Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
stixoi.info: Όπως καταλαβαίνεις είναι βράδυ... 4
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130585 Τραγούδια, 269419 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Όπως καταλαβαίνεις είναι βράδυ... 4
 Αφού οι μικρές συνέχειες δεν απέδωσαν...
 
Περπατώντας στον κήπο του παλατιού μετά την νυχτερινή μου επίσκεψη στην Ιντέγκρα σκεφτόμουν διάφορα πράγματα. Πόσο κοντά ήμουν στην τελική νίκη, πόσο απέλπιδη είναι η προσπάθειά τους να με σταματήσουν και πως παρόλα αυτά, εγώ είμαι εδώ περιμένοντας, ανήμπορος να κάνω κάτι και αυτή έχει ακόμα το ισχυρότερο χαρτί. Η μονομαχία αύριο δεν μου εξασφαλίζει το αποτέλεσμα άσχετως αν νικήσω ή χάσω. Δεν είμαι καν σίγουρος αν η Ζακλίν ζει ακόμα. Δεν υπάρχει χαρά, δεν υπάρχει θρίαμβος αν δεν μπορώ να τον μοιραστώ μαζί της. Καμία εκδίκηση δεν θα μπορούσε να την αναπληρώσει, κανένας θάνατος δεν επιστρέφει τους χαμένους στην ζωή.
Σε ένα σημείο με παχύ γρασίδι ξάπλωσα και καρφώνοντας το βλέμα μου στον ουρανό σκεφτόμουν φωναχτά. «Δεν παίζεις δίκαια… όχι δεν παίζεις δίκαια. Κάποτε είχες έναν πραγματικό αντίπαλο για μένα, μια πραγματική πρόκληση.
Πού είσαι τώρα Ρέυμοντ;
Πού είσαι;
Ρέυμοντ Βαν Χελσινγκ υπερασπίσου την τιμή της οικογένειάς σου!!
Αλλά ξέχασα, είναι νεκρός, πολύ βολικό αυτό για αυτόν. Ο άνθρωπος που συμβάδιζε με την μοίρα, που αγνοούσε το φέρσιμο της… ήταν τώρα νεκρός. Είχες κάποιον καλύτερο από μένα, μου υποσχέθηκες μια μάχη που θα τελείωνε αυτή την τραγωδία. Αλλά αντ’ αυτού μου προβάλλεις ένα μικρό μυξιάρικο. Δεν πίστευες ότι ήταν έτοιμη για μένα όμως, γι αυτό… φρόντισες και την Ζακλίν. Αυτή είναι η αίσθηση της δικαιοσύνης σου; Ως πότε θα κρύβεσαι πίσω από το φουστάνι της… Δεν παίζεις με τους κανόνες Μεγάλε… Αλλά πάλι, αυτούς ποιος τους φτιάχνει;»
Σαν απάντηση στην ερώτησή μου άρχισε να βρέχει, σηκώθηκα, τίναξα την λάσπη από πάνω μου και συνέχισα την βόλτα αυτή τη φορά με κατεύθυνση προς το δάσος. Βρεγμένος και με τα μαλλιά να εμποδίζουν την όρασή μου, όπως περίπου είχε ξεκινήσει αυτό το παραμύθι, περπατούσα αργά βυθισμένος στις σκέψεις μου. Προχωρούσα για ώρα ανάμεσα σε καλοφροντισμένους θάμνους με λουλούδια και σπάνια δενδρίλια, διατεταγμένα έτσι ώστε να δημιουργούν χαλαρά ορισμένους διαδρόμους, για να απολαμβάνουν οι κυρίες της αυλής και οι ευγενείς τους πρωινούς περιπάτους τους. Το γνώριμο πια σεληνόφως που έλουζε τα πάντα γύρω μου έδινε μια ασημένια απόχρωση στον χώρο που κανένας δεν μπορούσε να θαυμάσει εκτός από μένα. Σιγά σιγά η βλάστηση αραίωνε και έφτασα τελικά στην πόρτα του παλατιού. Οι φρουροί κείτονταν νεκροί από πριν, πέρασα ανενόχλητος την χρυσοστόλιστη σιδερένια πύλη και περπάτησα μέχρι που έφτασα στα πρώτα δέντρα του δάσους. Την νύχτα το δάσος ζωντανεύει και φανερώνει μυστικά που μόνο ελάχιστοι ξέρουν. Τα δέντρα σιγομουρμούριζαν μεταξύ τους για τον περίεργο επισκέπτη που ήρθε στα μέρη τους. Μερικά με έδειχναν με τα κλαδιά τους. Το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να τεντώσω τα αυτιά μου και να ακούσω.
«Τον έχετε ξαναδεί;» «Ποιος είναι;» «Φαίνεται παράξενος» «Τι θέλει εδώ τέτοια ώρα;»
Οι θάμνοι έκαναν να με αγγίξουν αλλά αποτραβιόντουσαν γρήγορα από το παγερό άγγιγμα. Ανάμεσα στους ήχους της φύσης, ακουγόταν σταθερός ο μεταλλικός ήχος ενός τσεκουριού που ερχόταν από βαθύτερα στο δάσος. Μη έχοντας τι καλύτερο να κάνω ακολούθησα αυτόν τον ήχο, που με την μονοτονία του με έκανε να ξεχνιέμαι. Μετά από λίγο η οξυμένη μου όραση εντόπισε έναν γέρο νέγρο ξυλοκόπο να είναι σκυμένος πάνω από ένα φέρετρο, και να τελειώνει κάτι λεπτομέρειες στο κάλυμα.

