| Όταν κλαίει ένας άντρας
τα βουνά ραγίζονται
τα ποτάμια σταματάνε
και το συλλογίζονται
γιατί η πίκρα που τον λιώνει
δεν τελειώνει
γιατί η πίκρα που τον λιώνει
δεν τελειώνει
Όταν κλαίει ένας άντρας
δώσ’ του το μαντήλι σου
δώσ’ του το στερνό τσιγάρο
μέσα από τα χείλη σου
μπας και λίγο την ξεχάσει
κι ησυχάσει
μπας και λίγο την ξεχάσει
κι ησυχάσει
Όταν κλαίει ένας άντρας
δίχως να `χει δάκρυα
μη μιλάς μη λες κουβέντα
κάτσε σε μιαν άκρια
Σαν τον πόνο του μεγάλος
δεν είν’ άλλος
Σαν τον πόνο του μεγάλος
δεν είν’ άλλος
| | Quand un homme pleure
Les montagnes se fêlent
Les fleuves ne coulent plus
Et ça les fait réfléchir
Parce que l’amertume qui le consume
N'a pas de fin
Parce que l’amertume qui le consume
N'a pas de fin
Quand un homme pleure
Donne-lui ton mouchoir
Donne-lui l'ultime cibiche
D'entre tes lèvres
Des fois qu'il puisse oublier
Et s'apaiser
Des fois qu'il puisse oublier
Et s'apaiser
Quand un homme pleure
Sans verser une larme
Ne parle pas, ne dis rien
Assieds toi dans un coin
Rien n’est aussi grand que sa douleur
Rien d'autre
Rien n’est aussi grand que sa douleur
Rien d'autre
|