| [align=center]Στο ημερολόγιο γράφει:
[I]«Ώ! Έρωτα γιατί ήρθες?
Ω! Έρωτα γιατί τώρα?
Ω! Έρωτα γιατί αυτήν την στιγμή?»[/I][/align]
Χαμένη στο φιλί του μαζεμένη, κρατάω το κεφάλι μου και μου λέει «Μα….α έκανα, δεν έπρεπε να το κάνω» και εγώ λέω ευχαριστώ. Δεν ξέρω γιατί, αλλά μου άρεσε. Άρχισα να τρέμω σαν το ψάρι, τον κοίταξα στα μάτια, και έλιωσα. Δεν ήξερα ποια τι έπρεπε να κάνω… τι έπρεπε να νιώσω. Είχα μία σχέση που με υπερλάτρευε. Και εγώ? Τι έκανα εγω? Αγοράζω τσιγάρα και φύγαμε πάλι για το σπίτι, ήθελε να φύγει. δεν ήθελε να κάτσει, κάτι τον τράβαγε να φύγει. Κάτσε λίγο έλεγα εγω. Που θα πας, κάτσε λίγο, έχω τόσα χρόνια να σε δω. Τον αγκάλιασα και σκέφτηκα πως αγκαλιάζω έναν θεό. Δεν ήθελα να φύγει. αλλά έπρεπε. Τον πήγα μέχρι την πλατεία… δεν τον άφηνα. Έλα μαζί μου απόψε μου είπε, και εγώ δεν πήγα. Απλά τον κοίταζα στα μάτια, δεν μίλαγα δεν έβγαζα λαλιά. Απλά τον κοίταζα μία αυτόν, μία τον ουρανό. Δεν άντεχε άλλο η καρδιά μου, ήμουν ποια μία Αμαρτωλή, Αμαρτωλή που Ερωτεύτηκα, Αμαρτωλή που γεύτηκα το φιλί ενός άλλου άντρα. Το φιλί ενός θεού. Ενός έρωτα που χάθηκε και βρέθηκε μετά από χρόνια. Μου είπε να χωρίσω όπως θα έκανε και αυτός. Πάγωσα στην σκέψη.
«Σε παρακαλώ μην με βάζεις σε αυτόν τον σταυρό» του είπα και έσκυψα το κεφάλι και σκέφτηκα πως από εδώ και πέρα θα δυστυχήσω, θα λιώσω.
«Κάποτε θα γίνει και αυτό» απάντησα ξανά. Δεν θέλω να χωρίσω, δεν θέλω να δυστυχήσω έναν άνθρωπο. Δεν… Δεν…. Δεν…. Δεν……….
Πήρε το Αμάξι του και έφυγε. Πήρα τον κατήφορο για το σπίτι. Ανοίγω την πόρτα και ήρθε η Ευωδιά, ευωδιά της άνοιξης, πριν μπω στο σπίτι κοίταξα στον ουρανό και χαμογέλασα. Ανατρίχιασα. Μπήκα στο ανσασέρ και κοιτάχτηκα στο καθρέφτη. Είπα «Γιατί» γιατί τώρα… κοίταξα το κεφάλι μου τα χέρια μου, και είπα, χάνομαι, λιώνω. Μπήκα στο σπίτι και κοίταξα για άλλη μία φορά στον καθρέφτη… δεν είδα τίποτα. Έπεσα για ύπνο. Όλη νύχτα έλιωνα από τον Πυρετό, κάτι έπρεπε να σκεφτώ, να κάνω, να μην δυστυχήσω κανέναν…
Συνεχίζετε…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|