«Δεν αφήνεις κουβέντα να πέσει κάτω έτσι;» Ρώτησα με αρκετή δόση απογοήτευσης αλλά και ειρωνείας.
«Πάντα αγενής» Απάντησε ο ξυλοκόπος «Πες ένα ευχαριστώ, δεν είναι αριστούργημα αλλά είναι ότι καλύτερο μπορούσα σε τόσο μικρό διάστημα.»
«Δεν θα μπορούσα να αρνηθώ τέτοιο δώρο από σένα αλλά μήπως έπρεπε να ήταν πιο μεγάλο; 2.10 περίπου ας πούμε;»
«Οξυδερκής όπως πάντα, μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο και για τους δικούς μου. Έχουν μια τάση να είναι μονόχνωτοι δεν βρίσκεις;»
«Πέρα από κάθε ελπίδα. Μόνο μια… θεική παρέμβαση ίσως… Τι θα έλεγες την Δευτέρα Παρουσία αντί για άφεση αμαρτιών να έχουμε αφαίρεση παρωπίδων;»
«Έχεις… διαβολεμένο χιούμορ Βλάντ, ρίχνεις πολλές κοπέλες έτσι;»
«Χτυπάς κάτω από την ζώνη, για δεύτερη φορά Μεγάλε. Θα περίμενα κάτι καλύτερο από σένα.»
«Επιτέλους φτάσαμε στο θέμα. Μίλησες πιο πριν για κανόνες αν δεν κάνω λάθος. Ας δούμε λοιπόν ποιος παρέβει τους κανόνες εδώ Βλάντ.» Βγάζει ένα τόμο από εγκυκλοπαίδεια μέσα από το φέρετρο. Τον φυσάει να φύγει η σκόνη και τον ανοίγει.
«Για να δούμε… συμφωνίες με τον διάβολο. Εδώ είναι η δικιά σου, Για να δούμε, αιώνια ζωή, μαγικές δυνάμεις, νυχτόβιος… αχαα!! Συναισθήματα, διαβάζω λοιπόν αυτολεξεί το κειμενο: Αποκυρήσω κάθε ανθρώπινο συναίσθημα πλην της θλίψης, του πόνου, του μίσους, της δίψας και της απόλαυσης της μάχης και του φόνου και σε αντάλαγμα λαμβάνω… Δεν βλέπω πουθενα να λέει έρωτα ή αγάπη. Ποιός λοιπόν παρέβει τους κανόνες εδώ Βλάντ; Εγώ απλά ήρθα να επαναφέρω την τάξη των πραγμάτων πρωτού ανέβει ο φίλος μου από κάτω να επειληφθεί προσωπικά του θέματος. Αν συμβεί αυτό θα είναι καταστροφικό για σένα» Με αυτά τα λόγια ο ξυλοκόπος εξαφανίστηκε από μπροστά μου και με άφησε γεμάτο απορίες για άλλη μια φορά.
Είχα αποκυρήξει αυτά τα συναισθήματα, αυτό to θυμόμουν. Όμως ήξερα τι ένωθα για την Ζακλίν και κανείς δεν θα μου έλεγε ότι ήταν λάθος!!! Δεν μπορεί να ήταν λάθος. Δεν ήταν λάθος. Δεν είναι λάθος. Αύριο θα ξαναέβλεπα την Ζακλίν ακόμα και αν ήταν το τελευταίο πράγμα που θα έκανα. Ήξερα πλέον ότι δεν είναι νεκρή, δεν σκοτώνει ποτέ αθώους. Άρα αύριο θα κρίνονταν όλα… για όλους μας. Με αυτά τα λόγια μπήκα στο φέρετρο και έκλεισα το κάλυμα καθώς ο ήλιος ανέτειλε.

