Ο Τασος και η Μαίρη

Δημιουργός: mpoykhs, ΚΛΕΟΝΙΚΗ

Καλημέρα !Καλή βδομάδα !!! Οταν ημουν μικρούλα είχα δει μια ταινία ελληνικη στο σινεμα την ΓΚΟΛΦΩ .Απο κεί επιρρεαστηκα και εγραψα ενα ιστοριοπαραμυθάκι!!!Τώρα πόσο ήμουν; ΜΜΜ Δεν λέω !!!Αν εχετε υπομονή διαβάστε το !!Είναι μόνο 28 στιχάκια !!!Φιλιά

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μεσ'την απέραντη πλαγιά,
σε στοιχειωμένο δάσος,
βαδίζουνε δύο παιδιά,
η Μαίρη και ο Τάσος.

Είν'η αγάπη τους τρελή,
ο έρωτάς τους πάθος,
μα η μοίρα η άπονη, η σκληρή
κι εδώ έκανε ένα λάθος.

Τους άφησε τους πέταξε,
σε χίλιους δυό ανέμους,
τον πόνο δεν λογάριασε,
ούτε και τους πολέμους.

Κι εγώ που βλέπω σιωπηλά,
την τόση δυστυχία,
στέλνω τσιγγάνους με βιολιά,
να φέρουν ευτυχία.

Με μαγικά μηνύματα,
χορό και με τραγούδια,
κρασί να βάλουν για να πιούν,
να ράνουν με λουλούδια.

Να μη μπορέσει η μοίρα τους
να τούς ξαναχτυπήσει,
κι η Μαίρη μεσα απ'τις φωτιές,
χορό να ξαναρχίσει.

Χτυπούν ταμπούρλα και βιολιά,
το γλέντι τους αρχίζουν,
τσούρμο τσιγγάνοι έρχονται,
να τους καλως ορίσουν.

Διστακτικά,διστακτικά,
αφου κρασί τους δίνουν,
τους βάζουνε μεσ'το χορό,
κι αυτοί γελούν και πίνουν.

Και σαν μια τρέλα μαγική,
τα δυο παιδιά τα πιάνει,
να κάνουν δίχως δισταγμό,
ότι κάνουν οι τσιγγάνοι.

Πηδούν χορεύοντας φωτιές,
πιασμένοι χέρι,χέρι,
κατάματα κοιτάζονται,
ο Τάσος και η Μαίρη.

Μα..όμως ήταν δυστυχώς,
το τέλος τους να φτάσει,
την ευτυχία μιας βραδυάς,
ο θάνατος να γράψει.

Πάνω στον ξέφρενο ρυθμό,
η Μαίρη σταματάει.
Νιώθει τα πόδια της βαριά,
το στήθος να πονάει.

Μια δύναμη πρωτογνωρη,
την σπρώχνει να μη δείξει,
τον πόνο που'χει στην καρδιά,
τον Τάσο μη λυπήσει.

Άδικος κόπος ..Μάταιος.
Σαν άβουλη ξαπλώνει.
Ο Τάσος κανει σαν τρελός,
το χείλη σαν ματώνει.

Κι απάνω στην ξανά σιωπή,
η Μαίρη του φωνάζει.
-Πεθαίνω,φεύγω απ'τη ζωή,
γλυκέ μου δεν πειράζει.

Εσύ να ζήσεις Τάσο μου,
κι ευτυχισμένος να'σαι,
τον δρόμο που διαβήκαμε,
πάντα να τον θυμάσαι.

Σ'αγάπησα πιο δυνατά,
απ'την ίδια την ζωή μου,
υπόσχεση δώσε σε μέ,
πώς νιώθεις το φιλί μου.

Δώσε το σύνθημα να πούν,
τσιγγάνες την χαρά τους,
τα βιολιά μη σταματούν,
και θα'μαι συντροφιά τους.

Ο Τάσος σκύβει ,την κοιτά,
σπαραχτικά φωνάζει.
-Μπρος κάντε κατι να σωθεί,
και η καρδιά του σπάζει.

Με κλάματα και με λυγμούς,
στα χείλη την φιλάει,
ορκίζεται προς τον θεό,
κοντά της πως θα πάει.

Σαν την παίρνει αγκαλιά,
αντίο ψιθυρίζει,
την μοίρα τους καταραστά,
την τύχη τους την βρίζει.

Πάνω στα χέρια του ψηλά,
την Μαίρη την γυρίζει,
στο δάσος που'ναι τα στοιχειά
και που βαρια μουγκρίζει.

Κανείς δεν ξέρει που την πά,
μα δεν τον εμποδίζει.
Είναι δική του τώρα πιά.
το σώμα της ορίζει.

Και κάπου στην ανατολή,
ο ήλιος ξαναβγαίνει,
ήρθε πάλι η αυγή,
νεκρούς που ανασταίνει.

Μα τέλος θε να βάλουμε
σ'αυτή την ιστορία,
που δείχνει τόσο καθαρά,
της μοίρας την κακία.

Αρρώστια έστειλε κρυφά,
την Μαίρη να θερίσει,
κι ο Τάσος την αγάπη του,
να την ακολουθήσει.

Τσιγγάνοι τους εθάψανε,
με δάκρυα στα μάτια,
στο τάφο τους εγράψανε,
πεθάνανε τα νιάτα.

Μέσ'την απέραντη πλαγιά,
σε στοιχειωμένο δάσος,
κοιμούνται τώρα δυό παιδιά
η Μαίρη και ο Τάσος.

///ΚΛΕΟΝΙΚΗ
Αυτό το έγραψα τον Μάρτη του 1980
επιρρεαζόμενη απο το τότε έργο Η ΓΚΟΛΦΩ

Δημοσίευση στο stixoi.info: 07-02-2011