Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
131544 Τραγούδια, 269630 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Ημερολόγιο Ονείρων
 
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΟΝΕΙΡΩΝ
Το όνειρο του μενταγιόν.

Δεν ήξερε..
Ποτέ δεν ήξερε…
Αυτό που έβλεπε, αυτό άγγιζε, σε αυτό μιλούσε
Πάντα τη μια πλευρά έβλεπε, την άλλη αγνοούσε
Τη φανταζότανε, την έγραφε, τη χόρευε…
Μα δε την ήξερε…..
Από μικρό παιδί…
Αναπνέεις για να ζεις της έλεγαν οι μεγάλοι
Ποτέ δε κράτησε την αναπνοή της…
Τον ήλιο της έδειξαν πώς να τον ζωγραφίζει..
Επίπεδο, κίτρινο, με ακτίνες γύρω γύρω και χαμόγελο στη μέση
Και που μεγάλωσε έτσι συνέχισε να τον ζωγραφίζει..
Μέχρι που σ’ ένα όνειρο, σ’ αυτά που τη βρίσκουν λίγο πριν ξυπνήσει,
Ένιωσε το σώμα της ελαφρύ, σηκώθηκε από το κρεβάτι δίχως να ακουμπάνε τα πόδια της στο πάτωμα, και ένα φως τη καλούσε από μακριά στο παράθυρο.
Έκανε να το ανοίξει, αλλά το χέρι της διαπέρασε το τζάμι.
Στην αρχή σάστισε, φοβήθηκε, κοίταξε γύρω της… το δωμάτιό της έδειχνε αλλαγμένο.
Τα έπιπλα, οι τοίχοι όλα είχαν αλλάξει μορφή, υπήρχαν και δεν υπήρχαν…
Και αυτή η φιγούρα που κοιμόταν στο κρεβάτι της;
Πλησίασε, έκανε να την αγγίξει μα το χέρι της χάθηκε μέσα στα μαλλιά της…
Ήθελε να κλάψει μα δε μπορούσε, ήθελε να χτυπηθεί μα δε μπορούσε..
Τότε το φως δυνάμωσε και φλόγες άρχισαν να σχηματίζονται στο τοίχο…
Από μικρή τις φοβότανε τις φλόγες..
Τις θαύμαζε μα τις φοβότανε…
Γύρισε και κοίταξε το παράθυρο…
Το φως ήταν τόσο δυνατό που τίποτα το γνώριμο δε διέκρινε απ΄ έξω..
Πήρε μια βαθιά ανάσα και βγήκε……
Μια αίσθηση δύναμης και αδυναμίας, ύπαρξης και ανυπαρξίας…….
Κοίταξε ψηλά να δει το φως που την οδηγεί…
Μα το φως.. το φως ερχόταν από χαμηλά….
Μια λάβα φωτός ξεχείλιζε από το έδαφος, δημιουργούσε ένα μονοπάτι
Γύρισε το κεφάλι της πίσω…. Μα τώρα δεν υπήρχε πίσω…. Τα πάντα άρχισαν να σβήνουν
Όπως σβήνει κάποιος με τη γόμα ένα σκίτσο από μολύβι..
«θα επιστρέψω;» σκέφτηκε και συνέχισε…
Περπατούσε πάνω στη λάβα, αυτό που όριζε τώρα το σώμα της έπαιρνε το χρώμα της φωτιάς, μια κινούμενη άμμος από λάβα τη ρούφαγε μέσα της…
«δε θα αναπνέω, δε θα αναπνέω» φώναζε..
Μέχρι που η λάβα τη σκέπασε…
Έκλεισε τα μάτια της περιμένοντας το τέλος…
«αναπνέεις για να ζεις» αυτό της έλεγαν οι μεγάλοι.
Μα τα άνοιξε τα μάτια…
Η αίσθηση της αναπνοής καυτή… μα παρέμενε αναπνοή…
Κοίταξε γύρω της.
Μέσα από τις φλόγες ξεπηδούσαν σαν μαργαριτάρια πόλεις, ανθρωπόμορφες φιγούρες,
Κόκκινα λιβάδια, χρυσαφένια ποτάμια… μια άλλη ζωή..
Δεν ήξερε αν πρέπει να γελάσει, αν πρέπει να κλάψει, αν πρέπει να φωνάξει…
Μόνο προχωρούσε… σαν κάτι να την ωθεί δίχως να την αγγίζει… ένα φως να την ακολουθεί κι από όπου περνούσε ότι έβλεπε όλα το φως τα έσβηνε..
Και το φως όλο και δυνάμωνε, τόσο που από τα μάτια της άρχισαν να τρέχουν δάκρυα φωτιάς, μια φωτιά που δε την έκαιγε… έρεε πάνω της όπως το νερό… απαλά, σαν χάδι,
Οικείο σαν την αγκαλιά της μητέρας της…
«θα τη ξαναδώ;» μια σκέψη σαν αστραπή.
Δεν ήξερε..
Για άλλη μία φορά δεν ήξερε…
Είχε δεν είχε επιλογή…
Δεν ήξερε.
Αυτό που ζούσε, το ζούσε;
Το βίωνε, το ένιωθε, το έβλεπε…

Πόσο μπορεί να κρατήσει μια τόσο μικρή σκέψη;
Ξαφνικά άρχισε να νιώθει το κορμί της να φλέγεται, τόσο
Που νόμιζε πως το σώμα της θα ανοίξει στα δυο και θα μείνει εκεί..
Που;
Εκεί.. σαν καμένο κούτσουρο..
Δυο φλόγες πέρασαν από κάτω της, σχημάτισαν μια αγκαλιά και τη σήκωσαν
Και τότε..
Όλο της το βλέμμα το κάλυψε μια πύρινη σφαίρα..
Μέχρι εκεί που μπορούσε να φτάσει η ματιά της..
Μια τεράστια πύρινη σφαίρα…
Που από μέσα της ξεπηδούσαν σαν φλόγες εικόνες, ιδέες, αισθήματα…
Η πύρινη αγκαλιά την σήκωσε ακόμα πιο ψηλά και την πέρασε στην άλλη πλευρά…
«υπάρχει και η άλλη πλευρά» είπε από μέσα της.
Εκεί ήταν όλα…
Φλεγόμενες εικόνες του παρελθόντος της, η γέννησή της, τα πρώτα της βήματα, τα σχολικά της χρόνια, οι πρώτοι της έρωτες, τα λάθη της, οι επιτυχίες της, οι στιγμές της δυστυχίας και της ευτυχίας της, οι γονείς της, οι φίλοι της, οι εραστές της, τα αγαπημένα πρόσωπα, όσοι πλήγωσε, όσοι αγάπησε, οι ιδέες της, όσες στήριξε και όσες πρόδωσε… όλα αναγεννιόντουσαν μέσα από τις φλόγες…
Ξαφνικά η πύρινη αγκαλιά που την κρατούσε την άφησε..
και βρέθηκε μέσα στη φλογερή σφαίρα… βουτούσε μέσα στις εικόνες της, μέσα στη ζωή της
σε όσα είχε αφήσει νόμιζε πίσω της..
έπαιζε το ρόλο της σε κάθε στιγμή της, γινόταν μωρό, γινόταν έφηβη, γινόταν γυναίκα και ξανά μωρό, και έφηβη… και…
Ένας τεράστιος καθρέφτης άρχισε μέσα από τα πύρινα κύματα να αναδύεται..
Ορθωνόταν μπροστά της…
Οι εικόνες χάθηκαν και έμεινε μόνη αυτή και ο καθρέφτης.
Ένα δωμάτιο άρχισε να παίρνει μορφή γύρω τους…
Ένα άδειο δωμάτιο, ο καθρέφτης στη μέση και μια καρέκλα μπροστά..
Η αγκαλιά την σήκωσε απαλά και την κάθισε…
Ήθελε να μιλήσει, μα δε μπορούσε.
Έμεινε εκεί ακίνητη να τον κοιτά..
Και τότε μια γυναικεία όψη σχηματίστηκε…
Ίδια με εκείνη αλλά τόσο διαφορετική…
Ήρεμη, χαμογελαστή…
Τα μαλλιά της μακριά, περιέγραφαν το κορμί της, τα μάτια της το ίδιο μελαγχολικά,
Μόνο που στην άκρη η γραμμή τους σχημάτιζε ένα χαμόγελο, τα μάγουλά της ρόδιζαν την λευκή επιδερμίδα της και στο λαιμό της κρεμόταν ένα φωτεινό δάκρυ, τόσο λαμπερό που η λάμψη του διαπέρασε τον καθρέφτη και πήγε να φωλιάσει στα δικά της μάτια…
Εκείνη απλά την κοιτούσε…
Τότε κατάλαβε ότι ήταν ακόμη ζωντανή…
Η καρδιά της άρχισε να χτυπά με δύναμη, τόση δύναμη που ο ήχος της κάλυψε το δωμάτιο, ενώθηκε με τους πύρινους τοίχους και σήκωσε ένα κύμα λάβας τόσο ψηλό που ένας κόκκινος ουρανός σχηματίστηκε από πάνω τους.
Έκανε να μιλήσει, μα όσο κι αν κινούσε τα χείλη της, η φωνή δεν έβγαινε..
Η γυναίκα του καθρέφτη της χαμογέλασε, και με μία απαλή κίνηση, τόσο αρμονική, τόσο μουσική… έβγαλε το δάκρυ από το λαιμό της και με μία κίνηση το πέρασε στον δικό της λαιμό… κι εχάθη………
Τότε όλα άρχισαν πάλι να χάνονται και πριν προλάβει να αντιδράσει, η πύρινη αγκαλιά την άρπαξε τη σήκωσε ψηλά και με δύναμη την ώθησε προς τα πάνω…

