Μεγάλωσα

Δημιουργός: justawoman, Στέλλα Γεωργιάδου

Ένα απλό κρυολόγημα είναι κυρία μου… είπε ο γιατρός

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Μεγάλωσα!
Μες σε μια νύχτα ξαφνικά, μαζεύτηκαν όλα τα σκορπισμένα χρόνια και χτύπησαν την πόρτα μου.
Τους άνοιξα κι έπνευσε παρελθόν στο σκοτεινό δωμάτιο.
Σαν τους παλιούς συμμαθητές που συναντάς στο δρόμο… και κάτι, κάτι σου θυμίζουν
Όχι οι ίδιοι, τα παιδιά τους. Είναι τα παιδιά τους, που κάτι σου θυμίζουν.
Πας να μιλήσεις κι εκείνα σε κοιτούν με απορία. Στους καθρέφτες των ματιών τους ανακλούν ρυτίδες
που ποτέ δεν πρόσεξες ως τώρα. Περίεργες που είναι οι λέξεις όταν τις ξεστομίζεις.
Χρόνος... Ρυτίδες... Γερνάω

Κυκλοφορώ όπως παλιά, με το ίδιο χαμόγελο, τους ίδιους φόβους, τα ίδια ερωτηματικά
Με τις ίδιες αγωνίες, τους ίδιους πόθους, την ίδια θλίψη.
Φυσικά και άλλαξα.
Άλλαξα σπίτι, αυτοκίνητο, ρούχα, κούρεμα. Ε και;
Στο μαξιλάρι μου -όσο θυμάμαι- τα ίδια όνειρα ξαπλώνουν, καμιά φορά κι οι ίδιοι εφιάλτες
Κι όμως, μεγάλωσα
Αν δεν είχαμε καθρέφτες,
δε θ' αντικρίζαμε τα σημάδια του χρόνου στο είδωλό μας. Θα είμαστε -περίπου- αυτό που νιώθουμε.
Τα νεαρά παιδιά μου μιλούν στον πληθυντικό και ξαφνιάζομαι. Εγώ, που ακόμα σηκώνομαι να προσφέρω τη θέση μου στο λεωφορείο. Χα!
Όταν λέω ότι θέλω να μάθω ετούτο ή το άλλο, με κοιτάζουν περίεργα. Πρέπει να δείχνω σιγουριά, πρέπει να ξέρω για όλα. Μιλώ για τη μουσική μου και με κοιτούν κρυφογελώντας. Καλά να 'ναι ρετρό ο Σαββόπουλος, αλλά κι ο Μάλαμας;

Μετράω τα καλοκαίρια μου κι εκπλήσσομαι.
Πότε ήταν που πλατσούριζε ο έρωτας στις Κυκλάδες και με κυνηγούσε από νησί σε νησί;
Το παιδί μέσα μου θυμώνει. Χθες ήτανε, μόλις χθες!
Τότε που γύριζα απ’ το σχολείο με ματωμένα γόνατα. Τότε που κάναμε κοπάνα απ’ τα Γαλλικά. Τότε που έκρυψα το πρώτο ραβασάκι μου μέσα στο Πόλεμος και Ειρήνη. Τότε που πνίγηκα απ’ τον καπνό του πρώτου μου τσιγάρου...

Χθες ήτανε, μόλις χθες
Εξετάσεις, άγχη, φόβοι, ελπίδες κι η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, με τ’ αυτί κολλημένο στο ραδιόφωνο. Οι μεγάλες αλλαγές ξεκινούσαν. Πανεπιστήμιο, όνειρο ζωής φτωχών -πλην όμως τίμιων- και φιλομαθών γονέων. Ελευθερία πρωτόγνωρη τ’ ακαδημαϊκά θρανία, οι καινούριοι έρωτες, οι επαναστάσεις που δεν γνωρίσαμε. Πεισματικά δεμένοι στο άρμα του κινήματος, που ξεψυχούσε και βολεύονταν... έτσι, για την τιμή των όπλων, συρθήκαμε στα χνάρια του. Χρόνια μαλαματένια, μάτια ξάστερα, έγνοιες οικουμενικές, προσωπικά προβλήματα ανύπαρκτα.
Ο θεός μου έμαθε τάβλι να γεμίζω τις περίσσιες ώρες και με κέρναγε τσίπουρο για να μεθάει ο έρωτας των ματιών μου. Σφιχταγκαλιάσματα στις σκοτεινές γωνίες, Μαρξ και ζεϊμπέκικο, πλοία της γραμμής με προορισμό άγνωστο… αδιάφορο
Καλοκαίρια χωρίς δείκτη προστασίας.

Μεγάλωσα
Σήμερα το πρωί συνάντησα την παιδική μου φίλη
Πέντε χρόνια στο ίδιο θρανίο και στη σχολή μαζί και μετά… χαθήκαμε
Αλήθεια γιατί χαθήκαμε; Μα ναι θυμάμαι. Για τα μάτια εκείνου του αχάριστου πιτσιρικά. Τι αστείο!
-Πότε ήταν;
-Όχι μη ρωτάς καλύτερα.
-Τι κάνεις;
-Προβλήματα… η υγεία των γονιών, τα άγχη της δουλειάς… τα πήγαιν’ έλα των ερώτων.
Ξεσπάσαμε σε γέλια, παιδικά, κι οι αναμνήσεις άρχισαν κυκλωτικούς χορούς.
-Τον θυμάσαι τον Π;
-Ποιον εκείνον τον ψηλό κι άχαρο στο σχολείο που σε κυνηγούσε;
-Όχι εσένα κυνηγούσε.
-Χα χα, τι έκανε παντρεύτηκε;
-Φυσικά, μια πιτσιρίκα, δουλειά στρωμένη, του μπαμπά. Αυτός το ‘ριξε στην πολιτική, βάζει για Δήμαρχος. Αξιοσέβαστος, νεόπλουτος σε επαρχιακή τουριστική πόλη. Προνόμια του τίποτα, με βασιλικό διάδημα.

Κι εμείς αξιοσέβαστες, δε λέω.
Μα τα χαμίνια μέσα μας, έτοιμα για πετροπόλεμο.
-Τι κάνεις τώρα; Μόνη;
-Μόνη… κι εσύ; Η κατάφαση διστάζει λίγο, αλλά τελικά υποκύπτει. Που να εξηγείς τώρα τα πολύπλοκα. Έχουν περάσει και τόσα χρόνια.

Μας αγαπάει ο χρόνος κι ανανεώνει τις αυταπάτες μας.
«Κοντός ψαλμός αλληλούια», που λέει κι μάνα μου.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 17-10-2006