Τείχος στο Αιγαίο

Δημιουργός: Τριαντάφυλλος Ευαγγελινός, Κωνσταντίνος Αλεξάνδρου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


-ΤΕΙΧΟΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ-

-1-

Καθόταν χωμένος βαθειά μέσα στην αρχαία θα΄λεγε κανείς πολυθρόνα του, στο
σκοτεινό άχρωμο δωμάτιο που φιλοξενούσε το γραφείο του, στο κτήριο το οποίο
ήταν βαθιά χωμένο στο τσιμεντοποιημένο, θορυβώδης κέντρο της Αθήνας όπου
και στεγάζονταν το αρχηγείο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.

Το μεταλικό κροτάλισμα του τηλεφώνου πάνω στο φθαρμένο γραφείο του, παρότι
χτυπάει μια φορά τον χρόνο μόνο για ειδικές περιπτώσεις, δεν φάνηκε να διαταρά
ζει την εσωτερική γαλήνη του.

- Ποιος ?
-(Ρώτησε με φωνή στρατηγού που δίνει εντολές στην μάχη).


- (Με σπαστά Ελληνικά και βαριά Μοσχοβίτικη προφορά)...

- Σεργέι ...
- Έχω καλή βότκα για σένα μπρατούχα. Σήμερα το βράδυ...
21 :45 ... Ξέρεις που ....

- (Κλείνει η γραμμή)

Όσο δεν τον τάραξε το κροτάλισμα του τηλεφώνου, τον τάραξε η φωνή του Ρώσου
σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που ήταν σαν να έκανε λίφτινγκ στις ρυτίδες του προ-
σώπου του κι αυτό γιατί ήξερε πως ο Σεργέι, ο Ρώσος συνάδελφός του, ομότιμος
των Ρωσικών μυστικών πληροφοριών, δεν είχε καμία πρόθεση να τον κεράσει βότκα
και πως κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό ήταν ο λόγος της συνάντησης.
Άφησε την απολιθωμένη του πολυθρόνα στους τριγμούς της και σηκώθηκε.
Διέσχισε περπατώντας με νευρικότητα τα ελάχιστα μέτρα που απήχε το γραφείο του
μέχρι το μικρό στενό παράθυρο. Με τα χέρια χωμένα μέσα στις τσέπες του πολυκαι-
ρισμένου παντελονιού του προσπάθησε να κρύψει ακόμη κι από τον ίδιο του τον
εαυτό την αναστάτωσή του.
Η ματιά του ταξίδεψε όσο μακριά ήταν δυνατόν να ταξιδέψει. Μέσα από τα δόντια
του μουρμούρησε μια βρισιά βλέποντας τους ανθρώπους να περπατούν βιαστικά,
σκυφτοί κάτω από τις ομπρέλες τους, την μαύρη υγρή άσφαλτο, τα γκρίζα κτήρια
και το βαρύ καταθλιπτικό γκρίζο χρώμα του ουρανού.

Ήταν μια βροχερή μέρα στα μέσα του Οκτώβρη ....

-2-

Μετριάζοντας την νευρικότητά του, γύρισε και κάθισε πάλι στην πολυθρόνα του γρα-
φείου του. Στο τελευταίο συρτάρι έψαξε να βρει το χιλιοδιαβασμένο αγαπημένο του
βιβλίο, την Ομήρου Οδύσσεια. (Αν τον γνώριζες καιρό θα σου έλεγε σίγουρα πως θαύ-
μαζε βαθιά τον Όμηρο, τον τυφλό βοσκό, τον μέγα ιστορικό και διδάσκαλο). Σήκωσε
ψηλά τον γιακά του σακακιού του και βυθίστικε στην εκατομμυριοστή ανάγνωση του
βιβλίου. Το ραντεβού ήταν για αργά το βράδυ και ήταν ακόμα νωρίς το απόγευμα.

Απορροφημένος μέσα στις σελίδες του βιβλίου και σαν να ζούσε κάθε μάχη, πέρασε το
απόγευμα και σύντομα άρχισε να νυχτώνει. Συνεπής στα επαγγελματικά του ραντεβού,
έκλεισε το βιβλίο και άρχισε να ετοιμάζεται. Έσυρε με το σώμα του προς τα πίσω την
πολυθρόνα και έσκυψε ανασηκώνοντας το μπατζάκι του δεξιού του ποδιού εξετάζοντας
το όπλο του, το οποίο έβγαλε από την θήκη του, το όπλισε και το ασφάλισε, ξαναβά-
ζοντας το στην θέση του.

Ανασηκώθηκε από την θέση του και προσπάθησε να ισιώσει το τσαλακωμένο του σακάκι.
Δεν έμεινε όμως για πολλή ώρα στην προσπάθεια και αποφάσισε χωρίς δεύτερη σκέψη να
το βγάλει. Το κρέμασε και στην θέση του φόρεσε μια καφέ δερμάτινη καμπαρντίνα.
Στο επόμενο δευτερόλεπτο ήταν ήδη έξω από την πόρτα του γραφείου του. Για καλή του
τύχη, στον όροφό του σταμάτησε ασανσέρ. Άνοιξε την πόρτα του ασανσέρ, μπήκε και πά-
τησε το κουμπί του εισογείου. Κόλησε την πλάτη του στον τοίχο του ασανσέρ, ανέβασε
το φερμουάρ της καμπαρτίνας του και σήκωσε ψηλά τον γιακά της. Βγήκε στο εισόγειο,
χαιρέτισε ευγενικά το προσωπικό της ρεσεψιόν και τους ρώτησε αν είχε απομείνει κα-
μιά εφημερίδα.

- Ξέρετε ... Οι εφημερίδες βγάζουν μελάνι όταν βρέχει.
- Μήπως θα ήταν καλύτερα να σας δώσουμε μια ομπρέλα κύριε Αλέξανδρε ?
(Τον ρώτησε με μεγάλη διάθεση να τον πειράξει η ρεσεψιονίστ, χαρίζοντάς του παράλληλα
το πιο καλό της χαμόγελο).

- Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τις συμβουλές σας δεσποινίς.
-(Της απάντησε, ανταποδίδοντας το χαμόλεγο).

- Όμως θα ήθελα, να σας υπενθυμίσω ότι με την ομπρέλα δεν μπορείς να καθαρίσεις τζά-
μια, να τυλίξεις βάζα, ούτε να χτυπήσεις το κουνούπι στον τοίχο.



Δημοσίευση στο stixoi.info: 29-10-2019