Όταν το φέρετρο άνοιξε πάλι ήταν βαθύ σκοτάδι. Η πανσέληνος μεσουρανούσε στον καθαρό από σύνεφα ουρανό και τα αστέρια έχαναν την φωτεινότητά τους μπροστά της. Τέτοιες νύχτες είναι που με κάνουν να θυμάμαι γιατί είμαι νυχτοβάτης.
Κοιταξα ψηλά, το στερέωμα είχε κάθε φορά και κάτι καινούριο να μου πει. Μια νέα ιστορία αγάπης, μίσους φθόνου ή πάθους. Σήμερα σιωπούσε… με παρατηρούσε… κάποιος άλλος κάπου θα μάθαινε την δική μου ιστορία απόψε. Ίσιωσα τα ρούχα μου, τέντωσα τα μέλη μου να ξεπιαστούν και κάθησα στον κομένο κορμό από το δέντρο που είχε χρησιμοποιήσει χθές ο ξυλοκόπος. Ήξερα ότι η Ιντέγκρα θα ερχόταν να με βρεί εδώ οπότε απλά περίμενα προσπαθώντας να αδειάσω το μυαλό μου από τα χθεσινά συμβάντα και να προετοιμαστώ για την μονομαχία.
Το ρολόι του παλατιού έδειχνε ακριβώς δώδεκα όταν άκουσα βήματα να πλησιάζουν. Δίεκρινα τους ήχους από βάδισμα τριών ατόμων, το πρώτο φορούσε μπότες ξιφομαχίας και το κάθε βήμα του άφηνε βαθύ ίχνος στο χώμα, κάτι που το έκανε να ακούγεται αργό και μακρόσυρτο, αφήνοντας την υπόνοια ότι κουβαλούσε ένα σεβαστό σωματικό βάρος. Τα άλλα δύο άτομα περπατούσαν πολύ κοντά με κοφτά βήματα πράγμα που φανέρωνε ότι το ένα ανάγκαζε το άλλο να προχωρά.
Δεν άργησαν να φανούν στην τοποθεσία που βρισκόμουν. Μπροστά πήγαινε ο ψηλός κληρικός φορώντας πάντα τα διακριτικά γυαλιά του και χαμογελώντας. Πίσω ακολουθούσαν η Ιντέγκρα με το γνωστό υπεροπτικό ύφος, ο ύπνος που της είχα στερήσει δεν την είχε πειράξει καθόλου φαίνεται, με ελεύθερα τα μαλλιά της με κοιτούσε ακλόνητη. Το τρίτο πρόσωπο ήταν η Ζακλίν, αυτή σε αντίθεση με την Ιντέγκρα ήταν σαφώς καταπονημένη και δεν αντιδρούσε πλέον στα σπρωξίματα που δεχόταν για να προχωρά πιο γρήγορα. Τα χέρια της ήταν δεμένα πίσω από την πλάτη στο ύψος των καρπών. Τα ματια μας συναντήθηκαν για λίγα δευτερόλεπτα και κάτι πήγε να πει αλλά μια βίαιη σπρωξιά την ανάγκασε να πέσει στο έδαφος και να σωπάσει.
«Ξαναβρισκόμαστε κόμη, για τελευταία φορά υποθέτω.» Μίλησε πρώτη η Ιντέγκρα.
«Για σένα Ιντέγκρα είναι η τελευταία φορά για οτιδήποτε, απόλαυσε λοιπόν την τελευταία σου νύχτα… είναι τόσο όμορφη.»
«Βιάζεσαι να κρίνεις το αποτέλεσμα… αλλά ας αφήσουμε τις πράξεις να μιλήσουν. Γνωρίζεστε με τον Αλεξάντερ υποθέτω. Αλλά ας στον ξανα συστήσω. Πάλαντιν Αλεξάντερ Άντερσον ιππότης του τάγματος των Ισκαριωτών, μέλος της επίλεκτης φρουράς του Πάπα, με πάνω από 200 εκκαθαρίσεις μιασμάτων σαν εσένα.». Πέρασε το χέρι από τα ξανθά μαλλιά του και ίσιωσε τα γυαλιά του, που γυάλιζαν στο φως του φεγγαριού. Κρατώντας όλη αυτή την ώρα το χαμόγελο του, που έπαιζε με τα όρια της τρέλας έκανε μια βαθειά υπόκλιση.
Όταν τελείωσε το λογίδριό της η Ιντέγκρα χειροκρότησα ελαφρά και είπα
«Άρα είναι καλά εκπαιδευμένο σκυλι, κρίμα που δεν θυμάμαι πόσα έχω σκοτώσει για να πώ τον αριθμό όλο καμάρι. Θα πείτε κι άλλα τέτοια αστεία;»
«Πολύ καλά, ότι ήταν να ειπωθεί ειπώθηκε ήδη. Ας μιλήσουν οι πράξεις από δω και μπρός. Δίαλεξε όπλο.»
«Δεν θα χρειαστεί, θα παλέψω όπως με βλέπετε»
«Μάλιστα, σε αυτή την περίπτωση Αλεξάντερ δείξε του τι επέλεξες»
Ο κληρικός, άνοιξε το παλτό του που από μεσα γυάλιζε από χίλιων ειδών μαχαίρια και σπαθιά.
«Ωραία» γέλασα, «ας αρχίσει η γιορτή»

