Θα μπορούσες ν' αγαπηθείς

Δημιουργός: Medelegief,

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Θα μπορούσες ν’ αγαπηθείς

Ναι θα μπορούσες ν’ αγαπηθείς,
αν ήσουν μες στο μυστήριο.
Αν ήσουν εκείνο το όμορφο και μελαγχολικό αγόρι,
που δειλά ζει κάτω από τη σκιά του φύλλου,
που σφιχτά κρατώ με τα δάχτυλα μου και δε λεω ν' αφησω.
Θα μπορούσες ν’ αγαπηθείς αν δεν είχες μείνει στη σκιά του τόσο καιρό.
Αν δεν είχες γίνει σκιά θα είχες αγαπηθεί.
Ναι θα μπορούσες ν’ αγαπηθείς,
αν δεν είχες αιχμαλωτιστεί μες στις απόκοσμες γωνιές της μοναξιας,
μες στην παγωνιά κάθε χριστουγέννων αν δεν ειχες κρυφτει.
Ίσως από ένα ξένο με μπλε μάτια,
σ’ ένα μπαρ από πέτρες και ξύλα διπλα στη θαλασσα,
ισως να ‘χες αγαπηθεί.
Θα είχες ίσως αγαπηθεί,
αν είχες ντύσει το βλέμμα σου,
με την ομορφιά του κόσμου.
Αν το βλέμμα σου έλαμπε,
οπως των περαστικών πειρατών.
Ίσως να ‘χες αγαπηθεί.
Κι αυτός ο τρόπος που κοιτάζεις.
Ο τρόπος που η ματιά σου στάζει το μέλι της απόγνωσης.

Ίσως να ‘χες αγαπηθείς αν ήσουν ένα σκυλί απο ρατσα...

Θα ‘χες αγαπηθεί αν μπορούσες να ραγίσεις μια καρδιά.
Ίσως να ‘χες αγαπηθεί αν μπορούσες ν’ αγαπήσεις,
το μισό από το κομμένο σου εαυτό.

Νομίζω πως θα μπορούσαν οι απλές λέξεις των ανθρώπων να σ’ αγαπήσουν…
μια κουτσή καλημέρα…ένα σκουριασμένο γεια,
ενα αφηρημένο τι κάνεις, αν έφταναν ποτέ στα αυτιά σου...

Κάποιος θα σ’ αγαπούσε αν πριν σου απλώσει το χέρι του,
σηκώνοντας σε αστραπιαία από το πάτωμα,
αν πρώτα τραβούσε -χωρίς να σε ρωτήσει,
το μανδύα που σ’ έκανε αόρατο στα μάτια των άλλων,
στα μάτια των περαστικών πειρατών.
Πως αλλιώς θα καταπατούσαν ότι σου άνηκε;
Δε μπορούσαν να σε σκοτώσουν όπως παλιά,
βυθιζοντας ένα μαχαίρι στην ανέραστη σάρκα σου.

Θα ‘χες αγαπηθεί αν δεν ήσουν εσύ,
αλλά κάποιος άλλος ιδανικός σαν από φαντασία δραπέτης.
Κι όλοι έχτισαν γύρω σου τείχη από σιωπή.
Ξημερώνει… σιωπή.
Μεσημεριάζει… σιωπή.
Βραδιάζει σιωπή.
Τη νύχτα σιωπή, τη μέρα σιωπή.
Διψάς, ζαλίζεσαι από την πείνα,
μα όσες λέξεις κι αν φωνάξεις για να πεις πως πεινάς και διψάς,
ουσιαστικά η ρήματα κανείς δε θα γυρίσει.
Που πήγε το αφοσιωμένο σου ηλιοτρόπιο;
Μα ξέχασα είσαι από καιρό σκιά...

Ίσως να ‘χες αγαπηθεί αν ήσουν μέσα σε μια αγκαλιά,
και εκει μεσα πέθαινες αρκετά αργά και αθόρυβα.
Θα ‘χες αγαπηθεί αν η ζωή δεν ήταν ένα αστραπιαίο όνειρο.

Παράξενο αγόρι αφημένο σ’ ένα καλοκαίρι με ημερομηνία λήξης.
Ποσο γρηγορα αδειαζει η κλεψυδρα,
τοσο γρηγορα που ταραχτηκες και τρυπησες το δαχτυλο σου.

Πάλι δεν πρόλαβες ν’ αγαπηθείς.
Κι έτσι δεν κέρδισες τίποτα.
Δε σου ανήκει τίποτα.
Είσαι τόσο φτωχός που εσύ
θα έπρεπε να ικετεύεις την ελεημοσύνη του γέρου ζητιάνου.
'Οχι εκείνος τη δική σου.
Στο κάτω-κάτω δεν είναι ζητιάνος...
Κάτι πουλάει…
Εσύ ζητιανεύεις, ναι μες στα τόσα χρόνια που πέρασαν,
στα τόσα δηλητηριώδη καλοκαίρια που σ’ αγκάθια κάκτου,
κάρφωσες να ξεραθούν στον αμειλεικτο ηλιο,
για να τα φας διχως την πικρα που εχει το καλοκαιρι.
Μα γινεται αυτο;...πες μου αν γινεται;

Κι οταν περνουν τα χρονια,
και δεν εχεις βρει ενα κορμι να σ' αγαπησει,
γινεσαι ενας ζητιάνος...

Και λες από μέσα σου μ’ αναφιλητά από σκιά και σιωπή,
πως ισως να μην πλήρωσες, ποτέ αρκετά, για ν’ αγαπηθείς.





Δημοσίευση στο stixoi.info: 19-09-2010