Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23
Μένουμε σπίτι

Μένουμε σπίτι

Δημιουργός: liontari73, spilios

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Περπάταγα σε ένα λιβάδι γεμάτο λουλούδια
όλος ο τόπος μύριζε χαμομήλι και θυμάρι
και τα πουλιά, ω τα πουλιά, τραγουδούσαν με τόσο ευτυχία!!
Έκατσα σε μια ρίζα ενός δέντρου και παρακολουθούσα τις πεταλούδες που πέταγαν
από άνθος σε άνθος.
Ξαφνικά οι πεταλούδες μεταμορφώθηκαν σε γυμνές νεράιδες που χόρευαν και ερωτοτροπούσαν
η μια με την άλλη ενώ εγώ τις κοίταζα εκστασιασμένος.
Ήρθε μια προς το μέρος μου και άρχισε να μου χορεύει...
Η μαγεία της στιγμής διακόπηκε ξαφνικά από τον εκκωφαντικό θόρυβο χιλιάδων σειρήνων.
''Αστυνομία του ονείρου'' ακούστηκε από τα μεγάφωνα.
''Βρίσκεστε σε απαγορευμένη περιοχή, γυρίστε πίσω παρακαλώ, μένουμε σπίτι!!''
πετάχτηκα πάνω έβαλα ένα τζακ και άνοιξα την τηλεόραση αλλά το μόνο που άκουγα
ήταν ''μένουμε σπίτι,'' την έκλεισα αλλά συνέχισε να μου μιλάει...
''Μένουμε σπίτι, μένουμε σπίτι...''
Μου χρειάζεται λίγο καθαρός αέρας, σκέφτηκα.
Πήρα τα κλειδιά έβαλα μπρος το αμάξι και οδηγούσα μες την νύχτα.
Ξαφνικά ακούστηκαν σειρήνες περιπολικού που με καταδίωκε, άρχισα να τρέχω όσο
πιο γρήγορα μπορούσα, έτρεχα μέσα στη νύχτα με ιλιγγιώδη ταχύτητα ώσπου τους ξέφυγα,
κοίταξα πίσω δεν τους έβλεπα πια.
Δυστυχώς όμως, ούτε και την μάντρα, που ορθώνονταν μπροστά μου είδα ή μάλλον...
όταν την είδα ήταν πλέον αργά.
Άνοιξα τα μάτια, πάνω μου ήταν μια ξανθιά και με φιλούσε, δεν την ήξερα αλλά
δεν με ένοιαζε και πολύ εκείνη τη στιγμή.
Νικόλ είπε μια φωνή άσε εμένα να δοκιμάσω, έφυγε η ξανθιά και με πλησίασε ένας χοντρός
έπεσε πάνω μου...
Όχι φίλε, του φώναξα, μια χαρά ήμουν με την Νικόλ, εντάξει είμαι... λέω να φεύγω καλύτερα...
Άρη είναι πολύ αργά... κάναμε ότι μπορούσαμε του είπε η Νικόλ και τον τράβηξε...
Ξαφνικά βρέθηκα να περπατάω σε ένα σκοτεινό τούνελ.
Μπροστά μου έβλεπα φως και περπάταγα προς αυτό.
Λίγα μέτρα πριν βγω είδα να διαγράφεται στο φως μια φιγούρα,
τόσο γνώριμη...
τόσο οικεία...
τόσο γαλήνια...
μου έγνεψε να πάω προς αυτόν...
άπλωσα το χέρι μου ήταν τόσο ωραία...
όπως το έχουν περιγράψει σκέφτηκα...
τον πλησίασα όταν άκουσα να μου φωνάζει...
''Ρε μαλάκα δεν ακούς το τρένο, μια ώρα σου φωνάζω!!!''
πρόλαβα στο παραπέντε να βγω ενώ πέρασε το τρένο σφυρίζοντας.
Που πας ρε ηλίθιε μου φώναξε ο μηχανοδηγός και με μούντζωσε.