Ο γερος ξυλοκόπος ξεκουραζόταν με την πλάτη σε μία πέτρα, σαν άλλη μια κουραστική μέρα να είχε περάσει από πάνω του. Κάθε τόσο σκούπιζε με το μανίκι τον ιδρώτα από το μέτωπό του και αφουγκραζόταν το δάσος…
«Τους ακούς;»
«Φυσικά… δεν είναι σκέτη απόλαυση;» Μια ασπροντυμένη φιγούρα που στεκόταν λίγο πιο δίπλα απάντησε στην ερώτησή του, «αδημονώ να τελειώσει η μονομαχία…»
«Ξέρεις ότι πάντα έβρισκα τα γούστα σου, τουλάχιστον περίεργα… Δεν μπορώ να φανταστώ τι έχεις στο μυαλό σου…»
«…Αλλά ποτέ δεν σε απογοήτευσα» διέκοψε ο ασπροντυμένος, αφήνοντας να φανεί ένα πονηρό χαμόγελο. «Απορώ, αφού είναι χαμένη υπόθεση… γιατί δεν εγκαταλείπεις»
«ΚΑΝΕΙΣ δεν είναι χαμένη υπόθεση» ύψωσε κάπως την φωνή του ο ξυλοκόπος και έπειτα επιστρέφοντας στο κανονικό συμπλήρωσε «είναι άλλωστε και θέμα γοήτρου».
«Όπως νομίζεις… είσαι λοιπόν έτοιμος να δείς, ξανά, πως γεννιούνται τα τέρατα»

