#1 | Άι Γιώργης
Στίχοι: Μουσική:
Ταξίδι απ’ τα Επτάνησα
κι η Σαλονίκη μάγισσα.
σε κράτησε δικό της
Βρήκε η αγάπη αφορμή
διάλεξε τη σωστή στιγμή
πήρε το μερτικό της.
Δίπλα σου που μεγάλωσα
πόσες φορές καμάρωσα
το φως που `χε η καρδιά σου.
Την περηφάνια της ματιάς
τη μυρωδιά της αγκαλιάς
την τρυφερότητά σου.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα.
Πάλευες πάντα τον καιρό
μα είχες γυναίκα θησαυρό
κι άντεξες το τιμόνι.
Κι αν στη ζωή τα πάντα ρει
ακούω το βήμα σου βαρύ
στης μνήμης μου τ’ αλώνι.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα. | #2 | Νέοι στίχοι: Ταξίδι απ’ τα Επτάνησα
κι η Σαλονίκη μάγισσα.
σε κράτησε δικό της
Βρήκε η αγάπη αφορμή
διάλεξε τη σωστή στιγμή
πήρε το μερτικό της.
Δίπλα σου που μεγάλωσα
πόσες φορές καμάρωσα
το φως που `χε η καρδιά σου.
Την περηφάνια της ματιάς
τη μυρωδιά της αγκαλιάς
την τρυφερότητά σου.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα.
Πάλευες πάντα τον καιρό
μα είχες γυναίκα θησαυρό
κι άντεξες το στο τιμόνι.
Κι αν στη ζωή τα πάντα ρει
ακούω το βήμα σου βαρύ
στης μνήμης μου τ’ αλώνι.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα.
Αποδοχή διόρθωσης στίχων
Τελική διαμόρφωση στίχων
Ταξίδι απ’ τα Επτάνησα
κι η Σαλονίκη μάγισσα.
σε κράτησε δικό της
Βρήκε η αγάπη αφορμή
διάλεξε τη σωστή στιγμή
πήρε το μερτικό της.
Δίπλα σου που μεγάλωσα
πόσες φορές καμάρωσα
το φως που `χε η καρδιά σου.
Την περηφάνια της ματιάς
τη μυρωδιά της αγκαλιάς
την τρυφερότητά σου.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα.
Πάλευες πάντα τον καιρό
μα είχες γυναίκα θησαυρό
κι άντεξες στο τιμόνι.
Κι αν στη ζωή τα πάντα ρει
ακούω το βήμα σου βαρύ
στης μνήμης μου τ’ αλώνι.
Ποιος περνάει έξω στο δρόμο
μ’ ένα σύννεφο στον ώμο.
Άι Γιώργης που γυρίζει τραυματίας
το `40 απ’ τα βουνά της Αλβανίας.
Ποιος κρατάει εκεί στα αστέρια
την Πανσέληνο στα χέρια.
Άι Γιώργης να μου φέγγει κάθε νύχτα
της ζωής του το λαμπρό εν τούτω νίκα. |