Θύρες ονείρων

Δημιουργός: Θεοδώρα Μονεμβασίτη , Θεοδώρα Μονεμβασίτη

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


Λυπημένα βήματα,
στης ψυχής τα βάθη παραμένει πέρα
κι ο καπνός κι ο θυμός κι ο ζεστός ο αγέρας
κι ας βρυχάμαι
δεν είμαι θεριό, νόμισα χάθηκα
είμ’ ουρανός μόνο θυμάμαι
όχι δεν είμαι παρελθόν κι όταν κοιμάμαι
ο χρυσός σου σταυρός ξέρει να σχίζει
χωρίζει άβυσσο και ουρανό.
Μέσα θα δω στης μνήμης τα άδυτα
καθώς λιγοστεύω στου κόσμου την άκρη
όχι δεν έζησα ποτέ
μήτε κι εγώ που αγάπησα.

Σαν την ελιά, σαν την πέτρα εκεί θα μένω στο δρόμο που πέρασες
κλείσαν οι πόρτες με θυμό, θύρες ονείρου
τα βήματα κρυφάκουσα και το ξεφάντωμα του νου
κι ύστερα βαριανάσαινα στο κύμα του καιρού
δεν είμαι θεός, δεν είμαι μήτε θάνατος δεν είμαι η στάχτη που απόμεινε
σα θαύμα το ζω τώρα κάνε το
ως εκεί ως εδώ ως του θρήνου το πέρα
σε θνητούς ανάμεσα, τραγούδι θα μαι να μπω
ανάμεσά τους περνώ, ζω στον αέρα εκεί χωρώ να ζω
και μες τον ήχο του νερού.

Η δύναμη του φεγγαριού χτυπά την πόρτα για να μπει με το φως στην σχισμή
στην ψυχή προχώραγε σαν νερό που χώραγε στους ωκεανούς.
Μ' άκουσα κείνη τη φωνή, του μάγου που με πρόσεχε κι ας είχε μέρες να φανεί
-τότε που μου φανέρωνε πως θύμωναν οι ουρανοί με των εχθρών τα βήματα-
κι οι δειλοί βιαστικά προχωρούν.-

Μεταναστεύει των καιρών το νυσταγμένο κύμα
θνητή ντροπή που έσερνε τα λυπημένα βήματα
κι αποχωρίζεται τη γη, ταξιδεύει, νομίζει γυρεύει
κι ύστερα σβήνει σαν φωτιά μες του νερού τα βάσανα
στα βράχια τα πιο μυτερά ακόνισα τις γνώμες μου
και τις κοφτές συγνώμες μου τις είπα νοητά.

Το συρτάρι μου κλείνω, σιωπή σε φακέλους λευκούς
με ρωτάς, δεν μ’ ακούς, μάγε μάθε να ακούς τις κοφτές τις συγνώμες μου.
Το συρτάρι ανοίγω ξανά.
Αφήνω λυγμούς ν’ ακουμπήσω καιρούς των αιώνων “τα φταις’’
ξετυλίγονται οι αιώνες σου κι όσα πρέπει “να θες”
μάγε μάθε να ακούς τις κοφτές τις συγνώμες μου, τις είπα ξανά.



Δημοσίευση στο stixoi.info: 12-10-2015