Σταθήκαμε απέναντι ο κληρικός κι εγώ, η Ιντέγκρα και η Ζακλίν απομακρύνθηκαν από το σημείο, κοιταχτήκαμε στα μάτια και το χαμόγελό του πλάτυνε κι άλλο. Θαρρούσες πως θα ξεσπούσε σε ασυγκράτητα γέλια από στιγμη σε στιγμή αλλά ξαφνικά αγρίεψε καιι με ένα αστραπιαίο τίναγμα των χεριών του 2 στιλέτα εκσφενδονίσηκαν προς την κατέυθυνση μου. Χωρίς να χάσει στιγμή ξεχύθηκε κατά πάνω μου και η ταχύτητά του ξεπερνούσε αυτή των στιλέτων. Στο λιγοστό φως της νύχτας η Ιντέγκρα και η Ζακλίν τον έχασαν από τα μάτια τους. Εγώ όμως έβλεπα ξεκάθαρα τις κινήσεις του. Τράβηξε ένα σπαθί με πλατιά λάμα από το παλτό του χωρίς να ανακόψει ούτε στιγμή την πορεία του και έφτασε μπροστά μου ταυτόχρονα με τα στιλέτα. Εκείνη την στιγμή χαθηκά κι εγώ από τα μάτια των αποσβολωμένων μαρτύρων της μονομαχίας. Λυγίζοντας προς τα πίσω τον κορμό μου και τον αριστερό ώμο απέφυγα τα στιλέτα, ο κληρικός δεν έχασε ευκαιρία και κατέβασε το σπαθί του από δεξιά μου προς τα αριστερά. Έπιασα την λάμα ανάμεσα στα χέρια μου και ένιωσα την υπεράνθρωπη δύναμη του αντιπάλου μου να πιέζει το σπαθί να προχωρήσει και να βρεί τον στόχο του. Έτσι μείναμε ακίνητοι για ένα διάστημα και η έκπληξη στα πρόσωπα των δύο γυναικών έδωσε την θέση της στην αγωνία. Κοιταζόμασταν κατάματα όση ώρα κρατούσε η αναμέτρηση δύναμης και είχαμε και οι δύο την έκφραση της παρανοϊκής ευτυχίας, με την προσδοκία της αρχαιότερης απόλαυσης αυτής της επικράτησης απέναντι σε έναν ισάξιο αντίπαλο.
«Τι έγινε Φαρισαίε!! Μόνο αυτό έχεις» με αυτά τα λόγια η λέπίδα του σπαθιού έσπασε και το τεράστιο σώμα του μανιασμένου κληρικού έπεσε πάνω στο δικό μου πετώντας με κάτω. Έτσι βρέθηκα με την πλάτη στο χώμα και τον αντίπαλό μου από πάνω να με έχει ακινητοποιήσει. Χωρίς δεύτερη σκέψη τράβηξε άλλο ένα ίδιο σπαθί από το παλτό του. «αν κινείται έτσι κουβαλώντας τόσα όπλα φαντάζομαι τι θα ήταν ικανός να κάνει χωρίς όλο αυτό το βάρος πάνω του.» σκέφτηκα αλλά δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω τον συλλογισμό μου γιατί μια αγιασμένη λεπίδα κατέβαινε με ασύλληπτη ταχύτητα προς το πρόσωπό μου. Ελευθερώνοντας το δεξί μου χέρι χτύπησα το σπαθί αποτρέποντας το απευθείας χτύπημα και αυτό προσγειώθηκε λίγα χιλιοστά αριστερά από το πρόσωπό μου, χαράσοντας με ελαφρά στο μάγουλό. Αυτό βέβαια με έσωσε μόνο προσωρινά γιατί ο κληρικός είχε τραβήξει και δεύτερο σπαθί και είχε εγκλωβίσει το κεφάλι μου ανάμεσά στα δύο.
«Ετοιμάσου να γευτείς την επουράνια τιμωρία τέρας της κολάσεως, οι αμαρτωλές μέρες σου σε αυτό τον κόσμο τελείωσαν. Είθε η ψυχή σου να βασανίζεται στο πύρ το εξώτερον για μια αιωνιότητα.»
