Φεύγω, είπε

Δημιουργός: Γιώργος_Ευθυμίου

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ένα ένα τα δάχτυλα πέφταν στο ξεβρασαμένο κομοδίνο της,
άρυθμοι και αμήχανοι χτύποι που φόρτιζαν την ατμόσφαιρα.
Το μυαλό της ήταν κενό, μα όχι και τόσο άδειο.
Ήταν αφόρητα γεμάτο.
Ένας ουρανός γεμισμένος αστέρια,
που καλά κρύβονταν πίσω απ' τα μαυρισμένα σύννεφα.
Διαβατάρικες σκέψεις που κουρασμένη πια δε συγκρατούσε.
'Ερχονταν και έφευγαν,
μόνο φούσκωναν λίγο ακόμα την ήδη ξεχειλωμένη μνήμη της.
Στάθηκε για λίγο.
Σιωπή...μια τυφλή σιωπή δίχως σύνορα.
Ποιος ξέρει πόση ώρα στέκονταν έτσι, αμίλητη;
Δεν μπορεί κάποια λύση θα υπάρχει, σκέφτηκε,
κι ας ήξερε ότι...
Ήθελε να φυλακίσει ζωή, εαυτόν στο παρόν της.
Δεν είχε επιλογή.
Όταν τα ρολόγια χτυπούν, με αδύναμα πόδια στέκουμε όλοι.
Τώρα δεν μπορούσε να το αρνηθεί.
Δεν μπορούσε να αρνηθεί όσα η κιμωλία του χρόνου σημείωνε στο μαυροπίνακα του μυαλού της.
Λέξεις που χάραζαν την ακόμα παιδική της καρδιά.
Ένα χοντρό δάκρυ έτρεξε στο πρησμένο με πόνο μάγουλο της.
Το βλέμμα έμενε σφηνωμένο στα φθαρμένα της συρτάρια,
εκεί που κοίτονταν τα κιτρινισμένα ημερολόγια της,
εκεί που αναπάυονταν οι μνήμες χρόνων.
Σαν να διάβαζε σωρείο σελιδών, μετά μανίας και αδιάκοπα.
Πήρε βαθιά ανάσα...
Φέυγω, είπε!
Με σφιχτό χαμόγελο και από καρδιάς φιλί χαιρέτησε.
Έσφιξε στο χέρι την μεγάλη πράσινη βαλίτσα της...
Μα στο κεφάλι της χαρούμενα κρέμονταν
ο αγαπημένος των παιδικών της χρόνων σκούφος...

Δημοσίευση στο stixoi.info: 02-04-2008