Εμιγκρές

Δημιουργός: gthepoetc, Γιώργος

Εμιγκρές : εκείνος που εκπατρίζεται με τη θέλησή του...

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μια ιστορία θα σας πώ για ένα φίλο,
που ξεγυμνώνονταν οι σκέψεις του συχνά.
Κράταγε πάντα υποσχέσεις του με ζήλο
μιλούσε για όνειρα ζωής παντοτινά.

Τριάντα βόλτες είχε κάνει ο ουρανός,
πάνω στα γέρικα της μοίρας του χαρτιά.
Ήθελα να ναι στην ζωή ο εγγονός,
της ανθρωπιάς και της ευθύνης η σκοπιά.

Λίγες φορές τον αδικούσαν, είχε φώς,
πολλές τον χάιδεψαν αλλόκοτες νιφάδες.
Της υποσχόμενης ντροπής ήταν δεσμός,
και στα ασήμαντα, φιλί στις συμπληγάδες.

Έτοιμος πάντα να απλώσει σεβασμό,
πάντα ανέτοιμος να νιώσει εμπιστοσύνη.
Έτσι κατόρθωνε να απλώνει κυνισμό,
και να λατρεύει ότι δίνει αγνωμοσύνη.

Είχε τις ρίζες του παλιά στην ξενιτιά,
όταν τα πόδια του βουτούσαν μεσ' το αίμα.
Την αθεράπευτη του γνώρισα αφεντιά,
όταν βρεθήκαμε δεμένοι μες το ρέμα.

Εκεί με ρώτησε "Ποιός είναι ο σκοπός,
να κουβαλάμε τις ψυχές μας στο κουφάρι.
Γιατί ο έρωτας να είναι αυτοσκοπός,
κι όχι μια πρόκληση στου οίστρου το κελάρι;"

Καμιά απάντηση δεν έδωσα και μείναν,
του ασυνάρτητου ανέμου τα φτερά.
Τότε δεν ήξερα τις μέρες που απομείναν,
γι' αυτόν τον φίλο μου να βγεί στα λαμπερά.

Εκεί λοιπόν πάνω στο βάσανο του πένθους,
πριν ξεψυχήσει εκείνη η ώριμη φωνή.
Βοή εσήμανε στα πέρατα του έθνους,
μια τελευταία του κουβέντα κυανή.

Μην ξενυχτάς πάνω στα βάσανα, αφήσου,
υπάρχει κόσμος μετά θάνατον απλός.
Εκείνον βλέπω σ' ικετεύω συλλογίσου,
την μέρα που θα σε τραβήξει ο μοχλός.

Άκουσα τότε μια απόμακρη βοήθεια,
ήταν οι μέρες μου που πέρασαν νεκρές.
Έτσι χωρίς να δώσω λάθος στην αλήθεια,
έγινα γρήγορα ψυχής ο εμιγκρές.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 08-10-2006