#1 | Το Δέντρο
Στίχοι: Μουσική:
Με δάκρυα στα μάτια και πόνο στη καρδιά πηγαίνω προς το δέντρο, το γέρικο το δέντρο.
Στης γης την ερημιά, του λεω για τους ανθρώπους και τους σκληρούς τους τρόπους για πεθαμένους πόθους που γίναν μοναξιά.
Μιλάω και δεν κοιτάζω, μονάχα το αγκαλιάζω τις ρίζες του ποτίζω με δάκρυα χαμού.
Μα σα να μην το νοιάζει, τα φύλλα του τινάζει και τα κλαδιά του κλείνουν σε μια αγκαλια.
Κι η γέρικη φωνή του, η γέρικη πνοή του μου λέει τα λόγια τούτα να παω να πορευτώ.
Θα πέσεις να χτυπήσεις, θα κλάψεις, θα λυγίσεις, μα πριν περάσει η ώρα ξανά να σηκωθείς.
Αψηφώντας την αγχόνη, θα βγαίνεις απ' την σκόνη και όλοι σου οι εχθροί θα τρέχουν να κρυφτούν.
Θα θέλουν να φωνάξουν, να σε καταδικάσουν, σα δέντρο να σε κάψουν μα θα εξαφανιστούν.
Και συ σαν έρθει η ώρα, η γέρικη σου η ώρα, σα δέντρο μες την μπόρα θα φύγεις θα χαθείς. | #2 | Νέοι στίχοι: Με δάκρυα στα μάτια και πόνο στη καρδιά πηγαίνω προς το δέντρο, το γέρικο το δέντρο.
Στης γης την ερημιά, του λεω για τους ανθρώπους και τους σκληρούς τους τρόπους για πεθαμένους πόθους που γίναν μοναξιά.
Μιλάω και δεν κοιτάζω, μονάχα το αγκαλιάζω τις ρίζες του ποτίζω με δάκρυα χαμού.
Μα σα να μην το νοιάζει, τα φύλλα του τινάζει και τα κλαδιά του κλείνουν σε μια αγκαλια.
Κι η γέρικη φωνή του, η γέρικη πνοή του μου λέει τα λόγια τούτα να παω να πορευτώ.
Θα πέσεις να χτυπήσεις, θα κλάψεις, θα λυγίσεις, μα πριν περάσει η ώρα ξανά να σηκωθείς.
Αψηφώντας την αγχόνη, θα βγαίνεις απ' την σκόνη και όλοι σου οι εχθροί θα τρέχουν να κρυφτούν.
Θα θέλουν να φωνάξουν, να σε καταδικάσουν, σα δέντρο να σε κάψουν μα θα εξαφανιστούν.
Και συ σαν έρθει η ώρα, η γέρικη σου η ώρα, σα δέντρο μες την μπόρα θα φύγεις θα χαθείς.
Αποδοχή διόρθωσης στίχων
Τελική διαμόρφωση στίχων
Με δάκρυα στα μάτια και πόνο στη καρδιά πηγαίνω προς το δέντρο, το γέρικο το δέντρο.
Στης γης την ερημιά, του λεω για τους ανθρώπους και τους σκληρούς τους τρόπους για πεθαμένους πόθους που γίναν μοναξιά.
Μιλάω και δεν κοιτάζω, μονάχα το αγκαλιάζω τις ρίζες του ποτίζω με δάκρυα χαμού.
Μα σα να μην το νοιάζει, τα φύλλα του τινάζει και τα κλαδιά του κλείνουν σε μια αγκαλια.
Κι η γέρικη φωνή του, η γέρικη πνοή του μου λέει τα λόγια τούτα να παω να πορευτώ.
Θα πέσεις να χτυπήσεις, θα κλάψεις, θα λυγίσεις, μα πριν περάσει η ώρα ξανά να σηκωθείς.
Αψηφώντας την αγχόνη, θα βγαίνεις απ' την σκόνη και όλοι σου οι εχθροί θα τρέχουν να κρυφτούν.
Θα θέλουν να φωνάξουν, να σε καταδικάσουν, σα δέντρο να σε κάψουν μα θα εξαφανιστούν.
Και συ σαν έρθει η ώρα, η γέρικη σου η ώρα, σα δέντρο μες την μπόρα θα φύγεις θα χαθείς. |