Η πόλη

Δημιουργός: professorark, Κωνσταντίνος Αρβανίτης

Καλό ξημέρωμα σε όλες και σε όλους.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μπορεί να 'θελα,
κει, στο βοριά να πάω...
Μπορεί να είπε,
βαρδάρης, πως σ' εμένα
το πόθησε να φτάσει...
Μα, μάλλον, λόγια ήταν...

Και ο λεβάντες,
που τράβηξε, μια στάλα,
πιο λίγο είχε
το γέλιο απ' το κλάμα,
μ' όλες τις ώριες μάλβες
και τις ροϊδιές ρομπίνιες...

Και με τα κλώνια,
του κότσικα, τα πλέρια
μαβιά λουλούδια,
τι κάτωθέ τους, ρίγα,
εχώρισε δυο κόσμους,
και ύπνωσε αγάπη...

Τραβώ, πια τώρα,
το δυσμικό το δρόμο,
-δεν μένει άλλο,-
και πλέχω μοναχός μου,
με βάρκα, μιας αγάπης,
τη δύσμορφη κουρμούλα...

Εκεί, πια πάω,
ο ήλιος που βουτάει,
κλινάρι να βρει,
απ' της γαλάζιας μέρας
τη στράτα κουρασμένος,
στα μούρτζινα ντυμένος.

Εκεί, πια πάω,
που κρύβουν, τα φεγγάρια,
τ' αφύραγό τους
ασήμι, που δανείζουν
με κρεμασιές αχτίδων
στη γης τα νύχτια στήθια…

Εκεί πια πάω,
που κάθε νεκρωμένο,
βουλιάζει πνέμα,
που σμίγει πνοή με σκότος
που φως δεν έχει σφόρτσο,
αχός που δε γρικιέται...

Αχ, κει θα έβρω,
μια πόλη βυθισμένη,
σε σκια κουριόζα,
μια πόλη κυκλωμένη,
απ' της μελαγχολίας
καράτικα πελάγη...

Εκεί θα έβρω
μια πόλη μες στο κλάμα,
μια πόλη μέσα,
σε άξαφνη βουβάδα,
σε ντρένια παγωμάρα,
να φέρνει σε κιβούρι...

Να 'βρω, που τράτο,
την πόλη να πατήσω;
Εκεί θα μείνω,
σιμά σ' ένα θαλάσσι,
κι αυτό τραγούδι κάποιο,
θα λέει να κλονιέμαι...

Τα λόγια ξένα
θα είναι, μα θα νοιώθω,
πως για "αντίο"
τριγύρω θα αχούνε,
αχ, τόσο λυπημένα
και με νοστάλγια πλήσια…

Και θα σηκώσω,
τα μάτια σ' ένα λάμπος,
που δεν θα 'ν' ήλιος,
μα μήτε και φεγγάρι.
Θα 'ναι καημού η φλόγα
στα σκότη που θα φέγγει.....

Δεν θα πετούνε,
οι άνεμοι στα ύψη,
στης γης κουλούπι
θα σέρνουνται ζητώντας,
τα στήθια παραμάνας,
τη ρώμη να βυζάξουν...

Και τα λουλούδια
θα γέρνουν τα κεφάλια,
λες κι είν' σε πένθος,
κυκλάμινα και μάλβες...
Και των πουλιών κελάδια
θα συνηχούν "αντίο"...

Αχ, μα που ήρθα;
Η πόλη τούτη είναι,
αχ, του "αντίο"
η πόλη, η σκιασμένη!
Εδώ, η ζήση μάβρη,
σα νύχτα του χειμώνα...

Εδώ ο κόσμος
τυλίγει με τη θλίψη,
ανάχλιο στήθος,
ως έλισας μπουμπούκι,
με σιωπηλές αχτίδες
φασκιώνεται μιας φέξης...

Για την αγάπη
και τη ζωή, συνήθειο
το 'χα, να λέω
γλυκά μικρά τραγούδια…
Μα, τώρα ξεχαστήκαν,
αλλοίμονο, πλαντάξαν...

Ραγάνι μόνο,
την πόλη την σαρώνει,
φυσά με πάθος,
και τραγουδά "αντίο",
από τα έρμα, κάτω,
τ' ανάτρομα αστέρια...

Δημοσίευση στο stixoi.info: 03-07-2023