| Συνάντησα την άνοιξη
της είπα να προσέχει
τα στήθια της ορθάνοιχτα
τόσο πολύ μην έχει.
Να μην πηγαίνει ολόχαρη
χωρίς καθόλου σκέψη
γιατί σ’ αυτόν τον πόλεμο
φοβάμαι δε θ’ αντέξει.
Εμένα λέει άσε με
τον εαυτό σου κοίτα
εγώ το ξέρω από παλιά
ποια είμαι και που πάω.
Κι αν πληγωθώ δε χάνομαι
απ’ τις πληγές μου παίρνω
κουράγιο να σηκώνομαι
το φως μου να γεννάω.
Αγέρωχη και αβάσταχτη
ολόγυμνη αλήθεια
αφέθηκε στις θάλασσες
στα δάση στα ποτάμια.
Ξημέρωσε και σήμερα
έτσι όπως κάθε μέρα
μια συνουσία ανήμερη
χορεύει στον αέρα.
Εμένα λέει άσε με
το φως μου μόνο κοίτα
εγώ το είδα από παλιά
ποια είμαι και που πάω.
Κι αν πληγωθώ δε χάνομαι
απ’ τις πληγές μου παίρνω
κουράγιο να σηκώνομαι
το φως να τραγουδάω.
| | J’ai rencontré le printemps
et lui ai dit de faire attention
De ne pas ouvrir si grand
sa poitrine
De ne pas aller aussi joyeusement
sans réfléchir
Parce que j’ai peur
qu’il ne résiste pas à cette bataille
Il me dit laisse-moi,
regarde-toi
Moi je le sais depuis longtemps
qui je suis et où je vais
Et si je me blesse, je ne meurs pas,
je me relève de mes blessures
Pour me dresser avec force
et faire naître ma lumière
Altier, insupportable,
vérité toute nue,
Il s’est abandonné dans la mer,
les forêts, les rivières
Il s'est éveillé aujourd'hui
comme chaque jour
Un accouplement sauvage
danse dans l'air
Il me dit laisse-moi
Regarde seulement ma lumière
Moi je le sais depuis longtemps
Qui je suis et où je vais
Et si je me blesse je ne meurs pas
Je me relève de mes blessures
Pour me dresser avec courage
Et chanter la lumière
|