Άμπωτη

Δημιουργός: Θεοδώρα Μονεμβασίτη , Θεοδώρα Μονεμβασίτη

Αφιερωμένο στην Celestia, Graciella. Είναι ποίημα βέβαια από άντρα προς γυναίκα, αλλά αυτό θα το κάνω πάντα για τις ανάγκες του τραγουδιού.

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info

Ζυγώνανε στα σύννεφα οι απειλές
ψηλές κορφές κι οι ιδέες μας πρωταρχικές
μην αγγίζεις τη γενειάδα του θεού
η φωτιά μέσα στη γη ενός θνητού.

Άγονος αυτός ο τόπος, δε μοιράστηκε
σε ζητούσε κι απροσδόκητα ταράχτηκε
μακριά απ’ την αγέλη δυο άλογα
πυροφάνι δυο θνητών μες τα παράλογα.

Με ανάσες με προφταίνεις αταξίδευτες
στ’ ανεξήγητα το λόγο τον παγίδευες
είπες άκουσες σφραγίδα των καιρών
τρόμο άθεων στο βήμα δυο θεών.

Ανοίγω κάστρο του ονείρου μου να ‘ρθεις
όταν όλα ησυχάσουν να με βρεις
σαν πρωτόγνωρη αγάπη, σαν αγέρας
πριν την άμπωτη, στο τέλος της ημέρας.

Στο κρησφύγετο με τ’ άρωμα θυσίας
ανανέωση της τρίτης προθεσμίας
περπατούσα και το μύθο εξουσίαζα
δαχτυλίδια δυο φορούσες και σε κοίταγα.

Με μια φλόγα το σκοτάδι το ξεγέλασες
απαράβατοι οι όροι, χαμογέλασες
μ' ένα σθένος κι οι στιγμές χαμογελούσανε
κι ήταν τα μάτια μιας θεάς που σε γεννούσανε.

/ή χιονισμένη η γενειάδα του θεού
κι η φωτιά μέσα στη γη ενός θνητού.

Δημοσίευση στο stixoi.info: 27-10-2008