Δέν ζούν καλά οι άνθρωποι Γιωργια

Δημιουργός: ΑΜΑΡΥΛΙΣ

Ευχαριστώ από καρδιάς, σας εύχομαι καλό Σαββατόκυριακο. Σήμερα λέω να προσγειωθώ στη πραγματικότ

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Απλά πήρα το μετρό
Άνθρωποι κάθε ηλικίας στό βαγόνι
Μ` αρέσει να τούς ακούω, να τούς παρατηρώ
Μ` αρέσει να ψάχνω στα μάτια τους
Κοιτώ το πόνο της μάνας, που αποκαμωμένη
γύριζε από το μεροκαματο
Με πλαστική μαυρη τσάντα και λιωμένα παπούτσια
Είχε ενα βλέμα τόσο λυπημένο
Εκρυβε τα σκασμένα χέρια της
Ήθελα τόσο πολύ να της μιλήσω
Να τη ρωτήσω, για τα παιδιά στο σπίτι
Για το πώς περνάνε? σκεφτόμουν κι είχα μιά λύπη
Ο νέος απέναντι, λαγοκοιμόταν, στο κάθισμα
Χέρια με νύχια βρώμικα, μάτια κόκκινα, ρούχα λερωμένα της δουλειάς
Ήθελα να του μιλήσω....-κυριε πού κατεβαίνετε, να σας ξυπνήσω?
Μιά κοπελλίτσα, έτρωγε τα νύχια της, είχε κάτι λυπημένα ματια....
Ήθελα, να τη ρωτήσω
Γιατι δεν έχεις χαρά? είσαι τόσο νέα.
Διπλα διάβαζε την εφημερίδα του ενας καλοζωισμένος κύριος
Δεν με ενδιέφερε, να του μιλήσω, σίγουρα θα με πέρναγε για τρελή
Μιά μωρομάνα μ` ενα κουτσούβελο, αγκαλιά
Ρούχα παλιά, μισοβαμένα νύχια, κράταγε το μικρό της θησαυρό
Ηθελα να το χαιδέψω, να του δώσω ένα φιλί.
Αλλά δεν τους γνώριζα, τι να πώ?
Όρθια η κυρία με τις άβαφτες ρίζες, και στά πόδια της εκείνη
τη γνωστή καρω πλαστική τσάντα.
Έμοιαζε, Ρουμανα, Βουλγαρα Ουκρανη
Μυριζαν τα χέρια της χλωρίνη, το νοιωθες
Ήθελα να της μιλήσω, να ρωτήσω ποσο την πληρώνουν?
της φέρονται καλά? έχει παιδιά?
Ο νεαρούλης απέναντι, μ` ενα βιβλίο στό χέρι και ακουστικά στ` αυτιά
Ηθελα να του μιλήσω-----βγάλε αγόρι μου τ` ακουστικά...
να πούμε δυό κουβέντες.
Ηκοπελιτσα με το τζηνάκι της, τη μαιμού τσαντούλα, μίλαγε στο
κινητό της, επιτέλους...κάποιος γέλαγε
Ηθελα να της μιλησω.....να της πω...μεινε οπως είσαι, σ` ευχαριστώ.
Θα έλεγε ...τη καημένη τη κυρια...δεν είναι καλά
Στό διαδρομο ήρθε ενας παπους, του έδωσα το κάθισμα
και δεν είμαι και τόσο νέα, ευχαριστω μου ειπε....κι είχε ενα χαμόγελο
σαν του μακαρίτη του πεθερού μου.
Ήθελα να του μιλήσω....όσο προλαβαίναμε να μου έλεγε την ιστορία του
Μα δεν μιλούν οι ξένοι μεταξύ τους
Μια παρέα νεολαιοι με ενα iphone ο καθένας στα χέρια.
Όλοι...στο κόσμο που τούς φτιάξανε
Σκεφτόμουν....πότε μιλάνε αυτά τα παιδιά?
Πότε εχουν ελευθερα χέρια να χαιδέψουν?
Που ζείς κυρα μου είπα μέσα μου στο 76?.....Τώρα πάμε μπροστά.....
Κι είμαστε όλοι μόνοι μας
Κάθε διαδρομή μου ίδια, ερευνώ τα πρόσωπα, τη στάση του σώματος
Μια μελαγχολία μια λύπη εχει φωλιάσει στα μάτια τους
Τι καλά! θα ήταν, να έλεγαν ολοι καλημέρα, τι κάνετε?
έχετε δουλειά? σας πληρωνουν δυομισυ ευρω την ώρα?
Πόσες ώρες δουλευετε? βασικα σας πληρώνουν?
Έχετε αγάπη? ει΄στε ερωτευμένος?
Πάνω απο ολα, έχετε καλό φαγητό στό σπίτι?
Η ζείτε και εσείς με τα απαραίτητα?
Μα τω Θεω, ηθελα τόσο να τούς μιλήσω!
Κράτηθηκα, μάζεψα τις εικόνες μου και χάθηκα στο πλήθος
Περπατούσα και σκεφτόμουν......
Δέν ζούν καλά οι άνθρωποι Γιωργία
Κι είσαι τόσο ανίσχυρη....δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για αυτό.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 26-11-2016