Ένα φως άρχισε να παίζει πίσω από τα βλέφαρά της… με την άκρη του ματιού της είδε μια λάμψη στο παράθυρο… πετάχτηκε!
Έτρεξε προς το παράθυρο, η μέρα είχε πάρει πάλι τους ρυθμούς της… κοίταξε γύρω της, όλα ήταν στη θέση τους… το σώμα της πατούσε στο πάτωμα… πήγε στο καθρέφτη… το πρόσωπό της ίδιο… μόνο που κάτι λαμποκοπούσε μέσα από τη πυτζάμα της.. ένα δάκρυ μενταγιόν…
«δεν ήταν όνειρο;» απόρησε.
Το έβγαλε κι έκατσε στο κρεβάτι να το παρατηρήσει μέσα στη χούφτα της…
Ένα χαμόγελο γνώριμο είδε να σχηματίζεται…
Χαμογέλασε…
Το φόρεσε ξανά στο λαιμό και βγήκε από το δωμάτιο._

ΕΥ-ΔΟΚΙΑ
03/03/2012



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 9
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

Το όνομά μου βυθίζεται και αναδύεται όπως το κορμί τη στιγμή της βάπτισης...
 
ΕΥ-ΔΟΚΙΑ
03-03-2012 @ 09:08
http://youtu.be/_n6zqgMp3CQ
Antony-P
03-03-2012 @ 09:11
Πολύ ωραίο ::up.:: Καλό μήνα
monajia
03-03-2012 @ 10:33
ΥΠΕΡΟΧΟ................................

::love.:: ::love.:: ::love.::
Tikalouba
03-03-2012 @ 12:20
Αναπνέεις για να ζεις της έλεγαν οι μεγάλοι
Ποτέ δε κράτησε την αναπνοή της… ::yes.:: ::yes.::
naoum
03-03-2012 @ 12:28
εκλεκτο
ΕΛΠΗΝΟΡΑΣ
03-03-2012 @ 20:52
Ωραίο
::up.:: ::up.:: ::up.::
ΛΥΔΙΑ_Θ
08-03-2012 @ 20:19
ΖΗΛΕΥΩ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! ::theos.:: ::love.::
maniauri
13-03-2012 @ 13:24
Όλο δυνατό και καλογραμμένο. Το όνειρό σου να είναι ¨καλό και ευλογημένο¨ !!!!!!!!!!!!!::theos.:: ::yes.:: ::theos.:: Καλό μεσημέρι Ευδοκία.
στίχος
21-03-2012 @ 14:39

..παραμύθι για μεγάλα παιδιά..
παραμύθι που ελάχιστοι έχουν το προνόμιο να το βιώσουν..ίσως μόνο οι ερωτευμένοι..
μαγικό...!!!

χαίρομαι που σε ξανασυναντώ!!!

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο