|
Στίχοι: Φώτης Μισόπουλος
Μουσική: Αμελοποίητα
Xρειάζομαι μια τέχνη νηστεμένη
ένας να μοιράζεται την αγωνία μαζί μου
θα σέρνω ξέπνοες αγάπες στην ψυχή μου,
-σχισμές στη νύχτα κι η σελήνη κομμένη-,
η μοίρα κείται άνυδρη-, το άφυλό μου
εκτύπωμα-, η σκιά στη γη θα υπνώσει-,
μόνο αυτή, πιστή, δε θα προδώσει
κραυγάζοντας σκαιά το είδωλό μου.
Θα φροντίσουν οι θεοί το πεπρωμένο-,
-λές-, να μετρήσω πρωί τη θάλασσα,
στο βάθος των ζωών μου ό,τι χάλασα
-ένα πρόσωπο στενό και ρημαγμένο-
ό,τι περνά στο χέρι σου για το καλό μου
φέρε -το ιερό που θέλει η Ομορφιά-,
η άνοιξη απλωμένη στην ποδιά
κραυγάζοντας σκαιά το είδωλό μου.
Οι εύνοιες της τύχης έχουν τίμημα
τώρα θα γίνω ό,τι δεν είμ’ ακόμα
– αμίλητο κι ανεξερεύνητο πτώμα-
όπως περνάς και τελειώνει το ποίημα
το βράδυ χαράζεις το λαιμό μου
όσα πίστεψες για μένα είναι ψέμα,
η σιωπή- αφρός αλλοιώτικος, μυρίζει αίμα
κραυγάζοντας σκαιά το είδωλό μου.
Υπάρχεις σα θαμπός χρυσός μες στο μυαλό μου
-το γερτό ποτήρι, το πέτρινο ψωμί-
πριν φύγω αφήνω στην πόρτα το κλειδί
κραυγάζοντας σκαιά το είδωλό μου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: - Αναγνώσεις: 343 Σχόλια: 0 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|