Nukke

Σε μια όμορφη βιτρίνα
στάθηκα κάποια βραδιά
και κοιτούσα έναν κούκλο
με μια κούκλα αγκαλιά

Μου άρεσε πολύ η κούκλα
και είπα ας την αγοράσω

Όμως σκέφτηκα του κούκλου
την καρδιά να μην χαλάσω

Τι θα πει πως είναι κούκλος
και αν δεν έχει και ψύχη
όταν χάνεις την συντροφιά σου
δεν έχει γλύκα η ζωή

Πέρασα το άλλο βράδυ
τα κουκλάκια για να δω
και είδα μόνο του τον κούκλο
δακρυσμένο τον φτωχό

Έχει πάει κάποιος άλλος που είχε
πιο πολλά λεφτά

Και αγόρασε την κούκλα
και την πήγε μακριά

Γύρισα συλλογισμένος
στο μικρό μου σπιτικό
να αγκαλιάσω με λαχτάρα
την γυναίκα που αγαπώ

Μα αλίμονο σε μένα
Κλάψε δόλια μου καρδιά

Έμαθα πως είχε φύγει
μ’ έναν άλλο μακριά


Luo kauniin näyteikkunan
pysähdyin eräänä iltana
ja katsoin (mies) mallinukkea
kera nuken sylikkäin

Pidin kovin nukesta
ja sanoin sen ostavani

Kuitenkin ajattelin etten miesnuken
sydäntä särkisi

Mitä väliä että se on nukke
ja vaikkei sillä ole sielua
kun menetät seuralaisesi
ei ole ihanaa elämä

Kuljin ohi toisena iltana
nukkeja katsoakseni
ja näin yksin miesnuken
kyyneleisenä kurjan

Oli mennyt joku toinen jolla oli
enemmän rahaa

Ja osti nuken
ja sen vei kauas

Palasin mietteliäänä
pieneen kotiini
halatakseni palvoen
naista jota rakastan

Mutta voi mua
Itke kurja sydämeni

Sain tietää että hän oli lähtenyt
toisen kanssa kauas

ΜάρκοςΤο, Markus Torssonen © 27.04.2014

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info