Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Κάτω απ' το νεκροταφείο
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130608 Τραγούδια, 269424 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Κάτω απ' το νεκροταφείο
 
Ήμουν νέος.
Γεμάτος ορμή αλλά και φόβους.
Οι ωραίες στιγμές που είχα ζήσει μου φαίνονταν τόσο μακρινές..Σαν να ανήκαν σε μια προηγούμενη ζωή. Τόσα παλιά. Ένιωθα κουρασμένος, συνήθως..
Δε ξέρω γιατί. Λίγες ήταν οι στιγμές που ένιωθα απελευθερωμένος. Τόσο λίγες που όταν με έβρισκαν με έπιανε μια μανία για ζωή, ένα άγχος να ζήσω γρήγορα! Γρήγορα Γιώργο! Η ζωή τελειώνει! Κι εσύ τι κάνεις!!! Γιατί!
Αυτή με κοίταζε τόσο επίμονα που στα μάτια της έβλεπα τη ζωή γεμάτη λαχτάρα που νοσταλγούσα.
Με ήθελε. Εγώ μάλλον όχι. Αλλά γιατί όχι.
Ήταν η τελευταία της μέρα. Ήθελε να με δει. Σκέφτηκα πως την τελευταία μέρα πάντα συμβαίνει κάτι μαγικό. Τόσο μαγικό που μόλις τελειώσει έχεις ένα γλυκό πόνο. Ένα αγκάθι στο πόδι που όσο περπατάς μπαίνει και πιο βαθιά. Κι όμως κάτι μέσα σου λέει περπάτα ρε!
Μη δίνεις σημασία. Μέχρι να πεθάνεις θα έχει φύγει!
Αυτή έφευγε σε λίγες ώρες.
Λογικά δε θα τη ξανάβλεπα.
Αλλά και να τη ξανάβλεπα θα ήταν αλλού, θα ήταν διαφορετική. Θα ήμουν διαφορετικός.
Ναι, η ζωή κυλούσε και δεν ανεχόταν άλλο πια την καθυστέρησή μου.
Σε 10 λεπτά στην πλατεία.
Πήγαμε μια βόλτα προς το λιμάνι.
Φτάσαμε κάτω απ' το σπίτι μου.
Δεν ήθελε να μπει.
Της είπα να μπει για λίγο και θα ξαναφεύγαμε.
Μπήκαμε στο σπίτι.
Την κέρασα καρπούζι. Ήταν καλοκαίρι.
Έκανε πολύ ζέστη.
Βγήκαμε για μια βόλτα στην άδεις πόλη.
Την άφησα να επιλέξει από ποια μεριά του δρόμου θα πηγαίναμε τη βόλτα μας.
Διάλεξε το δρόμο που οδηγούσε προς την κοντινή παραλία. Έξω απ' την πόλη.
Φτάσαμε κάτω απ'το νεκροταφείο. Σκέφτηκα να πάμε μια βόλτα στους τάφους. Ήταν αρκετά φωτισμένοι για να μη φοβάται ο κόσμος... το θάνατο?
Τι να φοβηθείς απ' αυτόν. Δε θα το καταλάβεις καν σαν πεθάνεις. Απλά δε θα είσαι πια εκεί.
Αλλά τώρα ήμουν εδώ. Με αυτήν. Ζωντανός.
Σκέφτηκα να προσπεράσουμε το νεκροταφείο και να συνεχίσουμε το δρόμο.
Βρεθήκαμε κάτω από ένα εγκαταλλειμμένο παλιό σπίτι.
Ανέβηκα. Έκανα μια βόλτα γύρω απ' το σπίτι.
Τίποτα ενδιαφέρον.
Κι εκεί οι άνθρωποι είχαν φροντίσει να έχουν μια δυνατή λάμπα για να μη τους φοβίζει το τοπίο.
Σκέφτηκα πως το ενδιαφέρον βρισκόταν πιο κάτω.
Στην παραλία υπήρχαν δυο παγκάκια.
Κάθισα στο ένα.
Σε λίγο ήρθε κι έκατσε δίπλα μου.
Προσπάθησα να πιάσω κουβέντα μα δε μου ερχόταν τίποτε να πω.
Της είπα να μου πει κάτι για τον εαυτό της.
Απάντησε πως δε μπορούσε απλά να μιλάει για τον εαυτό της.
Έπρεπε να τη ρωτήσω κάτι.
-Έχεις αδέρφια?
-Ναι, άλλα 4.
Άρχισε να μιλά για τη μεγάλη της αδερφή.
Πριν προλάβει να τελειώσει χτύπησε το τηλέφωνό της.
Ήταν η μεγάλη της αδερφή.
Τέλειωνε, της είπε, σε λίγο φεύγει το λεωφορείο.
Πόσο χρόνο έχουμε? τη ρώτησα.
Όχι πολύ, μου λέει.
Άρχισε να μου χαιδεύει τα μαλλιά.
Την πλησίασα κι άρχισα να χαιδεύω κι εγώ τα δικά της.
Αγκαλιαστήκαμε.
Φιληθήκαμε.
Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε.
Δεν το σήκωσε.
Συνεχίσαμε φιλιόμαστε.
Ξαναχτύπησε.
-Άντε! που είσαι? Θα χάσουμε το λεωφορείο!
Σηκώθηκε.
..
-Που πας?
-Δεν έχουμε χρόνο...
-Ούτε για ένα τελευταίο φιλί?
Την τράβηξα στο μέρος μου και σμίξαμε τα χείλη μας για άλλη μια φορά.
Ένιωσα πως εχω 2 λεπτά για να ανακαλύψω το σώμα της.
Την αγκάλιασα σφιχτά.
Φιλιόμασταν ενώ με τα χέρια της μου άγγιζε την πλάτη.
Έβαλα το χέρι μου μέσα από τη μπλούζα της.
Το στήθος της ήταν ζεστό.τη
Θέλησα να βγάλω το εσώρουχό της.
Σκέφτηκα πως δεν υπήρχε χρόνος.
Έβαλα το χέρι μου από μέσα και συνέχισα την εξερεύνηση του νεανικού της κορμιού.
Ένιωσα πως αν δε σταματούσα δε θα έφευγε ποτέ.
Θα έχανε το λεωφορείο.
Δε ξέρω αν θέλαμε κάτι τέτοιο.
Έβγαλα το χέρι μου από τη μπλούζα της.
Της έφτιαξα τα ρούχα όπως ήταν πριν.
Σηκωθήκαμε απ' το παγκάκι.
Πήραμε το δρόμο προς το σπίτι της.
Την άφησα απ' έξω.
Μου έριξε ένα βλέμμα και χάθηκε στο σκοτάδι.
Σε δυο λεπτά θα έβγαινε με τις βαλίτσες της.
Έφυγα βιαστικά.
Πήρα το μακρινό δρόμο προς το σπίτι.
Ποιο σπίτι..
Δεν ήθελα κανένα σπίτι.
Είχε αρχίσει να ξημερώνει κι εγώ έπρεπε να κοιμηθώ για να ξυπνήσω την επόμενη μέρα.
Για να είναι μια καινούρια μέρα.
Για να μη μπερδέψω το ρολόι μέσα μου.
Για να μη χαθώ μέσα μου ακόμη περισσότερο.
Για να ξεφύγω απ' την τρέλα για ακόμη μια φορά.
Ίσως φοβόμουν.
Ένιωθα πως κάτι έλλειπε.
Δε θυμάμαι πως κοιμήθηκα.
Θυμάμαι πως ξύπνησα με ένα μεγάλο καινό μέσα μου.
Και τώρα χρειαζόμουν το ναρκωτικό του χρόνου.
Ξεκούραση.
Χρόνο μες στο χρόνο όπου δε θα κάνω τίποτα.
Τίποτα.
Κι αυτή?
Αυτή μου φαινόταν πιο νέα.
Ίσως ο δικός της δρόμος να ήταν πιο ανώδυνος.
Να περνούσε μια πιο εύκολη ζωή.
Μετά το τελευταίο μας φιλί μου είπε πως τώρα δε θα ξεχνούσε ποτέ αυτή τη νύχτα στο νησί.
Ίσως κι αυτή να αρεσκόταν στο να ζει μέσα σε αναμνήσεις.
Κι εγώ που προσπαθούσα να ξεφύγω από τις αναμνήσεις δεν κατάφερνα κάτι.
Πάντα μόνος ένιωθα.
Ούτως ή άλλως.
Η ζωή μια φορά μας δίνεται.
Άπαξ που λέει κι ένας φίλος.
Καληνύχτα



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 3
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Συλλογή
      Πολύ κούραση για το τίποτα
      Κατηγορίες
      Αταξινόμητα
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

δεν έχω
 
Faber-Castell
08-08-2015 @ 11:56
πολύ καλό
smaragdenia
08-08-2015 @ 16:55
Ούτως ή άλλως.
Η ζωή μια φορά μας δίνεται.

ENA KOMΜΑΤΙ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ

Χρειάζεται κανείς
να εγκαταλείψει εντελώς
την αναζήτηση ασφάλειας
και να ρισκάρει
απλώνοντας τα δυό του χέρια,
πρέπει να αρπάξει
και να αγκαλιάσει την ζωή
σαν εραστής.

ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΗ Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΣΟΥ........... ::up.:: ::up.:: ::up.::
Αγνή
08-08-2015 @ 17:59
ξέρεις είναι υπέροχο κείμενο...
πιστεύω πως κάποτε διαχειρίζεται κανείς αλλιώς
τον πάντα λίγο χρόνο του...θέλω να πω, πως
κάποτε δεν γράφεις γιά τον λίγο σου χρόνο, τον ζεις

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο