| Τα λόγια μου της νύχτας μετανάστες
σε δρομολόγια χωρίς επιστροφή
άσ’ τις πλατείες να βογκούν σου λέω άστες
ίσως με βρεις μες στην επόμενη στροφή
Στενεύουν τα περάσματα
οι φίλοι μου φαντάσματα
κι η πόλη μοιάζει γενικώς
τάφος οικογενειακός
Ένας Στρυμόνας και βουλιάζω στα νερά
όπως ψαράς μέσα στη λάσπη της Κερκίνης
οιωνοσκόπος με σημάδια φανερά
χάθηκα πάλι μες στο πρόσωπο εκείνης
Στενεύουν τα περάσματα
οι φίλοι μου φαντάσματα
κι η πόλη μοιάζει γενικώς
τάφος οικογενειακός
Ματώνει στα Κυβέλεια η οθόνη
κι εγώ ρεμβάζω σε πεδία αχανή
στο Μιραμάρε κολυμπούσες πάντα μόνη
και ο Ματθαίος έχει χρόνια να φανεί
Στενεύουν τα περάσματα
οι φίλοι μου φαντάσματα
κι η πόλη μοιάζει γενικώς
τάφος οικογενειακός
| | Mes paroles, des immigrés de la nuit
Dans des trajets sans retour
Laisse les places gémir, je te le dis, laisse les gémir
Peut-être me trouveras-tu au prochain tournant
Les passages rétrécissent
Mes amis ne sont plus que des fantômes
Et la ville toute entière
Ressemble à un tombeau de famille
Une rivière telle le Strymon et je m’enfonce dans ses eaux
Comme un pêcheur dans la boue du Kerkini
Augure aux rides apparentes
Je me suis encore perdu dans son visage
Les passages rétrécissent
Mes amis ne sont plus que des fantômes
Et la ville toute entière
Ressemble à un tombeau de famille
L’écran saigne à Kivelia
Et moi je rêvasse dans de vastes champs
Au Miramare où tu nageais toujours seule
Et Matthieu était absent depuis des années
Les passages rétrécissent
Mes amis ne sont plus que des fantômes
Et la ville toute entière
Ressemble à un tombeau de famille
|