«Ακόμα και αυτό είναι μικρότερο μαρτύριο από το να ακούω τις φλυαρίες σου. Αυτό είναι το σχέδιό σου; Θα με κάνεις να βαρεθώ μέχρι θανάτου;»
Πριν τελειώσω την φράση μου τα σπαθιά έκλεισαν και για μια στιγμή σιωπή επικράτησε παντού. Έπειτα ο κληρικός σηκώθηκε όρθιος και πλημηρισμένος από άγρια χαρά ξέσπασε σε ένα παραλήρημα παρανοϊκου γέλιου που γέμισε όλο το δάσος. Χρόνια συσωρευμένου μίσους ξεχύνονταν με αυτή την μορφή, έτσι γίορταζε τον αιματηρό του θρίαμβο. Σίγουρα τον μεγαλύτερο της ζωής του.
Η Ιντέγκρα αναθάρησε, έδιωξε ακαριαία την όποια ανασφάλεια είχε και οι ενδόμυχες σκέψεις της για την απαλλαγή του κόσμου και της οικογένειάς της από αυτή την κατάρα της έδιναν το δικαίωμα να χαμογελάει.
Η Ζακλίν δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που είχε δει. Όλα της τα όνειρα είχαν γκρεμιστεί από μια κίνηση. Έτρεμε από το σοκ, ήθελε να κλάψει αλλά δεν μπορούσε. Έκρυψε λοιπόν το πρόσωπό της στα χέρια της και περίμενε τα δάκρυα να έρθουν.
«Είναι η σωστή στιγμή για να πανικοβάλεσαι Ζακλίν;» Μια απόκοσμη φωνή ακούστηκε από ολόγυρα τους. Το φως της σελήνης έπαψε να φωτίζει το ξέφωτο και όλα βυθίστηκαν στο σκοτάδι. Το γέλιο του κληρικού κόπηκε απότομα και η σιγουριά της Ιντέγκρα αντικαταστάθηκε πάλι με αμηχανία. Η Ζακλίν δεν μπορούσε να πιστέψει τα όσα γίνονταν.
Δύο κόκκινα μάτια φάνηκαν να τους κοιτάζουν από το σκοτάδι στο σημείο που βρισκόμουν ακίνητος λίγα λεπτά πιο πρίν.
«Με αποκάλεσες τέρας, γιατί λοιπόν εκπλήσεσαι; Ω! Μάρτηρα του Ιαχωβά!»
Έκανε να τραβήξει άλλο όπλο για να αμυνθεί. Αλλά δεν πρόλαβε καθώς ένιωσε τις δικές του λεπίδες να τον διαπερνάνε στο στήθος. Με έκδηλο μίσος αλλά και το ίδιο παρανοϊκο χαμόγελο που είχα δει πίσω στο παλάτι με κοίταξε για τελυταία φορά και έπειτα το γιγάντιο κορμί του σωριάστηκε άψυχο στο έδαφος. Έπειτα γύρισα προς την Ιντέγκρα που για πρώτη φορά ήταν πανικοβλημένη. Προσπάθησε να τρέξει αλλά βρέθηκα μπροστά της και χτυπώντας πάνω μου έπεσε στο έδαφος.
«Δεν είσαι άξια να σκοτωθείς από μένα. Περίμενα μια λαμπρή απόγονο του Ρέυμοντ βαν Χελσινγκ, που θα είχε δαμάσει την μοίρα όπως αυτός. Αντ’ αυτού βλέπω ένα κουρέλι αδύναμο να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Όμως το αίμα των Χέλσινγκ τρέχει ακόμα στις φλέβες σου και ελπίζω στο μέλλον να ξαναβρεθεί κάποιος αντάξιος του ονόματος. Η αιωνιότητα είναι αβάσταχτη χωρίς την προσμονή μιας πραγματικής πρόκλησης. Φύγε τώρα προτού αλλάξω γνώμη.»
Έφυγε τρέχοντας προς το παλάτι χωρίς να κοιτάξει καν πίσω. Είμαι σίγουρος πως οι απόγονοι της θα έχουν περισσότερες ικανότητες και λιγότερη αυτοπεποίθεση. Κλείνοντας και τον τελευταίο ανοιχτό λογαριασμό μου γύρισα προς την Ζακλίν.

