|
Στίχοι: Παραδοσιακό
Μουσική: Παραδοσιακό
Περιοχή: Αταξινόμητα
Ούλοι τον ήλιο τον τηράν
που πάει να βασιλέψει,
κι η κόρη που `χε τον καημό,
τη θάλασσα αγναντεύει.
Βλέπει καράβια κι έρχονται,
βαρκούλες κι αρμενίζουν
μάνα, καράβια τέσσερα,
μάννα βαρκούλες πέντε!
Σύρε μάνα και ρώτα τα,
σύρε μάνα και πες τους,
μην είδαν τον ασίκη μου,
τον αγαπητικό μου...
Σε τι τραπέζι τρώει ψωμί
και το δικό μου είν’ άδειο;
Σαν τι χεράκια τον κερνάν
και τα δικά μου τρέμουν;
Σαν τι ματάκια τον τηράν
και τα δικά μου κλαίνε;
Κάνω να τον καταραστώ
και πάλι μετανοιώνω.
Από ψηλά να γκρεμιστεί
και χαμηλά να πέσει.
Σαν το γυαλί να ραϊστεί,
σαν το γυαλί να λιώσει.
Κι εγώ διαβάτης να γενώ,
ν’ αλλάζω τις πληγές του.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Δημοφιλία: 20% (1 ψήφοι) Αναγνώσεις: 2679 Σχόλια: 2 Αφιερώσεις: 0
| | | | | | |
|