Στρατοκόπος

Δημιουργός: ακριτας, Αναστάσιος. Π.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Στρατοκόπος


Καβάδι υφαίνω κι’απεικάζω,
το ρούχο αυτό το ταπεινό,
γρικώ, συνάμα και γουρμάζω,
το ζώνομαι να λυτρωθώ.

Στολίδια επάνω του δε βάζω,
μήτε το ντύνω με χαρές,
επάνω του μόνο στοιβάζω,
Μάνα,-μανούλα μου πληγές.

Το ρούχο αυτό το ταπεινό
θεέ μου ας ήταν φωτεινό
σαν το φορώ να μην γελάνε
Μάνα οι ανθρώποι με πονάνε

Στην ανοδιά λερό το σέρνω,
ξέφτισε μα τ' αγαπώ
αγάλι,-αγάλι, σαν διαβαίνω,
της ζωής την ατραπό…

[align=left]


Καβάδι επενδύτης από χονδρό μάλλινο ή βαμβακερό ύφασμα οικιακής υφάνσεως, που φορούσαν οι οπλίτες αντί για θώρακα και ο οποίος χρησιμοποιούνταν και ως λαϊκός επενδύτης, αργότερα δε κυρίως από τους αγρότες και κτηνοτρόφους ως χειμερινός μανδύας, κάπα

Απεικάζω, απεικονίζω, αναπαριστάνω

Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-09-2009