Έλυσα τα χέρια της και έπεσε στην αγγαλιά μου, δεν έκλαψε όμως απλά με κοίταξε στα μάτια και καταλάβαμε και οι δύο τι θέλαμε. Σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της και έκλεισε τα μάτια. Τα χείλη μας πλησίασαν, σχεδόν ακούμπησαν.

«Συγνώμη, μήπως διακόπτω σε ακατάληλη στιγμή». Ένας κύριος ντυμένος με άσπρα από την κορφή ως τα νύχια πλησίαζε αργά το μέρος που βρισκόμασταν. Δεν χρειάζεται να τονίσω το πόσο απίθανο ήταν να πρόκειται για απλό ταξιδιώτη. Φορούσε πανάκριβα ρούχα, από το παντελόνι μέχρι το σακάκι του τα πάντα σε μια μοντέρνα τάση, κασμιρένια και κάτασπρα. Κάθε τόσο καθάριζε το σακάκι του από την γύρη του δάσους και φαινόταν ενοχλημένος που τα παππούτσια του πατούσαν στο χώμα.
Καθώς πλησίαζε πέρασα το χέρι μου γύρω από τους ώμους της Ζακλίν πού φαινόταν πιο πολύ απωρημένη παρά ξαφνιασμένη από τον ακάλεστο επισκέπτη. Φτάνοντας κοντά μας, έκανε μια υπόκλιση και πήγε να φιλήσει το ζέρι της Ζακλίν. Αυτή δεν το έδωσε όμως κι έτσι απλά επέστρεψε στην προηγούμενη στητή στάση του. Από κοντά τα χαρακτηρηστικά του διαγράφονταν πιο καθαρά, η λεπτή μύτη και το μικρό στόμα του τόνιζαν περισσότερο τα πεταχτά ζυγωματικά του, αλλά αυτό που σίγουρα πρόσεχες στο πρόσωπό του ήταν ένα ζευγάρι μαύρα εξεταστικά μάτια που μετρούσαν διαρκώς το περιβάλλον του… Χωρίς να χαλαρώσω καθόλου περίμενα την κίνησή του.
«Καλόπερνάς εδώ πάνω βλέπω…» είπε δείχνοντας με το χέρι του τον γύρω χώρο και σταματώντας πάνω στην Ζακλίν συνέχισε «…εξαιρετικά θα έλεγα».
«Ε όσο να το κάνεις υπερτερεί από τις φωτιές και τα καζάνια, αλήθεια πως και δεν ανεβαίνεις συχνότερα…».
«Μα φυσικά και ανεβαίνω φίλε μου, απλά δεν έβρισκα ποτέ χρόνο να σε επισκευτώ, δουλειές βλέπεις.»
«Και διασκέδαση» συμπλήρωσα κοιτάζοντας τα ρούχα του από πάνω ως κάτω
«Ε είναι κρίμα να έρχεσαι στο Λονδίνο και να μην επισκέπτεσαι την αγορά… Είμαι σίγουρος ότι η δεσποινής θα συμφωνήσει μαζί μου…» περίμενε την απάντηση της Ζακλίν αλλά αυτή δεν έβγαλε λέξη. Χωρίς να χάσει το κέφι του συνέχισε να μιλάει «Άλλωστε η εικόνα μετράει… εσύ τιμάς αυτή τη ρήση χρόνια τώρα. Πρέπει να συμβαδίζεις με την εποχή σου Βλάντ… ποτέ μην μείνεις πίσω αλλά και ποτέ μην προχωρήσεις μόνος μπροστά.»
«Κανείς δεν σε κατηγόρισε για τίποτα από τα δύο… Πάντως θυμάμαι ακόμα εκείνη την εμφάνιση σου με τα κέρατα και τις ουρές… λέω με βεβαιότητα ότι την προτιμώ από αυτήν… Ή μάλλον είμαι απλά κλασικιστής»
«Και το κερασάκι στην τούρτα ήταν η τρίαινα θυμάσαι… Δεν είσαι κλασικιστής Βλάντ, ρομαντικός είσαι και αυτό είναι το λάθος σου. Στο χα πει τότε… Τέλος πάντων λυπάμαι πολύ που πάλι βρισκόμαστε με αφορμή την δουλειά. Θα σου εξηγήσω αμέσως αλλά φοβάμαι ότι η γλυκήτατη Ζακλίν θα πλήξει με την συζήτηση για το εμπόριο. Οπότε δυστυχώς πρέπει να μείνουμε μόνοι…» Χτύπησε τα δάχτυλά του και η Ζακλίν από δίπλα μου εξαφανίστηκε εν ριπή οφθαλμού με ένα μικρό ουρλιαχτό και σηκώνοντας ένα συνεφάκι σκόνης.
«Τι τις έκανες!!!! Φώναξα αρπάζοντας μια από τις λεπίδες του κληρικού που είχαν πέσει εκεί κοντά»
«Ούτε να το σκέφτεσαι Βλάντ, πως κάνεις έτσι για μια οφθαλμαπάτη. Δεν πίστεψες ότι θα μπορούσα να επιτρέψω μια παραβίαση της συμφωνίας μας… Εκτός φυσικά κι αν επιθυμείς την λύση της εδώ και τώρα οπότε το σκηνικό της συζήτησης θα αλλάξει άρδην… Κάτι σε πυρωμένο κόκκινο, με πολύ ζέστη» Έκανε πως βλέπει μια φανταστική εικόνα στο μυαλό του. Κρατιόμουν με το ζόρι να μην του επιτεθώ… Αν δεν ήξερα πως ήταν μάταιο θα έχανα και αυτό το τελευταιό απομεινάρι αυτοσυγκράτησης και θα γινόταν το δάσος για δεύτερη φορά πεδίο σφαγής. Αλλά ήξερα πως το να τα βάλω μαζί του ήταν πολύ πέρα από τις δυνατότητές μου. Κι έτσι τρελαμένος από τον θυμό έμεινα να τον κοιτάω με μάτια που πέταγαν φλόγες.
«Μα γιατί είσαι τόσο ταραγμένος;» Μιλούσε με ένα αυτάρεσκο σαρκαστικό χαμόγελο, «Ανυσηχείς για την κοπέλα έτσι; Δεν θα την πείραζα το ξέρεις… όχι όταν είναι τόσο σημαντική για σένα. Ξέρεις θα μπορούσα άνετα να σε πάρω μαζί μου γυρίζοντας, έχω κάθε δικαίωμα άλλωστε. Αλλά δεν θα χε πλάκα τότε. Εκεί θα ήσουν απλά άλλη μια από τις βασανιζόμενες ψυχές. Ο Βλάντ Dracula, ο άνθρωπος που έκανε την καλύτερη συμφωνία με τον Διάβολο ένας από το πλήθος… Ποτέ! Σκέφτηκα λοιπόν να σε αφήσω εδώ. Και για να δεις ότι δεν κρατάω κακία θα σου δώσω κι ένα στοιχείο… Ζει ακόμα…» Με αυτά τα λόγια σιγά σιγά άρχισε να σβήνει από τα μάτια μου ως που χάθηκε.

