Η μπαλάντα του αντιπίνακα

Δημιουργός: αυγουστης, Αυγουστής Μαρούλης

Μπαλάντα, εσώψυχη!

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Επλάνεψαν οι πίνακες τ’ αστέρια
θαμπώσαν απ’ τη λάμψη τους κι αυτά,
τη λύπη, την οργή και τη χαρά
τάχα θεών εσμίλεψαν τα χέρια;
Σ’ εκθέσεις, σε μουσεία τούς κρεμάμε
ταξίδια, ψευδαισθήσεις στη σειρά,
σε ψάχνω, δε με βρίσκω πουθενά
στον αντιπίνακα που όλοι μας ξεχνάμε.

Ζωγράφοι τους αιώνες προσπεράσαν
αθάνατοι γινήκανε πολλοί
εσπείρανε, θεριέψανε στη Γη,
με χάδια τις εικόνες τους μπολιάσαν.
Οδύνες που μας κάνουν να γελάμε,
κρυφές και αλησμόνητες στιγμές,
το βλέμμα πώς χαράζει πινελιές
στον αντιπίνακα που όλοι μας ξεχνάμε!

Ο χρόνος αδυσώπητα κυλάει
τις φλέβες μας μπολιάζει μοχθηρά,
τη βλέπω τη Μαντόνα να γερνάει
κι η Άνοιξη αιώνες δεν κρατά.
Εφήμερες οι μέρες που περνάμε,
τα σμήνη των αγγέλων μάς φθονούν,
κι οι σάρκες των παρθένων δε ριγούν
στον αντιπίνακα που όλοι μας ξεχνάμε.

Η Μέδουσα στο μέσα μας φωλιάζει
με μάτια που 'χουν όψη τρομερή,
σκοτώθηκε, μα πάλι θα κοιτάζει
στον αντιπίνακα που όλοι μας ξεχνάμε.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 11-12-2006