Από εδώ έλα, μου είπε ο άντρας, και με τράβηξε σε μια πόρτα.
προχωρήσαμε σε έναν μακρύ διάδρομο και φτάσαμε μπροστά σε μια κατάλευκη
πόρτα, την άνοιξε και μπήκαμε μέσα.
Με οδήγησε σε ένα σαλόνι όπου κάθονταν και άλλοι δυο, μου έδωσε έναν φάκελο.
Πρέπει να φύγω, πρέπει να παραλάβω και άλλον σε δέκα λεπτά πριν τον πατήσει το τρένο,
μου είπε, και έφυγε τρέχοντας.
Ο κύριος Παναγιωτόπουλος μου είπε μια ωραία γυναικεία φωνή
γύρισα και άθελα μου το βλέμμα μου καρφώθηκε στα στήθη της...
θεϊκά σκέφτηκα...
Ξερόβηξε και μου χαμογέλασε, ελάτε μαζί μου κύριε Παναγιωτόπουλε
Την ακολούθησα ενώ και πάλι άθελα μου το βλέμμα μου μαγνητίστηκε στην πίσω όψη της!!
Φτάσαμε σε ένα γραφείο έδωσε τον φάκελο σε ένα τύπο με γυαλιά και μουστάκι,
κοίταξε αυτός τον φάκελο, γύρισε και την κοίταξε αγριεμένος.
Μου κάνεις πλάκα, της είπε, οι εντολές είναι σαφέστατες - μόνο από κορονοϊό!!!
Και τι να κάνω τώρα? -τον ρώτησε απορημένη.-
Δεν ξέρω, ότι νομίζεις, αλλά δεν θα ΤΟΝ ενοχλήσω σήμερα
έχει τα νεύρα του.
Έβγαλε τα γυαλιά του, με κοίταξε, μένουμε σπίτι, μου είπε.
Της έδωσε τον φάκελο στείλε τον πίσω να τελειώνουμε,
μόνο από κορονοϊό την επόμενη φορά!!!!
Με τράβηξε αυτή από το χέρι και με οδήγησε μπροστά σε μια πόρτα.
Ακούμπησε το χέρι της στον ώμο μου.
Δεν υπάρχει άλλη λύση, μου είπε, και έγειρε πάνω μου,
έφερε τα χείλη της στα δικά μου και άρχισε να με φιλάει...
Ξαφνικά ο χρόνος άρχισε να γυρίζει πίσω...
Ο άντρας, το τούνελ, η Νικόλ, η μάντρα ,η αστυνομία,
οι πεταλούδες, η ηλεκτρική σκούπα, ο πονοκέφαλος...
Άνοιξα τα μάτια μου, τι κάνεις τόσο νωρίς την ρώτησα, ηλεκτρική τόσο νωρίς??
Έντεκα είναι νωρίς για εσένα, μου απάντησε, κοιτάζοντας το τζακ.
Έχω δουλειά, μου είπε, με μια πελάτισσα μέσω skype
σηκώθηκα, πλύθηκα, έφτιαξα έναν καφέ.
Άκουσα την γυναίκα μου να δουλεύει μέσω skype με την καινούρια πελάτισσα
αλλά η φωνή της... η φωνή της...μου φάνηκε τόσο γνωστή!!!
Πλησίασα τον υπολογιστή και έμεινα άναυδος...
Εσύ, μου είπε, με τρεμάμενη φωνή πως γίνεται???
Ήταν μόνο ένα όνειρο... έτσι δεν είναι???? επανέλαβε ενώ με κοιτούσε!!!
Γνωρίζεστε με την Νικόλ, μου είπε, η γυναίκα μου απορημένη.
Χρειάζομαι αέρα, αέρα φώναξα και έτρεξα έξω
άρπαξα τα κλειδιά έβαλα μπροστά την μηχανή και άρχισα να τρέχω...
σειρήνες...
Δεν θα με πιάσετε τους είπα και πάτησα το γκάζι...
η μάντρα...
η Νικόλ...
το τούνελ...
το φιλί...
οι πεταλούδες...
η ηλεκτρική...
ο πονοκέφαλος...






Δημοσίευση στο stixoi.info: 21-04-2020