117. Δεν ανήκω εδώ

Δημιουργός: ΤΟΞΟΤΗΣ, Γιάννης Βογιατζής

Συντροφιά αν θέλεις την βρίσκεις. Η γιορτή θα γίνει χρυσοστεφανωμένη;;;;

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Βγήκα για ποτό, χθες βράδυ, νωρίς.
Ήθελα την παρουσία της δίπλα μου, είχαμε κι ένα ιδιαίτερο λόγο να γιορτάσουμε.
Σκόπευα να γευτούμε και να μοιραστούμε στιγμές ευτυχίας.
Μέχρι να τελειώσει το ποτό πέρασε αρκετή ώρα……….. Περίμενα…….
[B]Κι όμως δεν ήρθε.[/B]
Γι αυτό αποφάσισα να προσκαλέσω όλες τις παλιές μου αγάπες.
Μαζεύτηκαν πολλές, με ευχαρίστησαν όλες.
Ζήτησα κι άλλα σκαμπό. Στριμωχτήκαμε αλλά τα καταφέραμε.
Ποτά πολλά και διαφορετικά. Λιγοστές ήταν αυτές που παράγγειλαν το ίδιο.
Πως έλαχε, αυτές έπαιξαν τον ωραιότερο ρόλο στην καρδιά μου.
Σχεδόν όλες μου ζήτησαν να καπνίσουν. Της άφησα. Ίσως το είχαν ανάγκη.
Με μένα μάλλον δεν χρειαζόντουσαν τέτοιου είδους λύσεων κάλυψης κενού.
Όλες ήταν παντρεμένες, εκτός από μια. Αυτή που περίμενα.
[B]Την έδιωξα. [/B]Εδώ δεν ταιριάζει το: «κι όμως την αγαπώ».
Θα μου χάλαγε τη χρυσοστεφανωμένη γιορτή.
Κοίταξα τα μελιά, γαλανά, πράσινα και μαύρα μάτια τους, ένιωσα θλίψη.
Σε κάποιες έλειπε ο γαλάζιος ουρανός, σ΄ άλλες η άνοιξη, σε λίγες τα μυροβόλα άνθη, δυο όχι τρεις είχαν ξεχάσει ότι κυκλοφορούν ελεύθερα ακόμη αναρίθμητα άστρα που παιχνιδίζουν ζωηρά μες τη νυχτιά.
Οι ανάσες τους ψυχρές, καίγανε τα σωθικά μου.
Οι ψυχές βασανισμένες, έπιναν τη τρυφερή καρδιά μου,
Τα χείλη τους στεγνά, ζητούσαν τα χείλη τα υγρά μου,
Τα χέρια τους άδεια, άγγιζαν τα δάκρυά μου,
Τα κορμιά τους μαραμένα, στολίστηκαν απ΄ τα κατάφορτα όνειρά μου,
Τα μάτια τους απεγνωσμένα, τύλιξαν την ανέγγιχτη μυρωδιά μου,
Η ματιά τους χλωμή, στοιχειωμένη, αναπολούσαν επίμονα το φως μου, την φλόγα μου, τα χάδια μου, την αγκαλιά μου.

[B]Κάνει κρύο, δεν ανήκω εδώ, πρέπει να φύγω……………..μέθυσα απ΄ την αρμύρα των επιλογών τους.[/B]

Δημοσίευση στο stixoi.info: 19-10-2006