Η λευκή σιλουέτα ξαναφάνηκε δίπλα στον ξυλοκόπο, «Ρουά… Ματ! Απλά τέλειο… Τέτοια ευχαρίστηση είχα να νιώσω πολλά, μα πολλά χρόνια.»
«Πράγματι… ήταν μία από τις πιο φαντασμαγορικές επειδίξεις σου… Πάντα όμως ξεχνάς ότι αυτές οι παρτίδες δεν έχουν ούτε νικητή ούτε ηττημένο. Αυτό που πέτυχες ήταν άλλη μια θεαματική ισοπαλία…»
«Αλήθεια; Ξέρεις τι είναι πιο επικίνδυνο από την ελπίδα...; …Η ψεύτικη ελπίδα. Και η επιδίωξη αυτής είναι που οδηγεί έναν άνθρωπο να καταστραφεί. Η αγαπημένη μου περίπτωση είναι ο Βλάντ… Η αναζήτηση αυτού που είχες και από μόνος σου απέρριψες είναι μια πορεία με μοναδικό τέρμα την παράνοια… Και τι γινεσαι μετά… Αυτό που μισείς πιο πολύ… γίνεσαι Τέρας.»
«Είσαι τόσο χαρούμενος για το επίτευγμά σου που δεν καταφέρνεις να δεις ότι αυτό είναι ένα παιχνίδι χωρίς τέλος. Σήμερα ο Βλάντ έκανε άλλη μια λανθασμένη επιλογή… δεν σημαίνει αυτό όμως ότι θα επαναλάμβάνει το λάθος ξανά και ξανά. Και ξέρεις καλά ότι όταν πάρει την σωστή απόφαση θα λυθεί “το συμβόλαιο” σας.»
«Χα! συνέχισε να ελπίζεις… αυτό είναι που άλλωστε δίνει κίνηση στα κομμάτια τις σκακίερας»

Το τι έκανε ο Βλάντ στην συνέχεια... είναι αγνωστο... θα ήθελα τις δικές σας εκδοχές καθώς και γενικά σχόλια πάνω στους χαρακτήρες και στην αφήγηση...
Ποιά είναι η άποψη σας για το συμπέρασμα του ξυλοκόπου?
Θα με χαροποιούσε να το συζητούσαμε


 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 3
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Παραμύθια
      Ομάδα
      Αταξινόμητα
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

fortune favors the fortunate
 
vas
08-09-2007 @ 17:55
τι λες τώρα?
γιατί χρησιμοποιείς ξένα ονόματα?
και εγώ το κάνω αυτό και αναρωτιέμαι...
grifith
08-09-2007 @ 18:15
Στην συγκεκριμένη περίπτωση τα ονόματα δεν είναι δικά μου...
Δλδ ο κόμης δράκουλας λέγόταιν Vlad Tsepes σύμφωνα με τον θρύλο.
Ακόμα η Ιντέγκρα βγαίνει από το Integral = ολοκληρομένος. Γενικά τα σημαντικά ονόματα τα έχω δανειστεί από άλλες ιστορίες που ασχολούνται με τον κόμη και δεν ήθελα τιμής ένεκεν των δημιουργών τους να τα αλλάξω.

Η Ζακλίν είναι δικό μου όνομα... το επέλεξα γιατί της πάει πολύ... άμα την ήξερες θα συμφωνούσες. ::sad.:: ::sad.::

Βασικά τα ξένα ονόματα δίνουν μια "μακρινή" χρειά στο παραμύθι. Ότι δεν συμβαίνει εδώ, τώρα... αλλά κάπου μακριά κάποιο καιρό... Είναι ωραία αίσθηση δεν νομίζεις.

Έχεις διαβάσει και τα προηγούμενα...
Διευκρινίζεις λίγο το "τι λες τώρα" ::smile.::
agrampeli
09-09-2007 @ 07:26
πολύ μεγάλο θα το διαβάσω άλλη ΄μέρα που θα έχω ώρα ::smile.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο