Των νεκρών Αδερφών

Δημιουργός: AceOfSpades, Σπλατς

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info


[color=black][font=georgia]Βουλή με τους τριακόσιους σου και με την μια σου Ντόρα
την Ντόρα την γκαντέμησα την πολυαγαπημένη,
την είχες χρόνια βουλευτή κι η Ευρώπη δε την είδε!
Στο Ρέθυμνο την έλουζε, κι απά στο Καρπενήσι
Καστρί και Γιώργος φαλακρός ζήλευε τα μαλλιά της.
Χοσέ Μπαρόσοι ήρθανε από κι απ’ τις Βρυξέλες,
Τη Ντόρα να την πάρουνε πολύ μακριά στα ξένα.
Τριακόσιοι δε το θέλουνε κι ο Κωσταντίνος θέλει.
«Βουλή μου, κι ας τη δώσομε την Ντόρα μας στα ξένα,
στα ξένα κει που περπατώ, στα ξένα που πηγαίνω,
αν πάμ' εμείς Ευρωβουλή, ξένοι να μην περνούμε.
- Μαλάκας είσαι, Κωσταντή, και μαλακεία είπες
Κι α μόρτει, γιε μου, εκλογή, κι α μόρτει, γιε μου, ρίξη,
κι αν τύχει Φάνη Πετραλιά, ποιος πάει να μου τη φέρει;
- Βάλλω Σουφλιά μου για κριτή , Σπηλιόπουλους μαρτύρους,
αν τύχει κι έρτει εκλογή, αν σπάζουνε βιτρίνες,
αν τύχει Φάνη Πετραλιά, εγώ να σου τη φέρω».

Και σαν την ξεφορτώθηκαν την Ντόρα μας στα ξένα,
κι εμπήκε χρόνος δίσεχτος και Νέοι οργισμένοι
κι έσπασε περιπολικό, κι οι βουλευτές τα κλάσαν,
βρέθηκε άδεια η βουλή σαν Λάκης μες τον Alpha.
Σ' όλα τα έδρανα έκλαιγε, στα «ορεινά» χτυπιόταν,
Στον Κωσταντίνο τον χοντρό ανέσπα τα μαλλιά της.
«Ανάθεμά σε, Κωσταντή, και μυριανάθεμά σε,
οπού μου την εξόριζες την Ντόρα μας στα ξένα!
το τάξιμο που μου 'ταξες, πότε θα μου το κάμεις;
Σουφλιά μου έβαλες κριτή Σπηλιόπουλους μαρτύρους,
αν τύχει Φάνη Πετραλιά, να πας να μου τη φέρεις».
Από το γαμοσταύρισμα και τη τζατζικίλα,
Ραφήνα αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε.
Κάνει Αλέκα για άλογο, ΛΑΟΣ για καλκατζάρη
Παίρνει ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ και πάει να της τη φέρει.

Παίρνει αγρότες πίσω του, ψαράδες στο λαιμό του.
Βρίσκει την κι εχτενίζουνταν και το ρητό έτσι βγήκε
Εδώ καράβια χάνονται , κι Ντόρα εχτενιζέτει
Από μακριά τη χαιρετά κι από κοντά τη φτύνει:
«Σήκω μωρή ανεπρόκοπη, γινήκαμε μπορδέλο
- Πρόεδρε αδυνάτισες και τι είναι τούτη η ώρα;
Αν ίσως μ’ αναβάθμισες, να στολιστώ και να 'ρθω,
κι αν είναι και μας ρίξανε, πες μου πως πήρα πούλο
- Έλα ρε Ντόρα στη βουλή, σκατά είσαι όπως και να ‘χει».
- Κοντολυγίζουμε όλοι μας, στο σβέρκο μας καθίζει.

Στην Ότομπαν διαβαίνανε , Ευρωπαίοι κιλαηδούσαν,
δεν κιλαηγούν Κινέζικα μήτε σαν Αρβανίτες,
μόν' κιλαηδούσαν κι έλεγαν ανθρωπινή ομιλία:
«Ποιος είδε Έθνος Όμορφον να σέρνουν πεθαμένους!
- Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;
- Πουλάκια είναι κι αν κιλαηδούν, πουλάκια θα τους κόψω».
Και παρεκεί που πάγαιναν κι άλλοι Ευρωπαίοι λένε:
«Δεν είναι κρίμα κι άδικο, παράξενο μεγάλο,
να περπατούν τούτοι οι Ρωμιοί με αποβλακωμένους!
- Άκουσες, Κωσταντίνε μου, τι λένε τα πουλάκια;
πως περπατούνε οι Ρωμιοί με αποβλακωμένους.
- Απρίλη θα χουμε εκλογές και Μάη πάλι βγαίνω
- Φοβούμαι σ', προεδράκι μου και φούμο μου μυρίζεις.
- Εχτές βραδίς επήγαμε εις το Πολυτεχνείο,
κι επαίξαμε τον πόλεμο μαζί με κάτι Κνίτες».
Και παρεμπρός που πήγανε, κι άλλοι Ευρωπαίοι λένε:
«Για ιδές θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο,
τέτοια Ελλάδα λυγερή να σέρνει ο πεθαμένος!»
Τ' άκουσε πάλι η Ντόρα μας και χέστηκε απ’ το φόβο
«Άκουσες, Κωσταντάκη μου, γαμώ το κέρατό μου;
- Ξεκόλα Ντόρα απ΄τα πουλιά, γιατί θα πάρω πέτρα.
- Πες μου, πού είναι η κοιλίτσα σου, τα διπλοσάγωνα σου?
και τα ξανθά σου τα μαλλιά και το μικρό προγούλι
-Βρήκαν τριγλυκερίδια κι έκοψα τις κραιπάλες».

Αυτού σιμά, αυτού κοντά στο Σύνταγμα πρoφτάνoυν.
Βαριά χτυπά όλους εμάς κι απ' εμπροστά μας χάθη.
Κι ακούει την Πλάκα και βροντά, και η Ερμού βοΐζει.
Κινάει και πάει η Ντόρα μας στο σπίτι μοναχή της.
Βλέπει τους δρόμους αδειανούς τα μαγαζιά σπασμένα
βλέπει με άδεια τον Ξηρό, τα παίρνει στο κρανίο
βλέπει μπροστά απ’ τη βουλή τα ΜΑΤ παραταγμένα
Βρίσκει κλειστή την Εθνική και τα ΑΤΜ καμμένα
και τα tvπαράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.
Κτυπά την πόρτα δυνατά, μια γλάστρα της πετάνε
«Αν είσαι μπάτσος διάβαινε, κι αν είσαι εχτρός μου φύγε,
κι αν είσαι ο Μητσοτάκουλας, άλλα παιδιά δεν έχω,
κι η δόλια η Ντορούλα μου λείπει μακριά στα ξένα.
- Σήκω, βουλή μου, άνοιξε, σήκω, γλυκιά βουλή μου.
- Ποιος είν' αυτός που μου χτυπάει , βουλή που με φωνάζει?
- Άνοιξε, βρε κουφάλογο, άνοιξε κι εγώ είμαι η Ντόρα».

Άνοιξε, αγκαλιάστηκαν κι απέθαναν κι οι δύο.[/color][/font]


{A}

Δημοσίευση στο stixoi.info: 15-01-2009