Nine eighths

Συννεφιασμένη Κυριακή, σχεδόν πενήντα χρόνια,
αποσκευές και φυλακή, σε πλοία και βαγόνια.
Της μετανάστευσης σκιά, Σικάγο, Βερολίνο,
με δυο τσιγάρα δανεικά και κλάμα από κλαρίνο.

Ό,τι έχω πάρει από της μάνας μου τα μάτια,
σκόνη και στάχτη και ζωή σε δυο κομμάτια.
Ό,τι θυμάμαι απ του πατέρα μου τον ήχο,
εννέα όγδοα στης Καισαριανής τον τοίχο..

Συννεφιασμένη Κυριακή, σχεδόν πενήντα χρόνια,
εγώ εδώ κι η Ελλάδα εκεί, να πέφτει από μπαλκόνια.
Φωτογραφία μιας ζωής, στη μέση στο σαλόνι,
σαν τους φυγάδες που κανείς ποτέ τους δε γλιτώνει..

Ό,τι έχω πάρει από της μάνας μου τα μάτια,
σκόνη και στάχτη και ζωή σε δυο κομμάτια.
Ό,τι θυμάμαι απ του πατέρα μου τον ήχο,
εννέα όγδοα στης Καισαριανής τον τοίχο


Cloudy Synday, almost fifty years,
luggage and prison, in ships and wagons.
Immigration's shadow, Chicago, Berlin,
with two borrowed cigarettes and the cry of a clarinet.

What I have taken from my mother's eyes,
(is) dust and ash and life in two pieces.
What I remember from my father's sound,
(is) nine eighths at the wall of Kaisariani...

Cloudy Synday, almost fifty years,
I'm here, Greece is there, falling from balconies.
Photo of a life, in the middle of the living room,
like the fugitives that are never rescued...

What I have taken from my mother's eyes,
(is) dust and ash and life in two pieces.
What I remember from my father's sound,
(is) nine eighths at the wall of Kaisariani...

koufaliotis4 © 02.10.2009

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info