Βαθιά Τεμπών Κοιλάδα

Δημιουργός: Ζωή Α.

Μια απλή ανάγκη έκφρασης τόσο βαθιάς θλίψης & ανείπωτων συναισθημάτων ;):)

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Άραγε είμαστε οι άνθρωποι ένα απλό παίγνιο σε μια αιώνια κοσμική σύγκρουση
ανώτερων μυθικών δυνάμεων; …γιατί το στοίχειωμα των Τεμπών (όπως λέγεται) …δεν είναι κάτι νέο.

Μια απλή ημέρα
στο ακροπύργιο του Χειμώνα
στην επικράτεια του Δία
στην κοιλάδα των θεών,
κλειδιά του χρόνου
αντιστρέφαν στον αιώνα,
…παλιά οργή του Πύθωνα
για απαίτηση νεκρών.
Γλώσσες του δράκου
έγιναν οι σιδερένιες ράγες
άγριος αγέρας θέρισε
τόσες αγνές ψυχές
αδικημένες οι πληγές
απλώσανε κατάρες
ξεπέρασαν τον Όλυμπο
μανάδων οι κραυγές.

------------------
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία,
Ο Πύθων με τα δέκα χέρια και τα τέσσερα μάτια, ήταν μυθικό τέρας με σώμα φιδιού,
φρουρός του μαντείου των Δελφών και της ιερής πηγής,
…και με χάρισμα να μπορεί «να χρησμοδοτεί».
Σύμφωνα με τον Ομηρικό Ύμνο στον Απόλλωνα,
ο Πύθων ταυτίζεται με την Έχιδνα, ενώ πολλοί υποστήριζαν
ότι γεννήθηκε από τη λάσπη που άφησε πίσω του ο μεγάλος κατακλυσμός.

Στην αρχαιότητα ο Απόλλωνας ήταν ο κατεξοχήν θεός της νεότητας
και το απολλώνιο έτος ξεκινούσε με την Άνοιξη.
Ύμνοι παντού για την επιστροφή του Απόλλωνα, με καθαρμούς που εξάγνιζαν τις πόλεις,
προφύλασσαν τους ανθρώπους, αποκαθιστούσαν την απολλώνια αρμονία
και εγγυόντουσαν την νίκη επί του χαοτικού Πύθωνα.
Στους αρχαίους αυτούς καθαρμούς, ένας νέος (σε ρόλο Απόλλωνα),
ανέβαινε από τους Δελφούς στα Τέμπη και εκεί έβαζε φωτιά
σε μια κατασκευή που συμβόλιζε την φωλιά του Πύθωνα.
Ο λόγος των εξαγνιστικών τελετών;
Τα Τέμπη θεωρούνταν φορτισμένα με μία παράξενη, αρνητική ενέργεια,
διότι εκεί είχε καταφύγει πληγωμένο το μυθολογικό αυτό τέρας,
εκεί και «πέθανε», από τραύμα που του προκάλεσε ο Απόλλων.

-----------------------
Ο Γιάννης Ρίτσος το 1973 εξέδωσε μια ποιητική συλλογή με τον τίτλο:
«Σεπτήρια και Δαφνηφόρια». …….η μυστική πομπή μ’ ένα παιδί επικεφαλής,
το βέλος που καρφώνεται στην πόρτα, μετά η πυρπόληση του καλυβιού,
…..κι ο κόσμος να τρέχει προς τα Τέμπη
χωρίς να στρέψουν ούτε μια φορά πίσω τους το κεφάλι.
Και, μετά τις θυσίες, να γυρνάμε ξανά φορτωμένοι δαφνόκλαδα.
Τα ίδια και τα ίδια κάθε εννιά χρόνια
(ίσως για να ξεχάσουμε στο μεταξύ· — κι αλήθεια που ξεχνάμε).
Ε, όχι· ετούτη τη φορά δεν το κουνάμε βήμα, — έτσι είπαμε.
Μα όταν ακούστηκε απόμακρα το νύχτιο τύμπανο
και πέρασαν οι πυρσοφόροι αθόρυβα μπροστά στο σπίτι,
δεν αντέξαμε πάλι, πεταχτήκαμε στο δρόμο, στριμωχτήκαμε ανάμεσα στο πλήθος,
πήραμε μέρος στη φωτιά, στη φυγή, στις θυσίες, κι επιστρέψαμε
απ’ την Πυθιάδα οδό προς τους Δελφούς, περασμένα μεσάνυχτα,
κρατώντας δάφνες και δάφνες,
μόλο που δεν είχαμε (από χρόνια πια) να στεφανώσουμε κανένα—

Δημοσίευση στο stixoi.info: 15-03-2023