Ο όρκος

Δημιουργός: kin, Γιωργος

Μιας και το 'φερε η μερα...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Δεν ξέρω την γενιά σου,
μήτε τους θεούς που προσκυνάς
Δεν ξέρω την θωριά σου
μήτε που 'θε η σκούφια σου κρατά

Μα βάζω το χέρι στης ελπίδας την φωτιά,
την θεριεμένη από κάρβουνα καρδιών
την κοκκινοβαμένη απ το αίμα των νεκρών
βάζω το χέρι, κι αφήνω όρκο στην ματιά.

Ποτές δεν θα πουλήσω,
τ' άφωνο κείνο βογκητό
που στάζει ο γονιός, κάθε χάραμα, όταν ξυπνά τον ήλιο

Ποτές δεν θα προσπεράσω,
την άηχη λαλίστατη ματιά,
της μάνας π΄απ το βυζί της, μ' όνειρα ταΐζει τα μικρά

Ποτές δεν θα εμπορευτώ,
όσα ακούστηκαν σε κείνο το κρεβάτι
κει που ο στεναγμός των δυο ακούγεται μονός

Ποτές δεν θα χλευάσω,
το απέρατο του ήλιου
που 'φτιαξε το φως και χάρισε την σκιά

Ποτές δεν θα ξεχάσω,
το έναστρο άρωμα της νύχτας
που η οσμή του γίνεται οδηγός

Και τέλος.
ποτές δεν θα γελάσω,
μ' όσα ονειρεύτηκες μικρός
κείνα που σ' έπλασαν και κείνα που σε πήραν

Δημοσίευση στο stixoi.info: 01-05-2006