωνιά, πασπαλίζοντας στρώσεις στρώσεις κατεβαίνει
Προς την πέργκολά μας, στη ρίζα του κρίνου.
Πάνω μας οι γέρικες ομπρέλες του καλοκαιριού
Ξεραίνονται σαν στεγνά χέρια. Ελάχιστα σε προστατεύουν.
Ώρα την ώρα το μάτι τ’ ουρανού μεγεθύνει την άγραφη
Εξουσία του. Ούτε τ’ αστέρια είναι πιο κοντά μας.
Ήδη το βατραχίσιο στόμα και το ψαρίσιο στόμα πίνουνε
Το ποτό της νωθρότητας κι όλα τα πράγματα βυθίζονται
Σε απαλή προσωπίδα λησμοσύνης.
Τα ξεθωριασμένα χρώματα πεθαίνουν.
Αλήτες σκουλήκια νυστάζουν στα μεταξωτά κουκούλια τους,
Οι νύμφες με κεφάλι λάμπας γέρνουν ν’ αποκοιμηθούν σαν
αγάλματα.
Μαριονέτες, που λύθηκαν από τους σπάγκους του μαριονετίστα,
Φορούν κοκάλινες μάσκες για τον ύπνο.
Δεν είναι θάνατος αυτό, είναι κάτι πιο σίγουρο.
Οι φτερωτοί μύθοι δεν μας ελκύουν πια:
Τα μαδημένα τους φτερά είναι η βουβαμάρα που τραγούδησε
πάνω απ’ το νερό
Του Γολγοθά, στου καλαμιού την άκρη,
Και το πώς ένας θεός αραχνοΰφαντος σαν δάχτυλο μωρού
Θα ξαναντυθεί το φλοιό του και θα πλεύσει στον άνεμο.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 378 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|